διάθεση, άρνηση... Όλοι μας είμαστε περήφανοι για την καταγωγή μας, τους προγόνους μας, την ιδιαίτερη πατρίδα μας, άρα και του επωνύμου μας, γιατί πίσω απ’ αυτό, κρύβεται η οικογενειακή μας ιστορία και κατ’ επέκταση η ιστορία της ένδοξης φυλής μας. Θα μπορούσαν ποτέ ο Γάλλος δραματουργός Κορνήλιος (Corneille=κερατάς), ο Γερμανός ποιητής Σίλλερ (Schiller=αλλήθωρος), ο γεωγράφος της αρχαιότητας Στράβων, ακόμα και η πανέμορφη Ιταλίδα ηθοποιός Κλαούντια Κορντινάλε (κουτσή Μητροπολίτου) και άλλοι, να αλλάξουν τα επώνυμά τους, προς το περισσότερο εύηχο; Θα μπορούσαν, αλλά δεν το άλλαξαν σεβόμενοι τον εαυτό τους.
Όταν περί τα τέλη της δεκαετίας του 1970 διάβασα το μικρό αλλά άκρως διαφωτιστικό πόνημα του Γ. Διζικιρίκη, «Να ξετουρκέψουμε τη γλώσσα μας» (1), εντυπωσιάστηκα από τον μεγάλο αριθμό τουρκικών λέξεων που χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα, πολλές φορές, χωρίς να το γνωρίζουμε. Από όλες αυτές τις λέξεις, το γιουβαρλάκι (yuvarlak=σφαιρίδιο) και το κανταΐφι (kandayif) ήταν η έκπληξη επειδή θεώρησα χαριτωμένη την πρόταση του συγγραφέα να τα λέμε κρεατοσφαιρίδια και ζυμαρόγμενα, αντιστοίχως. *
Λίγο αργότερα, το εμβληματικό βιβλίο του εθνικού μας φιλολόγου Μανώλη Τριανταφυλλίδη, «Τα οικογενειακά μας ονόματα», το κλασικό βιβλίο του δικού μας Θ. Παλιούγκα «Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία», όπως και τα τουρκο-ελληνικά λεξικά, διαμόρφωσαν την εικόνα και ενίσχυσαν τη θέληση να συνεχίσω την προσπάθεια.
Μετά από πολλές δεκαετίες, κάποιες απ’ αυτές τις λέξεις ίσως να έχουν εξοβελιστεί από το ελληνικό λεξιλόγιο-αλλά κομμάτι δύσκολο το βλέπω-γιατί, πώς αλλιώς θα μπορούσε να ειπωθεί το τσίσα, το χάπι, το καρπούζι, το ρεζίλι, ο χαλβάς, ο μπακλαβάς, το σόι, το χούι, ο ντολμάς, ο πατσάς, το κεμπάπ, το μελτέμι, ο σκεμπές, ο τενεκές και τόσα άλλα; Το δυστύχημα είναι πως ανάμεσα σ’ αυτές τις «αθώες» λέξεις, κληρονομήσαμε και διατηρήσαμε μέχρι σήμερα κι άλλες, καθόλου κολακευτικές για τη φυλή μας, όπως είναι το μπαξίσι, το ρουσφέτι, το ραχάτι, ο χαβαλές, το χουζούρι...
Όλες αυτές οι λέξεις τουρκικής προέλευσης που τις υιοθετήσαμε και τις αγκαλιάσαμε λέγονται δάνεια, ενώ αυτές που γεννήθηκαν στην πατρίδα μας, ταξίδεψαν, τις πήραν οι Τούρκοι κι επέστρεψαν στην έδρα τους, φυσικά αλλοιωμένες, όπως το δράμι (δραχμή), το καλέμι (κάλαμος), το μπαρούτι (πυρίτιο), ο πελτές (πολτός), το φιντάνι (φυτόν), το φιστίκι (πιστάκιον) και άλλες, αντιδάνεια.
Λίγα ιστορικά στοιχεία για την Τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία θα βοηθήσουν, πιστεύω, στην κατανόηση του τρόπου διείσδυσης της τουρκικής γλώσσας στην ελληνική γλώσσα και στην αποδοχή της-θέλοντας και μη- από τον σκλαβωμένο ελληνισμό.
Οι Οθωμανοί Τούρκοι για πρώτη φορά πάτησαν το πόδι τους στη θεσσαλική γη με αρχηγό τους τον Εβρενός μπέη το 1396, ενώ η οριστική κατάκτηση και εγκατάσταση έγινε από τον Τουραχάν το 1423. Οι Τούρκοι κατακτητές για να αλλοιώσουν τη σύνθεση του ντόπιου πληθυσμού, έφεραν από διάφορες περιοχές της Μ. Ασίας-κυρίως της Καισάρειας και του Ικονίου-πολλές οικογένειες νομάδων κτηνοτρόφων, τους Γιουρούκους και τους Κονιάρους και τους εγκατέστησαν στις πλέον εύφορες περιοχές μας, στα ριζά του Ολύμπου και του Κισσάβου, στα Φάρσαλα και στα Τρίκαλα. Υπήρξε περίοδος που στην περιοχή της Λάρισας οι Έλληνες, Χριστιανοί αποτελούσαν το 20% του συνολικού πληθυσμού, οι Εβραίοι το 30% και οι Τούρκοι το 50%...
Τους δύο πρώτους αιώνες από την κατάκτησή τους οι Έλληνες διατηρούσαν-μέχρις ενός σημείου- την ταυτότητά τους, έχοντας ως επώνυμα τα πατρώνυμά τους (Δήμου, Νίκου, Μήτσου, Πέτρου κ.α.), τα επαγγελματικά τους (Μυλωνάς, Λαδάς, Χαλκιάς κ.α.), τα παρωνύμια δηλ. παρατσούκλια (Μαύρος, Καμπούρης, Κοντός, Κουτσός κ.α.) και τα μητρωνύμια (Γιαννούλας, Ντίνας, Γαρυφαλιάς, Βαΐτσης). Με τα χρόνια όμως, πολλά απ’ αυτά τα επώνυμα, όταν η τουρκική γλώσσα έμπαινε για τα καλά στο «πετσί» του Έλληνα, υποχρεωτικά, πήραν την τουρκική εκδοχή. Τα επαγγελματικά επώνυμα τουρκικής προέλευσης έχουν συνήθως την κατάληξη-τζης ή τσής αλλά και άλλες και παραπέμπουν σε κατασκευαστή ή πωλητή, όπως ο Χαλβατζής, Δεμερτζής (σιδεράς), Καζαντζής (λεβητοποιός), Καλαϊτζής (επικασσιτερωτής), Τσοχατζής, Ζουρνατζής, Τενεκετζής, Καφετζής, Μπακιρτζής, Σαλτζής, Παπουτσής, Μπακάλης, Μανάβης, Χασάπης, Τερζής (ράφτης), Σαράφης (αργυραμοιβός), Ταμπάκης, Ταμβακάς (βυρσοδέψης), Δουλγέρης (οικοδόμος) Μεϊμάρης (αρχιτέκτων) και πολλά άλλα. Τα παρωνύμια (παρατσούκλια) έχουν ποικίλες καταλήξεις, όπως Τοπάλης (κουτσός), Χαΐνης (προδότης, τεμπέλης), Ταουσάνης (λαγός), Βαλαβάνης (κεφάλας), Κοτζαμάνης (πελώριος), Τσολάκης (μονόχειρας), Μαλάκης (βουβαλάκι), Μπουρνάζος (μυταράς), Χαϊντούτης (ληστής, συνοριοφύλακας), Κουτσούκης, (μικρός), Μπουζούκης (μεγάλος), Μελέκος (άγγελος), Καρακάσης (μαυροφρύδης), Σαρχώσης (μεθυσμένος) κ.α., ενώ τα πατριδωνύμια που δηλώνουν τον τόπο καταγωγής με την ευρεία έννοια, έχουν κατάληξη-λης, συνήθως, όπως Δαγκλής (ορεινός), Ντενισλής (θαλασσινός), Μόραλης (Πελοποννήσιος) Τζετζαϊρλής-ίδης (Αλγερινός), Μισιρλής (Αιγύπτιος), Καρανταγλής (Μαυροβούνιος), Γκερλής-ώτης (ντόπιος), Αϊβαλής-ώτης (από το Αϊβαλί, τις ελληνικές Κυδωνίες της Μ. Ασίας), Μπουρνόβας (από το προάστιο Μπουρνόβα της Σμύρνης), Τοκατλής-λιάνης (από την περιοχή του όρους Τόκατ του Πόντου).
Ο Αδαμάντιος Κοραής εκφράζοντας την εχθρότητα και την απέχθεια προς τον Τούρκο κατακτητή, χαρακτήριζε τη λέξη Μπέης και ό,τι αυτή εκπροσωπούσε, τρισβάρβαρο, και κάποιος άλλος, την ίδια εποχή, πρότεινε να μετονομαστούν ο Καραϊσκάκης σε Λεωσθένη, ο Μάρκος Μπότσαρης σε Νικόστρατο κ.ο.λ.
Ο ιερομόναχος και ιατροφιλόσοφος Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός, παρακινούσε τους νέους, λέγοντας τα εξής: «Αν τινας Έλληνας έχει όνομα Ρωμαϊκόν ή Αραβικόν, πρέπει ευθύς να το αλλάξει και να ονομάζεται με όνομα ελληνικόν, τουτέστιν Θεμιστοκλής, Αχιλλεύς...».
Ο γράφων, χωρίς να διαθέτει επιστημονικές γνώσεις Γλωσσολογίας αλλά... καθαρή περιέργεια, θράσος, και... ρακοσυλλεκτικής μορφής μεράκι (ωχ, κι αυτό τούρκικο), αλλά και επιμονή, για να μην πω εμμονή, ψάχνοντας από δω κι από κει, ακόμα και στον τηλεφωνικό κατάλογο συνδρομητών του ΟΤΕ το 2008 ένα-ένα τα επώνυμα, συγκέντρωσε χιλιάδες απ’ αυτά τουρκικής προέλευσης σ’ ένα αυτοσχέδιο βιβλίο 170 σελίδων.
* Από τον πρόλογο του ανέκδοτου βιβλίου του γράφοντος «Θεσσαλικά επώνυμα Τουρκικής προέλευσης 2012 Λάρισα».
(1) Γ. Διζικιρίκη. Να ξετουρκέψουμε τη γλώσσα μας εκδ. Άγκυρα 1975.
(2) Μ-Τριανταφυλλίδης. Τα οικογενειακά μας ονόματα εκδ. Αριστ. Παν/μιο Θες/νίκης 1982.
(3) Θ. Παλιούγκας. Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία εκδ. Φίλων Θεσσαλικής Ιστορίας. Δήμος Λάρισας τόμος Α’ 1996.
Από τον Τάσο Πουλτσάκη