μάλλον δεν επιτρέπει αισιοδοξία για την αναστροφή της αποφασισμένης αντιλαϊκής πολιτικής στην υγεία, η οποία προωθεί συστηματικά και με σχεδιασμό την ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίησή της.
Η υγεία στην αστική θεώρηση αποτελεί κόστος και όχι κοινωνικό αγαθό, όπως υποκριτικά και παραπλανητικά δήθεν υποστηρίζουν δημόσια. Συγχρόνως και παρά την ενδογενή αντιφατικότητα του σχεδίου, η υγεία ταυτοχρόνως, μαζί με την πρόνοια και την κοινωνική ασφάλιση, συνιστά πεδίο προώθησης άκρατης κερδοσκοπίας, δημιουργίας νέων ευκαιριών κερδοσκοπικής διεξόδου συσσωρευμένων κεφαλαίων κατά την εξελισσόμενη μακροχρόνια καπιταλιστική κρίση, η οποία πλέον ούτε περιοδικότητα έχει, ούτε επιλύεται.
Η πανδημία απέδειξε εκκωφαντικά, ότι η αποδυνάμωση και η υποχρηματοδότηση των εθνικών συστημάτων υγείας, που για την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί πρόγραμμα προτεραιότητας, αποτελεί αντιλαϊκή και εγκληματική πολιτική, η οποία καθόρισε και οδήγησε στις εικόνες διάλυσης και επικίνδυνης ανεπάρκειας των υγειονομικών συστημάτων, ακόμα και σε χώρες οι οποίες για την κυβέρνηση και το Υπουργείο Υγείας ήταν και εξακολουθούν να είναι πρότυπα για τη δημιουργία του αποκαλούμενου «νέου ΕΣΥ».
Στους 7 μήνες διαχείρισης της πανδημίας η πολυδιαφημισμένη «θωράκιση» του ΕΣΥ δεν έγινε, αν και απετέλεσε το κύριο αίτιο και επιχείρημα για την εφαρμογή του μέτρου των οριζόντιων περιορισμών της ανθρώπινης δραστηριότητας, οι αρκετές χιλιάδες αντικειμενικά αναγκαίες προσλήψεις μόνιμου υγειονομικού προσωπικού δεν έγιναν, η δημιουργία 3.500 συνολικά κλινών ΜΕΘ, που αναλογούν στην ελληνική επικράτεια βάσει επιστημονικών κριτηρίων, ούτε κατά διάνοια προσεγγίστηκε, η πλαισίωση των κλινών ΜΕΘ με το αναλογούν ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό ούτε καν εξετάστηκε, η ΠΦΥ παρέμεινε σε αποσάθρωση, η οποία επιδεινώθηκε με την αναγωγή της σε δεξαμενή προσωπικού για κάθε χρήση και θέση.
Όπως φαίνεται ο μόνος σχεδιασμός της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος της πανδημίας, που φαίνεται ότι εξελίσσεται, είναι η μετατροπή εκ νέου όλων ή κάποιων νοσοκομείων σε δομές αντιμετώπισης μίας νόσου, της Covid-19, αδιαφορώντας για την επιδημιολογική επιβάρυνση του πληθυσμού από τις εκπτώσεις και τις αναβολές στην αντιμετώπιση της λοιπής νοσηρότητας.
Συγχρόνως απροκάλυπτα η έλλειψη αντιδραστηρίων για τη μοριακή ανίχνευση του κορονοϊού από εργαστήρια κρατικών δομών, όπως το ΕΚΕΑ, όχι μόνον δεν απετράπη αλλά καθοδήγησε και στην ενίσχυση της κερδοφορίας συγκεκριμένων ιδιωτικών εργαστηρίων.
Στη Λάρισα, το ΓΝΛ έχει ήδη σιωπηλά αναχθεί σε κέντρο νοσηλείας όχι μόνον των ύποπτων κρουσμάτων, αλλά και των νοσούντων από Covid-19, έστω και αν δεν φέρει τον τίτλο του «κέντρου αναφοράς», έστω και αν ουδέποτε μελετήθηκε και τεκμηριώθηκε η εξασφάλιση της χωροταξικής καταλληλότητας και της αριθμητικής επάρκειας του προσωπικού του νοσοκομείου, βάσει των πρωτοκόλλων του ΕΟΔΥ.
Εν μέσω πανδημίας η κυβέρνηση, ενώ οι ελλείψεις και τα προβλήματα απαιτούν επιτακτικά άμεση επίλυση, περί άλλων τυρβάζει, ενώ η 5η ΥΠΕ δραστήρια ανασύρει το από ετών ευρέως συζητηθέν και επιλυθέν, ανύπαρκτο πλέον, θέμα της αλλαγής της αναλογίας εφημέρευσης των δύο νοσοκομείων της Λάρισας.
Για την ανακίνηση του εγχειρήματος χρησιμοποιήθηκαν διαρροές στα τοπικά ΜΜΕ και στη συνέχεια σχεδιάστηκε η προώθηση του θέματος μέσω της απόπειρας δημιουργίας ενδεκαμελούς επιτροπής, αυθαίρετης και μεροληπτικής σύνθεσης από στελέχη των δύο νοσοκομείων και με συμμετοχή ως «κρυφού άσσου» του προέδρου του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Η επιτροπή αυτή μέσω της λειτουργίας της θα επεδίωκε αφ’ ενός μεν να δώσει υπόσταση στην πέραν κάθε λογικής αναβίωση του ανύπαρκτου θέματος του καθεστώτος εφημέρευσης, αφ’ ετέρου δε, εμφανώς εκ της αριθμητικής σύνθεσης της, να ενισχύσει την προαποφασισμένη αλλαγή της αναλογίας εφημέρευσης σε 2:1, με επιβάρυνση του ΓΝΛ με περαιτέρω εφημεριακό φόρτο, εξωθώντας παράλληλα και σε βαθμιαία αλλαγή του χαρακτήρα του σε ειδικού σκοπού νοσοκομειακή δομή.
Για ποιον λόγο γίνονται όλα αυτά, ενώ κάθε εχέφρων στην κρίσιμη αυτή στιγμή θα ανέμενε τη συγκέντρωση όλων των δυνάμεων και των μέσων στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της έξαρσης της πανδημίας;
Η μόνη λογική εξήγηση είναι ότι εξυπηρετούν τον σχεδιασμό της προώθησης της ιδιωτικοποίησης στην υγεία μέσω των συνεργασιών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, των γνωστών πολυδιαφημισμένων ΣΔΙΤ και της βαθμιαίας υλοποίησης της μετατροπής της νομικής υπόστασης του ΠΓΝΛ από ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ, όπως είχε ήδη ανακοινωθεί από επίσημα χείλη προ της πανδημίας.
Συνοπτικά το ΠΓΝΛ πρέπει να γίνει ελκυστικό για τους κερδοσκόπους στον χώρο της υγείας. Για να είναι ελκυστικό θα πρέπει να «φτιασιδωθεί», να απαλλαγεί από ένα μέρος του εφημεριακού φόρτου ρουτίνας, να ενδυθεί τον επικοινωνιακό μανδύα της «αριστείας» (κατά τον κυβερνητικό ορισμό) και να είναι έτοιμο για επιτυχία με καλές επιδόσεις στην ιδιωτικο-οικονομική λογική λειτουργίας του ως ΝΠΙΔ, στον νέο ρόλο που του έχει ανατεθεί κατά προτεραιότητα από την κυβερνητική πολιτική στην υγεία.
Το δε πολύπαθο ΓΝΛ, αντί για χρηματοδότηση, στελέχωση, κτιριακή και ιατροτεχνολογική αναβάθμιση, θα κληθεί να παίξει τον ρόλο του νοσοκομείου εφημερίας σε «χαμηλή πτητική» λογική, με απαγορευμένη πρόσβαση στην κυβερνητική αστική άποψη περί «αριστείας». Ως τέτοιο θα καταστεί μη ελκυστικό ως επιλογή για εκπαίδευση νέων ή και για καριέρα νέων ειδικευμένων ιατρών, τους οποίους βέβαια η ορμή και τα οράματα της νιότης δεν θα τους επιτρέπουν να αρέσκονται σε «χαμηλές πτήσεις», ενώ η προοπτική της επαγγελματικής εξουθένωσης μέσω της υπερεφημέρευσης και της απουσίας χρόνου για ποιοτική εκπαίδευση και έρευνα, θα συντείνει σε περαιτέρω υποστελέχωση του ΓΝΛ. Όλα αυτά αναίτια θα ενεργοποιήσουν έναν φαύλο κύκλο απαξίωσης.
Βαθμιαία το ειδικευμένο έμπειρο προσωπικό του ΓΝΛ δεν θα έχει θέση στον στίβο του συναγωνισμού για ποιοτική και επιστημονική αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας.
Η επιτυχία του σχεδίου «Λάρισα» θα αποτελέσει την πυξίδα και θα θέσει τον προσανατολισμό για παρόμοιες επιχειρήσεις στο «νέο ΕΣΥ» που ευαγγελίζονται.
Από τον Δρα Αθανάσιο Αθανασιάδη, αντιπρόεδρο ΕΙΝΚΥΛ