(έστω και προσχηματικά), να υποφέρει από τις συνέπειες, αλλά, να τον κουμαντάρει ο εθισμός, να πρωτεύει ο μαζοχισμός, να γονατίζει στην αυτοσυντήρηση.
Παράδειγμα στην Ελλάδα εμφατικό αιώνες το ρουσφέτι. Φτάσαμε να ψυχορραγεί κυριολεκτικά η χώρα, να ζει η πλειονότητα του λαού τον πανικό της ανασφάλειας και της στέρησης και ο διεθνής περίγυρος επιθετικά, συχνά να μας χλευάζει. Και οι «διακομματικές» κυβερνήσεις να αλληλομαχούν για το δικαίωμα «προσλήψεων» στο Δημόσιο – ο κάθε κυβερνητικός εταίρος! Οι μονοκομματικές να οργιάζουν. Θρίαμβος αμοραλισμού, μικρόνοιας και προχειρολογίας με τα προεδρικά «σκωπτικά» αξιώματα της προεδρολογίας κτλ.
Πόσο και γιατί είναι αγιάτρευτος ο εθισμός στο ρουσφέτι; Επειδή το ρουσφέτι το γεννάει η φύση του ανθρώπου, η ιδιοτέλεια, ή ο πανίσχυρος παραλογισμός του βολεψιματισμού; Συνοδεύει το ρουσφέτι τους θεσμούς εξουσίας, όπως συνοδεύει η πορνεία, από τα πανάρχαια χρόνια, τον θεσμό του γάμου. Που σώζεται, μέσα από το πέρασμα των αιώνων, η αξιολογική υπεροχή του γάμου έναντι της (εμπορευματικής εξ ορισμού) πορνείας – υπεροχή υπαρκτικής εμπειρίας, όχι ηθικολογικών αξιολογήσεων. Προστάτισσα και η συνείδηση του δημόσιου λειτουργήματος ασυγκρίτως υπέρτερη της παρασιτικής (ατομοκεντρικών συμφερόντων) δημοσιοϋπαλληλίας.
Σήμερα, η πλανητική διάσταση και η απόλυτη κυριαρχία του ατομοκεντρισμού, της εγωπαθητικής θωράκισης και της ανέραστης ηδονολαγνείας, τείνει να εξαλείψει, όχι απλώς την πραγμάτωση, αλλά και το ενδεχόμενο πραγμάτωσης τόσο του έρωτα όσο και της πολιτικής. Αξίζει να μελετήσει κανείς τις ιστορικές ρίζες αυτού του πανανθρώπινου εφιάλτη: Ο «πολιτισμός» της «μοναχικής» ζωής θωρακισμένων «ατομικών δικαιωμάτων» ριζώνει στον εφιάλτη της σύμπτωσης της «αλήθειας» με τη συμβατική «συνεννόηση» – η αυθεντία της χρηστικής (εργαλειακής) σύμβασης γεννήθηκε από την αποτυχία της ελπίδας για ελευθερία αυθυπέρβασης, για κοινωνία σχέσεων.
Μοιάζει περίεργο για τους ανιστόρητους (που στις μέρες μας πληθαίνουν): Όμως, τόσο η απανθρωπιά του ατομοκεντρισμού όσο και η θωράκιση της ακοινωνησίας με ατομικά δικαιώματα έχουν καταγωγή θρησκευτική. Τον ατομοκεντρισμό τον γέννησε η «ατομική σωτηρία» ως αποκλειστικό ζητούμενο και μοναδικός στόχος της θρησκευτικότητας, η αλλοτρίωση της Εκκλησίας σε θρησκευτικό δόγμα. Η ακοινωνησία, οργανικό αποκύημα του εγωκεντρισμού, στοχεύει μόνο σε ατομικά ρεκόρ «καλών πράξεων» στον έλεγχο που ασκεί το υπερεγώ σε φυσικές ορμές και ορέξεις.
Αυτά τα πολύ γενικά φωτίζουν (ενδεχομένως) κάτι πολύ συγκεκριμένο: Ότι, για να απαλλαγούμε από το ρουσφέτι, που είναι πρωτογονισμός και ξεφτίλα, δεν χρειαζόμαστε διοικητικές μεταρρυθμίσεις (κάποιον καλύτερο «νόμο»). Χρειαζόμαστε «μετάβασιν εις άλλο γένος»: να παίξουμε σε άλλο γήπεδο, ν’ αλλάξουμε ριζικά το σύστημα του παιχνιδιού.
Δηλαδή: να πάψει το σχολείο να είναι χρηστικό και η Εκκλησία «δογματικός λαβύρινθος». Να ξαναγίνει το σχολείο η πρώτη είσοδος και μύηση του παιδιού στη χαρά της κοινωνίας των σχέσεων: στη μουσική, στο χορό, στα συντονισμένα γυμνάσματα, στην εκπληκτική πρόσβαση στη γνώση, στην ευγενική μαθησιακή άμιλλα και όχι στην ψευτοπροοδευτικότητα...
Αυτά τα επειγόντως ζητούμενα είναι ρεαλιστικά και εφικτά, μόνο με ανατροπές και ριζικές συστημικές αλλαγές, κι όχι συγκεκριμένων προσώπων. Τα πρόσωπα υπάρχουν μέσα στην ελληνική κοινωνία, όμως, όπως σε κάθε κοινωνία και σε κάθε εποχή, η ανθρώπινη ικανότητα είναι πάντοτε κρυμμένη. Δεν βγάζει λόγους, δεν αρθρογραφεί σε εφημερίδες, δεν προβάλλεται στη «μικρή οθόνη», δεν κηρύσσει «αναγεννήσεις» και «μεταρρυθμίσεις».
Μην περιμένουμε λοιπόν να εμφανιστεί, ουρανοκατέβατο, ένα σωτήριο καινούργιο προοδευτικό σύστημα, ένας «μεγάλος» ηγέτης ή μια πανίσχυρη φιλοσοφημένη ιδεολογία, για να αιστανθούμε την έσχατη παρακμή και τη διάλυση, για να αλλάξουμε ρότα. Μην περιμένουμε κάποιος να μας χαρίσει την Αυτοδιαχειριζόμενη Κοινότητα, ετοιμοπαράδοτο το μη χρηστικό σχολείο, απαρτισμένο το κοινωνικό κύτταρο της ενορίας, οριστικά παγιωμένη τη δεσποτική πατρότητα – η κοινωνικοπολιτική κουλτούρα δεν κυκλοφορεί συνταγογραφούμενη.
Το περισσότερο που μπορούμε, είναι να εμπιστευόμαστε τη λογική της σποράς - βλάστησης - καρποφορίας. Χωρίς εγγυήσεις. Ποντάρουμε στη ζωή και συνεχώς κερδίζει ο θάνατος... και η «αρπαγή». Όπως: της Μικρασίας, της Ανατολικής Θράκης της Κύπρου, (δέστε τώρα και της «Γαλάζιας Πατρίδας» του Αιγαίου). Σπαραχτικές απώλειες, με αίτιους τους ευφυείς πολιτικούς, αλλά κατευθυνόμενους. Μαριονέτες για τη διαφορά του ελληνικού, από το μεταρωμαϊκό, δυτικοευρωπαϊκό «παράδειγμα». Πέρασαν πολλά εκπληκτικά ηγετικά χαρισματικά πρόσωπα από την πολιτική «σκακιέρα» – κανένας δεν μπόρεσε να εξαλείψει τις παθογένειες, το ρουσφέτι, τη νοοτροπία. Άξιοι ταλαντούχοι πολιτικοί. Η Ελλάδα όμως χρειάζεται κοινωνικό πολιτικό μεταρρυθμιστικό σύστημα. Δηλαδή αλλαγή νοοτροπίας και κυβερνητικού πολιτικού συστήματος με λαοπρόβλητες και πολυσύνθετες ιδεολογικές συλλογικές αξίες.
Από τον Δημήτρη Τσικούρα, λογοτέχνη