βαθμίδων. Έτσι οι 1.500 απότακτοι αξιωματικοί αντιβενιζελικοί που μετά την απομάκρυνση του Κωνσταντίνου είχαν αποστρατευτεί από την κυβέρνηση Βενιζέλου το 1917–1918, στάλθηκαν στη Μ. Ασία. Το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο έκρινε όλους αυτούς ικανούς και τους κατέταξε στους πίνακες προαγωγής επανερχόμενοι στο στράτευμα και μάλιστα στη Μ. Ασία, όπου ο Παπούλας ορισμένους ανίκανους τους έστειλε πίσω. «Οι κληθέντες εξ αποτάξεως επομένως ευρέθησαν απαράσκευοι διανοητικώς, ψυχικώς και ηθικώς όπως διοικήσουν μονάδας ανωτέρας του βαθμού τον οποίον κατείχαν. Ταγματάρχες και Λοχαγοί π.χ. ανέλαβαν μεγάλες μονάδες με μόνον προσόν την άγονον αρχαιότητα» (βιβλ. 1, σελ. 99).
Στο Κορδελιό της Σμύρνης στις 03.06.1921 (π.ημ.) έγινε πολεμικό συμβούλιο με την παρουσία του Κωνσταντίνου Β’ και του διοικητή Στρατιάς Αν. Παπούλα, τον υπ. Στρατιωτικών Ν. Θεοτόκη, τον Γούναρη, τον διάδοχο Γεώργιο και τον πρίγκιπα Ανδρέα για συνέχιση των πολεμικών επιχειρήσεων. Τα σχέδια αυτής της διάσκεψης διέρρευσαν στους Ευρωπαίους συμμάχους μας, οι οποίοι για να αποφευχθεί μια νέα αιματοχυσία, όπως αυτοί ισχυρίζονταν, αποφάσισαν να μεσολαβήσουν για ειρηνική επίλυση του προβλήματος. Έτσι ο Λόυντ Τζώρτζ της Αγγλίας πληροφόρησε τον Βενιζέλο, την πρόθεση των συμμάχων για αναβολή της επίθεσης. Ο Βενιζέλος ειδοποίησε τον πρεσβευτή μας στο Παρίσι Α. Μεταξά να μεσολαβήσει για να αποδεχτεί η ελληνική Κυβέρνηση τις προτάσεις των συμμάχων Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, διότι το σίγουρο ήταν ότι ο Κεμάλ δεν θα δεχόταν τις προτάσεις, οπότε οι σύμμαχοι θα ήταν δεσμευμένοι απέναντί μας.
Όταν οι σύμμαχοι έδωσαν τις προτάσεις τους στις 08.06.1921 δεν τις δέχτηκε ο Κεμάλ, αλλά ούτε και ο Γούναρης που ήθελε οπωσδήποτε τη συνέχιση του πολέμου. Οι προτάσεις των συμμάχων προέβλεπαν:
1) να παραμείνει στην Ελλάδα η ανατολική Θράκη μέχρι την Τσατάλτζα της Κωνσταντινούπολης και
2) την αυτονόμηση της Σμύρνης με χριστιανό διοικητή, τον οποίο θα διόριζαν αυτοί, καθώς και την παραμονή του ελληνικού στρατού, έως ότου ο διοικητής θα έκρινε ότι δεν είναι αναγκαία η παρουσία του για την τήρηση της τάξης.
Έτσι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία. Αν δεχόμασταν τις προτάσεις τους, με την εγγύηση των συμμάχων, δεν θα φτάναμε στη μικρασιατική καταστροφή. Αλλά ο Γούναρης: «Αφού ο Βενιζέλος παρουσιαζόταν σαν οικοδόμος της Μεγάλης Ελλάδας, αυτός έπρεπε να μείνει στην ιστορία ως δημιουργός της Μεγίστης Ελλάδας. Ο εγωκεντρισμός του τον οδήγησε στην αυταπάτη πως η Ελλάδα ήταν ικανή, ακόμα και με συμμάχους ( Γαλλία–Ιταλία ) που βοηθούσαν όχι εμάς παρά τον εχθρό, να καταβάλει τον Κεμάλ και να επιβάλει βαρύτερους ακόμη όρους στην ηττημένη Τουρκία» (βιβλ. 2, σελ. 49).
Η εφαρμογή των αποφάσεων του Κορδελιού άρχισε στις 29 Ιουνίου 1921 που χαρακτηρίστηκε ως μεγάλη θερινή επίθεση και είναι η σημαντικότερη, σκληρότερη και νικηφόρα επίθεση του στρατού μας, που τότε αριθμούσε 200.000 περίπου οπλίτες. Στην επίθεση αυτή έλαβαν μέρος 110.000 με 1.500 ιππείς όπου υπαγόταν και το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων με διοικητή τον Ν. Πλαστήρα. Η προσφορά του συντάγματος αυτού ήταν τεράστια σε όλη τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας και μάλιστα για τους Τούρκους ήταν ο φόβος και ο τρόμος. Τους αποκαλούσαν δε «Σαΐτανασκερ» (στρατός διαβόλων). Η δύναμη του στρατού της Τουρκίας ήταν 90.000 οπλίτες περίπου με 7.000 ιππείς αποτελούμενος από 16 μεραρχίες πεζικού και 5 μεραρχίες ιππικού.
Το Γ΄ Σώμα του ελληνικού Στρατού με διοικητή τον Πολυμενάκο και με τις μεραρχίες 10 και 13 ξεκίνησε από την Προύσα μία μέρα νωρίτερα, στις 28 Ιουνίου και στις 5 Ιουλίου κατέλαβε την Κιουτάχεια και από εκεί κατευθύνθηκε προς το Εσκί–Σεχίρ (Δορύλαιο). Το Α΄ Σώμα Στρατού με διοικητή τον Αλ. Κοντούλη και τις μεραρχίες 1 και 2 από το Τουμπλού Μπουνάρ ξεκίνησαν στις 29 Ιουνίου και στις 30 Ιουνίου κατέλαβαν το Αφιόν Καραχισάρ χωρίς αντίσταση και συνέχισαν προς το Εσκί–Σεχίρ όπου θα έπρεπε να περάσουν από το ύψωμα 1799. Εκεί δόθηκε η μεγαλύτερη μάχη για δύο μέρες στις σκληροτράχηλες κορυφές της οροσειράς του υψώματος 1799 στις 3 και 4 Ιουλίου 1921.
Υποχωρώντας όλες οι τουρκικές μονάδες συγκεντρώθηκαν έξω από το Εσκί–Σεχίρ για να το υπερασπιστούν, διότι ήταν το μεγαλύτερο εμπορικό, βιομηχανικό και σιδηροδρομικό κέντρο της Τουρκίας που κατασκευάστηκε από τους Γερμανούς. Το σχέδιο της στρατιάς μας ήταν να τους περικυκλώσουν εκεί, όπου μη έχοντας από πού να φύγουν, να παραδοθούν, οπότε και θα τελείωνε ο πόλεμος υπέρ μας. Δυστυχώς όμως η ανυπακοή και η αργοπορία ορισμένων μονάδων, ανέτρεψε το σχέδιο. Η σημαντικότερη αργοπορία ήταν του Β΄ Σώματος Στρατού με διοικητή τον απότακτο στρατηγό Αρ. Βλαχόπουλο, τον οποίο αντικατέστησε μετά ο Παπούλας με τον πρίγκιπα Ανδρέα. Τότε ο Κεμάλ το βράδυ της 8ης προς 9ης Ιουλίου βλέποντας ότι η κατάσταση του στρατού του ήταν τραγική και μπορεί να αιχμαλωτιστεί, λέει στον Ισμέτ Ινονού «γενική υποχώρηση 300 χιλιόμετρα ως τον Σαγγάριο και ετοιμάστε νέες αμυντικές θέσεις που να καλύπτουν την Άγκυρα» (βιβλ. 2. σελ. 59).
Βιβλιογραφία
1) «Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΉ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ 1919 – 1922», Κλεάνθος Μπουλαλάς (Αντιστρατήγου Ε.Α.), ΑΘΗΝΑ, 1959
2) «ΤΑ ΦΟΒΕΡΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ - ΣΑΓΓΑΡΙΟΣ», Δ. ΦΩΤΙΑΔΗΣ, εκδ. ΦΥΤΡΑΚΗ, ΑΘΗΝΑ, 1974
Από τον Στέφανο Παπαγεωργίου