Η εγκατάσταση και η επικοινωνία ελληνικών πληθυσμών στις βόρειες ακτές της Μικράς Ασίας και του Πόντου υπήρξαν συνεχείς και καθοριστικές. Εμπόριο και πολιτισμός συμβάδιζαν αρμονικά. Η οικονομική άνθιση του ελληνισμού στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου είχε ως αποτέλεσμα την πνευματική και καλλιτεχνική αναγέννηση.
Ωστόσο η πολιτική που εφάρμοσαν οι νεοτουρκικές κυβερνήσεις απέναντι στους Έλληνες ήταν εξαιρετικά εχθρική και περιλάμβανε δυσμενή οικονομικά, εκπαιδευτικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά μέτρα, τα οποία επιβλήθηκαν γενικότερα στις χριστιανικές εθνότητες του κράτους. Πορείες θανάτου, δολοφονίες, βιασμοί, εξισλαμισμοί ολοκληρώνουν το σκηνικό της φοβερής λαίλαπας μίσους που ξέσπασε σε βάρος του Ελληνισμού από το 1908 ως το 1925 και στην οποία έδωσαν διάφορα ονόματα: Συμφορά, Καταστροφή, Ξεριζωμός, Τραγωδία, Γενοκτονία.
Ιδιαίτερη θέση στη Γενοκτονία κράτα η γυναίκα και το μικρό παιδί, αφενός λόγω της σημαντότητας στην κοινωνία και την οικογένεια, αφετέρου ήταν αποδέκτες όλων των επιπτώσεων της Γενοκτονίας (χηρεία, προσφυγιά, βιασμός, ορφάνια).
Με τη στρατολόγηση, την εξορία, τα τάγματα εργασίας, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης οι νεοτουρκικές και κεμαλικές ομάδες δολοφονούσαν τους άνδρες. Πίσω στις εστίες έμεναν ως στηρίγματα της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής οι γυναίκες. Η γυναίκα είναι η πηγή της ζωής. Κάθε δολοφονία στερούσε από τον Ελληνισμό τη βιολογική του συνέχεια.
Η Γενοκτονία σε βάρος των Ελλήνων του Πόντου και της Μ. Ασίας έγινε με πρόθεση και σχέδιο μαζικής εκκαθάρισης.
Οι Κεμάλ και Τοπάλ Οσμάν υπό την προστασία και καθοδήγηση των Γερμανών και Γάλλων, όπου τα οικονομικά συμφέροντα στην περιοχή ήταν μεγάλα, ολοκλήρωσαν τη Γενοκτονία των Ελληνών του Πόντου.
Ο ίδιος ο Κεμάλ δήλωσε σε Ρώσο διπλωμάτη τον Σεπτέμβρη του 1919 «έχω όπλο την αγχόνη». Και συνεχίζουν τις διώξεις, τις λεηλασίες, τα εγκλήματα με ομαδικές πορείες θανάτου ακόμα και κατά τη διάρκεια της Συνδιάσκεψης της Λωζάννης για ειρήνευση των δύο λαών. Όπως μάλιστα δήλωσε με αλαζονεία ο Ισμέτ Πασάς: «Αυτό είναι το μάθημα της Ιστορίας. Η Τουρκία θέλει να καθαρθεί από κάθε ξένο στοιχείο».
Το ίδιο έκανε και ο Κεμάλ μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης που εμφανίστηκε ως θριαμβευτής στην Εθνοσυνέλευσή του στις 13 Αυγούστου 1924 και είπε την εξής φράση: «Επιτέλους τους ξεριζώσαμε τους Έλληνες από τον Πόντο» σύμφωνα με αναφορά του παρόντος Γάλλου συνταγματάρχου Μουζέν.
Η ιστορία δεν είναι μαθηματικά, γι’ αυτό δεν επιδέχεται σίγουρους κανόνες και λύσεις. Είναι εμπειρία γεμάτη από απρόοπτα και εκπλήξεις. Σ’ ένα μόνο πράγμα οι Τούρκοι δεν παρουσιάζουν εκπλήξεις: πρόθυμα υπογράφουν, αλλά σπάνια ή καθόλου εκτελούν.
Γι’ αυτό όσο η Τουρκία αρνείται να αναγνωρίσει τα εγκλήματά της, η πληγή της ιστορίας του κόσμου θα μένει ανοιχτή, οι δυτικές συνειδήσεις θα αισθάνονται τύψεις και η Τουρκία θα φέρει το στίγμα της αμετανόητης γενοκτόνου, υποψήφιας για νέα παρόμοια εγκλήματα.
Και επειδή συχνά βλέπουμε την ιστορία να επαναλαμβάνεται, πρέπει η επίσημη ελληνική διπλωματία να κινηθεί με τέτοια στρατηγική που να μην υποτάσσεται στις επιταγές των ισχυρών χωρίς σθένος και ραχοκοκαλιά ιστορικής και πολιτιστικής αυτοσυνειδησίας.
Σήμερα ο Διεθνισμός και η Παγκοσμιοποίηση χλευάζουν σαν σκοταδισμό και αναχρονισμό κάθε αίσθηση πατρίδας, κάθε αναφορά σε παράδοση. Ο εκσυγχρονισμός σήμερα επιτάσσει την ανοχή στη διαστρέβλωση της ιστορίας, στην αποσιώπηση γεγονότων για να μην δημιουργηθούν μισαλλοδοξίες και κοντεύουμε να δημιουργήσουμε ανθρώπους χωρίς ιστορική μνήμη και έναν ελληνικό λαό με ημερομηνία λήξης.
Δεν είναι λοιπόν νοητό να ανεχόμαστε την αμφισβήτηση των συνόρων μας, την καταπάτηση διεθνών συνθηκών και τη συνέχεια της εγκληματικής εθνοκάθαρσης στα νησιά Ίμβρο και Τένεδο, στην Κωνσταντινούπολη και τη Βόρεια Κύπρο.
Η σημερινή μέρα αφιερωμένη στη μνήμη της Ποντιακής Γενοκτονίας έχει αναγνωρισθεί από πολλές χώρες που υπηρετούν τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη.
Αναγνωρίζουν ότι ο Ποντιακός Ελληνισμός έφερε νέα πνοή στην Ελλάδα και την Ευρώπη στην οικονομία, την πολιτική και τον πολιτισμό.
Αναστήθηκαν οι Πόντιοι πρόσφυγες από τις στάχτες τους με την εργατικότητά τους, τη μόρφωσή τους, το πείσμα και την ελληνοχριστιανική παράδοση και μαζί ανέστησαν και όλους τους Έλληνες, παρόλο που αυτοί τους περιφρονούσαν στην αρχή και τους χλεύαζαν.
Η Ελλάδα χρωστάει πολλά στους Πόντιους που τους άρπαξαν με τη βία, οικογένεια, περιουσία, πατρίδα αλλά όχι την ελληνική ψυχή και τη χριστιανική πίστη τους.
Τουρκία και Ευρώπη μοίρασαν τα ιμάτιά τους, πουλούσαν το αίμα των Ελλήνων και των Αρμενίων με το βάρος του χρυσού. Επιδίωξαν να κάνουν τους Έλληνες λαό μουσείων αλλά δεν τα κατάφεραν.
Για να ησυχάσουν οι ψυχές των αδικοχαμένων αδερφών μας και για να αποτραπούν νέες γενοκτονίες, πρέπει να αγωνιστούμε δυναμικά για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας από το Τούρκικο κράτος και τη Διεθνή Κοινότητα. Αναγνώριση που επιβεβαιώνει το δικαίωμα του ελληνικού λαού να γίνει σεβαστή η ύπαρξή του σύμφωνα με το δίκαιο και την ιστορική αλήθεια.
Αιωνία η μνήμη τους!
Αθηνά – Χριστίνα Κεκελέκη
φοιτήτρια του Παιδαγωγικού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος του Συλλόγου Ποντίων Φοιτητών Βόλου