Σημειωτέον ότι στη μελέτη αυτή αναφέρεται ως πιθανότερη αιτία μιας επόμενης πανδημίας μια μεταλλαγμένη μορφή του ιού της γρίπης, επισημαίνει ο James Thornton Harris σε άρθρο του στο History News Network.
Ο McNeil, που πέθανε το 2016, υποστηρίζει στο βιβλίο του αυτό ότι η άνοδος του παγκόσμιου πληθυσμού προκάλεσε μια μεγάλη «οικολογική αναστάτωση». Όσο για τις μεταδοτικές ασθένειες, υπογραμμίζει, «θα ζήσουν όσο και η ίδια η ανθρωπότητα και θα παραμείνουν ένας θεμελιώδης καθοριστικός παράγων της ανθρώπινης ιστορίας».
Το μεγάλο επίτευγμα του McNeill, σύμφωνα με τον Harris, ήταν ότι κατάφερε να συνθέσει τις εξελίξεις στη μικροβιολογία, την ανθρωπολογία και την αρχαιολογία, επιστημονικούς τομείς που συνήθως δεν «επικοινωνούν» μεταξύ τους, για να δώσει για πρώτη φορά μια παγκόσμια ιστορία που εντοπίζει τις ασθένειες ως βασικούς ιστορικούς παράγοντες.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ιδέες του Αμερικανού ιστορικού ήταν η περιγραφή της σχέσης «μικροπαρασίτων» (π.χ. βακτηρίων και ιών) και «μακροπαρασίτων» (π.χ. ποντικών και ανθρώπων) που συνυπάρχουν σε μια διαρκώς εξελισσόμενη σχέση. Ο McNeill θεωρούσε το ίδιο το ανθρώπινο είδος ως ένα είδος ασθένειας ή μικροπαράσιτου για τον ξενιστή του, που δεν είναι άλλος από την ίδια τη Γη. Αν οι άνθρωποι βάλουν μεγάλη ένταση στον ξενιστή τους, τη Γη, υποστήριζε ήδη ο ιστορικός από το 1975, αυτή θα μπορούσε να αυτοκαταστραφεί, μια υπόθεση που επιβεβαιώνεται τώρα πανηγυρικά με την επερχόμενη κλιματική αλλαγή.
Οι επιδημίες δεν θεωρήθηκαν βασικός παράγων στην παραδοσιακή ιστοριογραφία, ενώ, στα τέλη του περασμένου αιώνα, οι περισσότεροι επιστήμονες θεώρησαν ότι οι αρρώστιες αυτές είχαν οριστικά νικηθεί. Σήμερα, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μόνο αυτό δεν συνέβη και, πιθανώς, δεν θα συμβεί και ποτέ. Το ενδιαφέρον του McNeill για τις αρρώστιες ως διαμορφωτικού παράγοντα της ιστορικής εξέλιξης ξεκίνησε όταν συνάντησε την υπόθεση της συντριβής των Αζτέκων από τους Ισπανούς του Κορτέζ, εξαιτίας του ότι οι Ινδιάνοι δεν είχαν ανοσία στην ευλογιά, ανοσία που διέθεταν οι Ισπανοί. Η έλλειψη ανοσίας οδήγησε στον θάνατο περίπου του μισού πληθυσμού και της πλειονότητας της ηγεσίας των Αζτέκων.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η ευλογιά έχει πολλάκις χρησιμοποιηθεί ως βιολογικό όπλο στην ιστορία, ενώ και σήμερα συνεχίζονται σχετικές έρευνες γι’ αυτήν στα εργαστήρια βιολογικού πολέμου διεθνώς. Η κατάλυση πάντως της αυτοκρατορίας των Αζτέκων έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη μοίρα του Νέου Κόσμου, και αυτό ήταν που έσπρωξε τον McNeill να ερευνήσει το θέμα ευρύτερα, φτάνοντας να αποδώσει, σε μεγάλο βαθμό, την ήττα της Αθήνας από τη Σπάρτη, την παρακμή της Ρώμης και την πτώση της δυναστείας των Χαν σε επιδημίες.
Ο ΜcNeill επηρεάστηκε και από το έργο ιστορικών που προηγήθηκαν, όπως ο Arnold Toynbee, που πίστευε στον κυκλικό χαρακτήρα, την άνοδο και την πτώση των πολιτισμών, και επιχείρησε να συγκρίνει τον ελληνικό πέμπτο αιώνα με τις αρχές του εικοστού. Ο Toynbee επιχείρησε, στο 12τομο έργο του, να ανιχνεύσει στοιχεία επιτυχίας και αποτυχίας σε 28 διαφορετικούς πολιτισμούς. Ένα άλλο βιβλίο που επίσης επηρέασε πολύ τον McNeill ήταν το «Αρουραίοι, ψείρες και ιστορία» του μικροβιολόγου Hans Zinsser (1935). Ο Zinsser ανέδειξε τον υποτιμημένο ρόλο επιδημιών, όπως του τύφου και της βουβωνικής πανούκλας (που μεταδίδονται από τις ψείρες), στην ιστορία. (Κλασική είναι η περίπτωση του αποδεκατισμού της Αθήνας του Περικλή και του ίδιου από σαλμονέλα του τυφοειδούς πυρετού. Ο Γάλλος ιστορικός Ζαν- Ζακ Μαρί υπογραμμίζει επίσης, στη βιογραφία του για τον Στάλιν, που κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Οδυσσέας», ότι η ισπανική γρίπη έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην άνοδο του Στάλιν, βγάζοντας από τη μέση τον οργανωτικό υπεύθυνο των Μπολσεβίκων Σβερντλόφ και ανοίγοντας τον δρόμο για να αποκτήσει το νευραλγικό για τον έλεγχο του κομματικού μηχανισμού πόστο του ο Στάλιν).
Σημειωτέον ότι ο McNeill, σε μια μεταγενέστερη μελέτη του, διατύπωσε την υπόθεση ότι ίσως υπάρχει ένα νόμος «διατήρησης της καταστροφής». Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο κάθε επιτυχής πολιτισμός προσαρμόζεται σε μία ή περισσότερες καταστροφές, που παρέχουν μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας στους ηγέτες, δημιουργώντας τη δυνατότητα να προκληθεί μια νέα και απρόβλεπτη οικολογική καταστροφή που τον αποσταθεροποιεί. Ο Αμερικανός ιστορικός παραμένει πάντως γενικά αισιόδοξος για την ικανότητα προσαρμογής του ανθρώπου. Στο έργο του «Άνοδος της Δύσης» (1964) υπογραμμίζει ότι η ανθρώπινη ευφυΐα απέδειξε ξανά και ξανά ότι είναι ικανή να ξεπερνάει τις καταστροφές, προσθέτοντας ότι η πίστη είναι που μετράει περισσότερο, και ότι οι αξίες και οι ιστορίες που χρησιμοποιούμε για να δώσουμε νόημα στη ζωή τείνουν συχνά να «αυτοεπιβεβαιώνονται» (self-validating).
Βεβαίως, η δεκαετία του 1960, όταν εκδόθηκε δηλαδή η «Άνοδος της Δύσης», ήταν μια εποχή αισιοδοξίας, πίστης στον άνθρωπο και την ικανότητά του να υποτάξει το γίγνεσθαι, παραγωγής σημαντικών νέων ιδεών και πρωτότυπων επαναστατικών κινημάτων, όπως ο Μάης του 1968.
Από τον Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο, δημοσιογράφο