Ο δόκτωρ Α έχει έναν αναπνευστήρα και δύο ασθενείς σε κρίσιμη κατάσταση. Ο ασθενής Β, ένας 65χρονος συνταξιούχος με μικρές, αλλά όχι αμελητέες, πιθανότητες επιβίωσης, έχει φτάσει πρώτος και έχει τοποθετηθεί στον αναπνευστήρα. Ο ασθενής Γ, ένας 35χρονος δάσκαλος που έφτασε αργότερα, χειροτερεύει διαρκώς, αλλά κρίνεται ότι έχει μεγάλες πιθανότητες να επιβιώσει αν τοποθετηθεί εκείνος στον αναπνευστήρα.
Αν τεθεί το δίλημμα με αυτόν τον θεωρητικό τρόπο, η απάντηση για τους περισσότερους είναι προφανής: ο γιατρός θα πρέπει να αλλάξει τους ασθενείς και να τοποθετήσει στον αναπνευστήρα τον ασθενή Γ. Δείτε το τώρα με διαφορετικό τρόπο. Ο ασθενής Β είναι ένας από τους γονείς σας. Ο γιατρός ζητά την άδεια της οικογένειας να αποσυνδέσει τον ασθενή Β από τον αναπνευστήρα ώστε να τον διαθέσει στον ασθενή Γ. Αν δεχθείτε, αφαιρείτε από τη μητέρα σας ή τον πατέρα σας τις λίγες, αλλά υπαρκτές, πιθανότητες να ζήσει. Και με τον τρόπο αυτό τον εμποδίζετε να ζήσει ενδεχομένως άλλα 20 χρόνια.
Πιστεύω ότι σε αυτό το σημείο πολλοί θα έχετε αλλάξει άποψη. Άλλο τα γενικά ηθικά διλήμματα κι άλλο οι επιλογές που αφορούν αγαπητά μας πρόσωπα. Οι γιατροί λένε ότι τα παιδιά ηλικιωμένων ασθενών που βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση τους πιέζουν να κάνουν οτιδήποτε για να παρατείνουν τη ζωή τους.
Η ταχεία προέλαση του Covid-19 σημαίνει ότι το δίλημμα του αναπνευστήρα θα τίθεται όλο και συχνότερα σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο. Ένα μεγάλο ερώτημα θα πλανάται στον αέρα. Ποιος θέλουμε να υποδύεται τον Θεό;
Στη Λομβαρδία, η ταχύτητα με την οποία ο ιός έπληξε ακόμη και τα πιο άρτια εξοπλισμένα ιατρικά κέντρα δεν άφησε καιρό για συζητήσεις. Τα νοσοκομεία και οι γιατροί έπρεπε να πάρουν γρήγορες αποφάσεις. Και ο παράγων από τον οποίο ξεκίνησαν ήταν η ηλικία. Πολλοί έθεσαν το κατώφλι στα 65 χρόνια, άλλοι το μετατόπισαν στα 70, από κοινού με τυχόν υποκείμενα νοσήματα. Σε γενικές γραμμές, πάντως, η προτεραιότητα για τους αναπνευστήρες δόθηκε στους νέους έναντι των ηλικιωμένων.
Τα διλήμματα αυτά δεν είναι καινούργια. Οι υγειονομικές αρχές τα αντιμετωπίζουν όλη την ώρα σε ό,τι αφορά τις επιλογές τους για τα φάρμακα και τις θεραπείες. Στη Βρετανία, το Εθνικό Ινστιτούτο για την Υγεία και την Ιατρική Φροντίδα χρησιμοποιεί μια μαθηματική εξίσωση που συσχετίζει το οικονομικό κόστος με τα επιπλέον χρόνια ζωής όταν πρέπει να αξιολογήσει τις θεραπείες για ασθενείς που είναι καταδικασμένοι. Σε χώρες χωρίς ανεπτυγμένα συστήματα υγείας, τις αποφάσεις αυτές τις παίρνουν το χρήμα και η αγορά.
Οι οργανώσεις των γιατρών, τα νοσοκομεία και οι υγειονομικές αρχές σε πολλές χώρες έχουν ηθικά πρωτόκολλα για την κατανομή των πόρων μεταξύ των ασθενών. Στις φτωχότερες χώρες, βέβαια, τέτοιες φιλοσοφικές συζητήσεις αποτελούν πολυτέλεια. Πόσοι αναπνευστήρες μπορεί να διατεθούν σε χώρες όπου δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν, στην καλύτερη περίπτωση, στοιχειώδη πρόσβαση στην περίθαλψη; Ο Covid-19 θα δείξει το φρικτό του πρόσωπο όσο ταξιδεύει προς νότο.
Αλλά και στον πλούσιο κόσμο, οι πολιτικοί προτιμούν να μη δίνουν ευθείες απαντήσεις σε αυτά τα διλήμματα. Όταν ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης Αντριου Κουόμο ρωτήθηκε τι θα κάνει η πολιτεία του αν οι ασθενείς που χρειάζονται αναπνευστήρα είναι περισσότεροι από τους αναπνευστήρες, απάντησε ότι προτιμά να μη θέτει αυτό το ερώτημα.
Οσο για τους περισσότερους από εμάς, είμαστε ικανοποιημένοι με το να υποδύονται οι γιατροί τον Θεό – αρκεί να μη μας ζητήσουν να αναλάβουμε εμείς την ευθύνη. Και αυτό δεν είναι ομολογουμένως πολύ δίκαιο.
Από τον Philip Stephens
(*) Ο Φίλιπ Στίβενς είναι αρθρογράφος των Financial Times
(Πηγή: Financial Times)