Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης
Ενόψει μιας ακόμα εκλογικής αναμέτρησης, της τρίτης μέσα σε ένα χρόνο, ο Αλέξης Τσίπρας, που την προκάλεσε, μοιάζει να κατανοεί το πρόβλημα της πολιτικής του: ανέβηκε υποσχόμενος τα πάντα στους πάντες, ιδεολογικοποιώντας τις πολιτικές των παροχών, ως αντιμνημονιακές, εθνικά δηλαδή ανεξάρτητες, και κοινωνικά δίκαιες, δηλαδή αριστερές. Οι υποσχέσεις του διαψεύστηκαν συνολικά. Το αποτέλεσμα ήταν οικτρό: η χώρα ξαναμπήκε σε άγρια ύφεση με τις τράπεζές της να χρειάζονται εκ νέου ανακεφαλαιοποίηση, σε απόλυτη αναξιοπισία κινδύνευσε να βρεθεί εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην ουσία περιορίστηκε σε ρόλο παρατηρητή και, τελικά, η συνολική ρητορική, προεκλογική και μετεκλογική, του ΣΥΡΙΖΑ, αποδείχθηκε ένα παραμύθι.
Ο πρωθυπουργός, ο οποίος φαίνεται ότι απολαμβάνει τη γλύκα της ισχύος που χαρίζει η εξουσία, δεν είχε παρά δύο επιλογές. Η μία, να συγκρουστεί με τους διαφωνούντες συντρόφους του και αφού κατάφερνε να τους περιθωριοποιήσει εσωκομματικά, αναγκάζοντάς τους να αποχωρήσουν, να αναζητήσει μια νέα, ευρύτερη κυβερνητική συμμαχία (με κάποιους από τη ΝΔ, το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ, ή και όλους μαζί), ώστε με μια νέα κυβέρνηση κανονικών υπουργών και όχι ιδεοληπτικών στελεχών τα επόμενα περίπου τριάμισι χρόνια να επαναφέρει με διακομματική τάξη τη χώρα στην ανάπτυξη, υλοποιώντας το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Μνημονίου.
Προτίμησε τη δεύτερη επιλογή. Απέφυγε την εσωκομματική αντιπαράθεση προτιμώντας να τη μετατρέψει σε κεντρικό πολιτικό πρόβλημα. Με τα γρήγορα αντανακλαστικά του, ξεφορτώνεται, θαρρεί, χωρίς πολλές φθοροποιές εσωκομματικές διαδικασίες τους δραχμιστές του Παναγιώτη Λαφαζάνη, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου που δεν του βγήκε όσο κομματικώς πατριώτισσα θα επιθυμούσε και πλήθος μεσαίων στελεχών που επιμένουν στην προεκλογική (και ιδεοληπτική) συνέπεια, από την κυνική, οπορτουνιστική μετατόπιση στις μνημονιακές δυνάμεις εξ ανάγκης. Και ελπίζει ότι, αιφνιδιάζοντας, θα συνεχίσει να είναι κυρίαρχος την επόμενη μετά τις εκλογές μέρα, αναλαμβάνοντας να συγκροτήσει μια νέα κυβέρνηση που και θα συντηρεί τις φαντασιώσεις ενός πυρήνα ψηφοφόρων που τον είδε σαν σωτήρα από τα βάρη του Μνημονίου και θα πολιτευτεί με μεγαλύτερη ευελιξία έναντι των εταίρων και δανειστών μας απ’ όσο μπορούσε έως προχθές.
***
Όπως και στο δημοψήφισμα, έτσι και στις εκλογές που μόλις προκήρυξε, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είδε τη μεγάλη εικόνα της πραγματικότητας. Στο δημοψήφισμα, δεν υπολόγισε τι θα μπορούσε να κάνει προς την κατεύθυνση του «‘Οχι», αν του έβγαινε, για να μάθει αμέσως ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Στις εκλογές που έρχονται, πιστεύει ότι οι πολίτες δεν θα προλάβουν να κατανοήσουν το νέο πολιτικό σκηνικό και, άρα, αιφνιδιασμένοι, θα ψηφίσουν ακόμα μια φορά τον νέο, άφθαρτο και προοδευτικό σουπερστάρ ηγέτη.
Ο Αλέξης Τσίπρας σε ένα μόνο πράγμα δεν κάνει λάθος. Ότι ακόμα έχει αποθέματα ανοχής σε μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων. Καταρχάς, στο κατεξοχήν κοινωνικό στρώμα που προστάτευσε, στους δημόσιους υπαλλήλους. Κατά δεύτερον, στη νέα γενιά, που οι απολιτικές επιλογές της επιτρέπουν στον Αλέξη Τσίπρα να φαντάζει ακόμα ως ολιγαρκής επαναστάτης, ο κολλητός της διπλανής πόρτας. Τρίτον, σε ένα μέρος των παραδοσιακών αριστερών που τον ψήφισαν – στους οποίους, μάλιστα, κάνει δώρο το συμβολικό κλείσιμο της επιχείρησης εξόρυξης χρυσού στις Σκουριές της Χαλκιδικής, μια κυνική πράξη αποβιομηχάνισης την οποία ο αρμόδιος έως πριν από λίγες μέρες υπουργός, Παναγιώτης Λαφαζάνης, δεν τόλμησε.
Αν, όμως, μετρούσε τους αριθμούς αυτών των δυνάμεων που τον πιστεύουν ακόμα, θα διαπίστωνε ότι είναι πολύ λιγότεροι απ’ αυτούς που είχε τον περασμένο Ιανουάριο. Λείπουν όχι μόνο τα κομματικά στελέχη και οι παλαιοί σύντροφοί του που, από το κόμμα Λαφαζάνη (και οι όχι λίγοι οπαδοί της Ζωής Κωνσταντοπούλου, αλλά και πολιτευτών τύπου Ραχήλ Μακρή), θα βάλλουν πλέον εναντίον του «ηθικού πλεονεκτήματός» του, το οποίο συστηματικά επικαλούνταν, διεκδικώντας μερίδα από το ευρύτερο κοινό του 38% κι όχι από το 5% του αριστερού χώρου της λεγόμενης «πληθυντικής» Αριστεράς από τον οποίο ξεκίνησαν. Λείπουν, κυρίως, οι δυσαρεστημένοι του μεσαίου χώρου. Οι μικροεπιχειρηματίες στους οποίους ο Αλέξης Τσίπρας είχε υποσχεθεί τέλος των περιπετειών τους. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων στους οποίους είχε υποσχεθεί απαλλαγή από φόρους όπως ο ΕΝΦΙΑ. Οι οπαδοί μιας ανορθολογικής Ελλάδας, οι οποίοι πίστεψαν στα νταούλια που θα παίζαμε στις αγορές και στο παραμύθι ότι η λιτότητα είναι υπόθεση δημοκρατίας. Οι συνταξιούχοι που βλέπουν τις συντάξεις τους να συρρικνώνονται...
Θα λείψουν, επίσης, εμφατικά ριζοσπάστες ψηφοφόροι οι οποίοι, το τελευταίο διάστημα, στις υπόλοιπες διαψεύσεις, βλέπουν τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει στη χώρα το μεταναστευτικό – κι οι οποίοι είναι έτοιμοι να φύγουν προς περισσότερο ακραία ριζοσπαστικές κατευθύνσεις, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η Χρυσή Αυγή (η οποία σιωπά και περιμένει).
***
Τέλος, ο Αλέξης Τσίπρας έχει να αντιμετωπίσει ακόμα έναν αστάθμητο παράγοντα: η εσωκομματική αλλαγή στη Νέα Δημοκρατία, η αντικατάσταση του Αντώνη Σαμαρά από έναν παλαιό πολιτικό μεν, όπως ο Βαγγελης Μεϊμαράκης, που όμως διαθέτει και αμεσότητα και καθαρότητα στις διατυπώσεις και οργανωτική πείρα, έκανε εκ νέου παράγοντα του παιχνιδιού τη ΝΔ. Αν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταφέρει να συγκεντρώσει στους κόλπους του το ενδιαφέρον των ανέστιων εκσυγχρονιστικών δυνάμεων και τους ανεξάρτητους που εκφράστηκαν, στο δημοψήφισμα, από το «Ναι» και από την κίνηση Μένουμε Ευρώπη, έχει τη δυνατότητα να απειλήσει στα ίσα την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ – και του θαμπού, πλέον, Αλέξη Τσίπρα, που επιπλέον δεν παίζει χωρίς αντίπαλο.
Στην πολιτική, κάθε κόμμα και κάθε πρόσωπο έχουν τα πάνω τους και τα κάτω τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας έχουν, πλέον αρχίσει να εισπράττουν το αποτέλεσμα μιας φθαρμένης διακυβέρνησης. Κι όταν αρχίζει η φθορά, κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να σταματήσει. Η ουσία είναι ότι έχει αρχίσει να γίνεται πιθανό το σενάριο που ξόρκιζε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν ακόμα κυβερνήσει: η αριστερή παρένθεση. Έτσι τελειώνει η δόξα του κόσμου.