ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ

Τα γκαραβέλια

Δημοσίευση: 10 Φεβ 2020 17:00

Τον Βαγγέλη, που τον ήξεραν και ως «Βάγγο», πρέπει να τον σκότωσε το κρύο.

Επισήμως, βέβαια, η Ιατροδικαστική Υπηρεσία Λαρίσης, που παρέλαβε το πτώμα, έγραψε στα χαρτιά του «λόγω καρδιακής ανακοπής, άνευ λοιπών εμφανών βλαβών», αλλά, κοντά στον νου κι η γνώση. Από τι μπορεί να πέθανε δηλαδή ένας άνδρας 70 περίπου ετών που τα βράδια κατέφευγε για ύπνο κάτω από τη γέφυρα του Πηνειού; Και κάνει τόσο κρύο τον φετινό χειμώνα! Τα πρωινά, με την ξαστεριά, το ποτάμι αχνίζει δημιουργώντας εικόνες αποκαλύψεως. Τα δένδρα, οι θάμνοι, τα παγκάκια, τα λιγοστά γκαραβέλια, όλα μοιάζουν κοκαλωμένα. Κείνο το πρωινό, «κοκάλωσε» κι ο Βάγγος...

Το πτώμα ανακαλύφτηκε από πρωινούς περιπατητές του Πηνειού. Πλησίασαν, και είδαν ότι ο άνθρωπος έστεκε ασάλευτος ανάμεσα στα πρόχειρα στρωσίδια του. Τα μάτια του ανοιχτά, σαν να κοίταζαν ικετευτικά τον μεγαλοπρεπή Ναό του Αγίου Αχιλλίου, που έστεκε πάνω τους σαν βιγλάτορας. Αρχικά θεώρησαν ότι πρόκειται για έναν ακόμη μετανάστη. Νόμιμο, λαθραίο, αδιάφορο.

«-Μάλλον Βούλγαρος θα ’ναι... Τα ξέρω ’γω αυτά... Είναι ολόκληρη συμμορία, τους φέρνει ένα φορτηγάκι και πιάνουν όλα τα πόστα για ζητιανιά», είπε ο συνταξιούχος καθηγητής, τρέμοντας από το κρύο αλλά κι απ’ την τρομάρα μπροστά στο μακάβριο θέαμα.

«-Μπα, για λαθρομετανάστης μοιάζει. Κάνας Αφγανός μπορεί... Δεν τον βλέπεις; Είναι σκούρος», ανταπάντησε ο απόστρατος υπαξιωματικός, συνοδοιπόρος του καθηγητή στο πρωινό περπάτημα.

Βούλγαρος ή Αλβανός, Κούρδος, Αφγανός, Πακιστανός, πού να βρεις άκρη σε τέτοιους μπερδεμένους καιρούς; Στους δρόμους της Λάρισας τα χρώματα των ανθρώπων όλο και σκουραίνουν, όλο και μοιάζουν πιο ξενικά. Και οι ομιλίες παράξενες. Όχι ντοπιολαλιές, βλάχικα, καραγκούνικα, ποντιακά, μα ομιλίες που δεν τις πιάνεις εύκολα. Στο κέντρο της πόλης πάλι, νεαροί άστεγοι σου πονάνε την καρδιά, δοκιμάζουν την ευαισθησία σου. Απαγκιάζουν σε βιτρίνες καταστημάτων, στρώνουν χαρτόνια, κουκουλώνονται για να παλέψουν με την παγωμένη νύχτα. Ταραγμένη ξανά από πολέμους η Ανατολή «ξερνάει» κόσμο, καραβάνια ανθρώπων με τα οποία βρίσκουν ευκαιρία να σμίξουν κι άλλοι κολασμένοι. «Πρόσφυγες» ή «λαθρομετανάστες», τι σημασία έχει πώς τους βαφτίζουν; Αφήνει κανείς τον τόπο του από καλό;

Τελικά, οι δύο περιπατητές ειδοποίησαν με το κινητό τους το ΕΚΑΒ που επιλήφθηκε της υποθέσεως. Κατά την έρευνα στη σορό βρέθηκαν κάτι πολυκαιρισμένα χαρτιά της Πρόνοιας. Σύμφωνα μ’ αυτά ο νεκρός ονομαζόταν Ευάγγελος Μπ., γεννηθείς εν Κ. , γνωστό καμποχώρι της Λάρισας. Ευάγγελος Μπ.... Ρε συ, ο... «Βάγγος»! Άντε ρε... «Ο Βάγγος ο παλαβός»!

Κατά τη συνήθη διαδικασία, αναζητήθηκαν, βρέθηκαν και ειδοποιήθηκαν κάτι συγγενείς οι οποίοι ανέλαβαν τα της κηδείας – 450 ευρώ άπαντα, «πακέτο», ίσα – ίσα να βγει η υποχρέωση. Καφέδες και κουλουράκια κρίθηκαν περιττά, ένα πιάτο στάρι μόνο, λιτό από αυτό που δωρίζει άπλετα η θεσσαλική γη, έτσι για σχώριο.

Παιχνίδια που παίζει η ζωή και η μοίρα των ανθρώπων! Σου πάει εσένα το μυαλό πως ο Βάγγος, που κατέληξε κλοσάρ στον Πηνειό και κυκλοφορούσε μια ζωή στη Λάρισα σαν «λέτσος», ήταν τρίτος απόγονος μιας ισχυρής οικογένειας του κάμπου, με βιος πολύ και εκατοντάδες στρέμματα στην κατοχή της;

Η μαγιά χάλασε από τον πατέρα του, τον Κοσμά. Ο Κοσμάς, στη μερίδα του οποίου έπεσαν καμιά τρακοσαριά στρέμματα, ήταν αυτό που οι χωριάτες στα θεσσαλικά καμποχώρια αποκαλούσαν «αθώος». Όχι ακριβώς «χαζούτσκος» – που ήταν το κατώτατο στάδιο της ταξινόμησης των μελών της μικρής κοινωνίας τους, αλλά «αθώος». Παναπεί αφελής, καλόβολος κι αγαθιάρης. Αδύναμος να διαχειριστεί τη ζωή του. Για παράδειγμα, έλεγαν, μια φορά έμπασε σπίτι του κάτι γύφτισσες για να του πουν τον καφέ, κι εκείνος τους έδειξε ό,τι πιο πολύτιμο υπήρχε κει μέσα σε ασημικά και γυαλικά. Κι οι γύφτισσες έφυγαν δίχως κανένα... παράπονο για το μεροκάματο που ’βγαλαν κείνη την ημέρα...

Τον Κοσμά τον παντρέψανε με την Αργυρούλα, καραγκούνα απ’ τα χωριά της Καρδίτσας, που ερχόταν σε κάτι θειές της, μαζί μ’ άλλες γυναίκες να μαζέψουν βαμβάκια, λιγάκι «αλαφρούτσικη» κι αυτή, έλεγαν. Κατ’ άλλους ήταν μια «κουτοπόνηρη» που «όρμηξε» να πάρει τον Κοσμά και τα χωράφια, ορμηνεμένη απ’ τις θειές. Σάματις καλύτερον θα ’παιρνε; «Μωρέ παρ’ τον κι ξέρ’ς ισύ. Κυρά θα ‘σαι, θα τον ταιριάξ’ ς καλά κατά πώς ξερ’ς».

Οι γνωστές ιστορίες του κάμπου. Πόσα και πόσα νοικοκυριά δεν στήθηκαν έτσι, από υπολογισμούς, παζάρια, συμβιβασμούς και προξενέματα και χάθηκαν για πάντα μέσα στην απεραντοσύνη του κάμπου; Ζωές που φύτρωναν όμοια με τα αγριόχορτα... Θέριευαν τις άνοιξες, κιτρίνιζαν και κάρπιζαν τα καλοκαίρια μέχρι που κουρασμένες έγερναν στη γη κάποιον χειμώνα και τις σκέπαζε το χιόνι, αυτό που θα ξαναγεννούσε μέσα απ’ τον θάνατο νέες ζωές, νέα αγριοχόρταρα...

Ο Βάγγος όμως έπεσε σ’ άλλες εποχές. Δεν ήταν ακριβώς αστυφιλία, απλά οι χωριάτες – κι ο Κοσμάς ανάμεσά τους- άρχισαν να δίνουν τα κορίτσια τους στην πόλη. Να φύγουν, να γλιτώσουν απ’ τη λασπούρα και το κακό... Δύο αδερφές του Βάγγου παντρεύτηκαν έτσι σε πόλεις, λαβούσες εν συνόλω στρέμματα 150 καταγεγραμμένα σε προικώα συμβόλαια. Αυτές «κάπως τις έκοβε». Είχαν πάρει απ’ την Αργυρούλα- το έλεγαν όλοι. Στον Βάγγο – που ήταν ένας αγαθιάρης σαν τον πατέρα του- - απέμειναν άλλα 150 πάνω – κάτω, το αγόρι πάντα δικαιούται κάτι παραπάνω.

Σε προφανή αδυναμία να καλλιεργήσει την πατρική γη, ο Βάγγος κατέβηκε κι αυτός μετά τον θάνατο του Κοσμά «στ’ Λάρσα» κι εδώ έμεινε, μια ζωή. Τελεία. Δεν παντρεύτηκε ποτέ. Να βρεις Αργυρούλες, σαν τη μάνα του, διατεθειμένες να χαλάσουν τις ζωές τους για στρέμματα σαν δύσκολο σ’ αυτούς τους καιρούς. Κι έτσι δεν έκανε οικογένεια. Τελεία. Απλώς ζούσε. Τελεία. Κάνοντας πότε δουλειές του ποδαριού, πότε στις λαϊκές μικροπωλητής, πότε «μικρός για τα θελήματα», πετάξου ρε Βάγγω πάρε μου τσιγάρα και τα ρέστα δικά σου, ναι για τον Βάγγω μιλάμε, τον γιο του Κοσμά Μπ. εγγονό μεγαλοκτηματία από το χωριό Κ. με τα μπόλικα στρέμματα που νοίκιαζε αλλά του τρώγανε τα λεφτά. Τελεία. Και παύλα.

Δεν υπάρχει τίποτε άλλο να διηγηθεί κανείς για τη ζωή του Βάγγου. Τόσα Χριστούγεννα και τόσες Πασχαλιές... Τις παγωνιές του χειμώνα και του καλοκαιριού τις κάψες τις θανατερές, όλα τα πέρασε μέσα στην απόλυτη μοναξιά μιας παλιάς μονοκατοικίας που νοίκιαζε δίχως κανείς να νοιαστεί τι και πώς. Γύριζε στα στέκια, έκανε για μεροκάματο ό,τι χαμαλίκι εύρισκε, κανέναν δεν ενόχλησε, ποτέ δεν ζήτησε τίποτε. Ούτε καν απ’ τις αδερφές του που τον πονούσαν κι όλο του έλεγαν «άντε βρε Βάγγο», «έλα βρε Βάγγο», «πρόσεχε τον εαυτό σου μωρέ Βάγγο», στο τέλος απαύδησαν, βαρέθηκαν, τον παράτησαν. Με τα χρόνια, απέκτησε την παθολογική συνήθεια, να ψάχνει στα σκουπίδια. Ό,τι παλιατζούρα εύρισκε την έφερνε σπίτι που ήταν πια κανονική χωματερή. Οι συνεχείς διαμαρτυρίες και καταγγελίες των γειτόνων προς το Υγειονομικό έπιασαν τόπο. Μετά την έξωσή του, ο Βάγγος κατασκήνωνε πότε σε χαλάσματα, πότε σε γιαπιά, τελευταία στο ποτάμι, κάτω απ’ τη γέφυρα του Αλκαζάρ κι από κει «έβγαλε εισιτήριο» για το μεγάλο – μα σίγουρα λυτρωτικό- ταξίδι. Όπου κι αν πήγε, σίγουρα λίγη ζέστη παραπάνω θα βρήκε...

Και το ξεροβόρι εξακολουθεί να «ξυρίζει» τον παγωμένο κάμπο. Τα γκαραβέλια, σμήνη ολάκερα, χορεύουν στον ουρανό... Τα δειλινά φεύγουν, πάνε κι αυτά στην πόλη για να κουρνιάσουν ανάμεσα στα ζεστά ντουβάρια των πολυκατοικιών. Και μοναχά η γη, ή ίδια αυτή θεσσαλική γη στέκεται πάντα εκεί, μέσα στην απεραντοσύνη της. Αλλάζει χέρια, περνά από γενιά σε γενιά και θαρρείς πως περιγελά τους ανθρώπους που ακόμη να καταλάβουν πως είναι κι αυτοί διαβατάρικα πουλιά...

ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ

alexiskalessis@yahoo.gr

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass