Αν ανατρέξουμε σε μια εποχή μάλιστα, όπως τότε τον 4ο αιώνα μ.Χ. κατά τον οποίο ο Χριστιανισμός - και ο Ελληνισμός - αντιμετώπιζαν απάνθρωπους και ανελέητους διωγμούς, καθώς και απίστευτους σε αγριότητα εξοντωτισμούς, που ήταν απόρροια ποικίλων εσφαλμένων αντιχριστιανικών δοξασιών και αιρέσεων, με την πιο επικίνδυνη αυτή του Αρειανισμού. Ήταν τότε που οι τρεις Ιεράρχες - με πρωτεργάτη τον Μ. Βασίλειο - ύψωσαν το ηθικοθρησκευτικό τους ανάστημα, αντιστάθηκαν πεισματικά και διά των τεκμηριωμένων λόγων τους κατά των αιρέσεων και κατά του Αρειανισμού, όπως έγινε με την οικουμενική σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας (το 325 μ.Χ.). Θεμελιώνοντας έτσι τον σκληρά και ανελέητα διωκόμενο Χριστιανισμό και την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη.
Όμως η δράση και η προσφορά των Ιεραρχών δεν σταματά στη Χριστιανική μόνο πλευρά. Αναγνωρίζουν τη μεγάλη συμβολή των αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων στην πνευματική παιδεία, από τους οποίους διδάχτηκαν στις τότε ακμάζουσες αρχαίες Φιλοσοφικές σχολές των Αθηνών, της Κων/πολης, της Αλεξάνδρειας της Αντιόχειας, στις οποίες και εσπούδασαν. Σπάνια συναντά κανείς τέτοια διαμάντια και πνευματικά μεγέθη κι αναστήματα, σαν αυτά των Ιεραρχών, με τόση ευρυμάθεια, με τόση σοφία και με τόση σθεναρά πίστη και ανθρωπιά. Περνούσαν το χρόνο τους, εκτός από την ασκητική, με τη μελέτη των έργων αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων – όπως του Ωριγένη και τις θείες γραφές, τη ρητορική, ηθική και παιδεία ελληνοχριστιανική.
Έτσι - ιδιαιτέρως - ο Μ. Βασίλειος στην περισπούδαστη πραγματεία του: «Προς τους νέους, όπως εξ Ελληνικών ωφελούνται λόγων»: Βλέπουμε τις τόσο σύγχρονες εκπαιδευτικές απόψεις του για τη σωστή διαπαιδαγώγηση των νέων από τους διδασκάλους τους και όχι μόνο. Ήταν ο Μ. Βασίλειος ο κατεξοχήν «θιασώστης» της «πράξεως» στη ζωή του ανθρώπου, που αφιέρωσε τον βραχύχρονο βίο του.
Τόνιζε - ο Μ. Βασίλειος - για τους πιστούς και ενάρετους Χριστιανούς, - σε άπταιστη αρχαιοελληνική γλώσσα - όπως: «Βίος ανέορτος και ανέστιος ως και δύσπιστος μακρά είναι η οδός, κι απανδόχευτος»! Δηλαδή: (Βίος του ανθρώπου χωρίς γιορτή και χωρίς εστία (οικογενειακή), χωρίς πίστη, είναι δρόμος ατέλειωτος και χωρίς πανδοχείο (αναπαύσεως).
Όλα αυτά τα λόγια που έλεγε ο Μ. Βασίλειος στους πιστούς, ο ίδιος τα μετουσίωνε σε πράξη. Έτσι, μεγαλειώδης και συγκινητική σε μέγεθος υπήρξε η φιλανθρωπική δράση του, αφού πούλησε όλα τα κτήματα που είχε στην Καισάρεια, και διέθεσε όλα τα χρήματα για να κάνει το μεγαλύτερο φιλανθρωπικό έργο της εποχής του, την περίφημη «Βασιλειάδα». Αυτή ήταν σχεδόν μια ολόκληρη «πολιτεία», με παντός είδους έργα, υπέρ των «λελωβημένων», όπως κήρυττε, δηλαδή των αναξιοπαθούντων. Ήτοι των αρρώστων, των γερόντων, των πτωχών και πεινασμένων, των άστεγων. Ακόμα δε και νοσοκομεία δημιούργησε προς θαλπωρή αυτών των μελλοθανάτων, των λεπρών. Αυτών - των λεπρών - που ο ίδιος πολλές φορές περιέθαλπε, μάλιστα εκτελώντας ο ίδιος ιατρικά καθήκοντα και αλείφοντας τις ανίατες πληγές τους! Έτσι αποδείκνυε μ’ αυτόν τον τρόπο ο Μ. Βασίλειος στους υγιείς πως και οι λεπροί είναι κι αυτοί άνθρωποι του Θεού, και όχι επικίνδυνα «μιάσματα» της κοινωνίας.
Μήπως και οι άλλοι δύο, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, κι ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, υπήρξαν κι αυτοί πολλοί αξιόλογοι; Αντλούμε από την ανεξάντλητη πνευματική τους δεξαμενή, κηρύγματα και διδαχές, όπως:
* «…Σκοπός της ζωής του ανθρώπου και χριστιανού, δεν είναι αυτοσκοπός και σώρευση υλικών αγαθών, αλλά η τέλεση πνευματικής και εκκλησιαστικής ζωής».
* «…Ειρήνη, το μέγιστο αγαθό, που επαινείται μεν απ’ όλους, αλλά διαφυλάσσεται μόλις από ολίγους».
* «…Κακίστη πράξις εστίν η απραξία»
Ο δεύτερος Ιεράρχης, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, υπήρξε ο κατ’ εξοχήν ρήτορας και ποιητής του Χριστιανισμού, που όμως το όλο έργο του εναρμόνισε με το αρχαίο κλασικό πνεύμα και το Χριστιανικό πνεύμα, για τη διαμόρφωση του καλού Χριστιανού, του ηθικού χαρακτήρα, και νομοταγούς πολίτη. Προτιμούσε, όπως επισημαίνεται στους «βίους των αγίων», ο Μ. Βασίλειος, τη «θεωρία» από την «πράξη» και την «εν ησυχία διαβίωση», για να πετύχει την «κοινωνία με τον Θεό».
Ο τρίτος - τέλος - των Ιεραρχών, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, υπήρξε ο μεγάλος αθλητής, ο αυστηρός κριτής της αντιχριστιανικής ζωής και έκλυσης των ηθών, αλλά και αυτών ακόμα των κληρικών, οι οποίοι παρεκτρέπονται, παρότι είναι εκπρόσωποι του Θεού.
Διέθετε δε ο Χρυσόστομος μια πρωτοφανή ευγλωττία, γι’ αυτό και του αποδόθηκε ο τιμητικός τίτλος, του Χρυσο - στόμου, «Τω δε στόματι αυτού, μέλιτι κεχρισμένω ην». Όταν δε ομίλει στο εκκλησίασμα, συνέπαιρνε και μάγευε τους πιστούς, με τον χείμαρρο των Θείων λόγων του, ενώ οι πιστοί ξεσπούσαν σε ενθουσιώδη χειροκροτήματα στους ναούς!
Πηγές:
1. Ευαγγέλου Λέκκου: «Οι Τρεις Ιεράρχες»
2. Δημητρίου Φουρδέμαδη «Το Συναξάρι της Αγάπης»
Από τον Απόστολο Β. Ρούντο, δάσκαλο