Και ένα απ’ όλα αυτά είναι και το θέμα που καταπιαστήκαμε να το αναπτύξουμε, στο σημείωμά μας αυτό, το οποίο, επεξεργάστηκε επιστημονικά και φιλοσοφικά ο περισπούδαστος Σταγειρίτης, ο ξακουστός και περίφημος δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Αριστοτέλης. Από την ανεξάντλητη λοιπόν αυτή δεξαμενή των έργων του και της σοφίας του πήραμε κάποιες βασικές αρχές του θέματος για τις ατομικές και συλλογικές συνήθειες της ζωής μας, που είναι η δεύτερη φύση του καθενός μας – και αναφερόμαστε σχετικά σήμερα.
Λέμε πως η συνήθεια είναι η δεύτερη φύση του ανθρώπου, θέλοντας να αποδείξουμε πόσο βαθιά είναι ριζωμένες μέσα μας πολλές μαθησιακές ατομικές ή συλλογικές συμπεριφορές μας. Όλες εκείνες οι συνήθειες που αποκτούνται με την επανάληψη μιας πράξης, η οποία δημιουργεί την «έξι», δηλαδή το διά βίου «απόκτημα». Κάθε «έξις» που προκύπτει από τον εθισμό και δεν είναι έμφυτη.
Υπάρχουν αμέτρητες κακές – και μοιραίες – συνήθειες στον κόσμο που ζούμε τον σημερινό, όπως: η επίκτητη ροπή προς τις εγκληματικές δραστηριότητες, η κλίση, δηλαδή, της ζυγαριάς του μυαλού μας προς κάθε τι το βλαπτικό, το ζημιογόνο, το καταστρεπτικό, η παθολογική εκτυφλωτική χαρτοπαιξία που ξεριζώνει τα αγαθά που αποχτήσαμε με πολλές στερήσεις και κόπο, τα πάσης φύσεως αλκοολίκια από το πιοτί και άλλα παραισθησιογόνα ψυχότροπα εξαρτήματα, το θανατερό εθιστικό κάπνισμα, που είναι το χειρότερο που επινόησε ο άνθρωπος στον κόσμο αυτό, κλπ..., κλπ... Αλλά, υπάρχουν και απερίγραφτες καλές, καλύτερες και κάλλιστες συνήθειες, που ωφελούν στη δημιουργία και στην προκοπή της κάθε κοινωνίας του παρόντος και του μέλλοντος της ανθρωπότητας, όπως: η αλληλέγγυα πνευματική και υλική προσφορά προς κάθε κατεύθυνση στον πλανήτη μας, η καλοκάγαθη συντροφικότητα που δίνει στον/στην σύντροφο τις επιθυμίες τους, η φιλομάθεια των υπαρκτών και ανύπαρκτων φαινομένων, του σύμπαντος κόσμου, η χιουμοριστική καλόκαρδη διάθεση για το καλό και το ωφέλιμο, η αισιόδοξη ματιά για το ωραίο και το άσχημο πολλές φορές περιβάλλον, η συμπαράσταση στους συνανθρώπους μας που την έχουν ανάγκη σε ανάλογες στιγμές της ζωής τους, κλπ..., κλπ... Όπως υπάρχουν και οι ομαδικές και συλλογικές συνήθειες («τόπου συνήθεια, νόμου κεφάλαιο») και οι γενικότερες (εθνικές), όπως είναι τα ήθη και τα έθιμα, οι παραδόσεις του κάθε τόπου και λαού: τα λαϊκά πανηγύρια, η φιλοξενία, οι πελατειακές σχέσεις κλπ, κλπ, στην πολιτική ζωή και πολλές άλλες ανάλογες με τον τρόπο ζωής και το επάγγελμα που κάνουμε στη ζωή – τη μία και μοναδική.
Ο Ντοστογιέφσκι, με χιουμοριστικό περιπαικτικό τρόπο πάντα, μας λέει πως ο άνθρωπος στην πρώτη μισή του ζωή μαθαίνει τον κόσμο που τον περιβάλλει και στην άλλη μισή ζωή του κάνει αυτά που έμαθε καθ’ οιονδήποτε τρόπο, απ’ την ώρα που γεννήθηκε, στις όποιες συνθήκες και σε όποιο περιβάλλον έζησε, όπως: στις Τέχνες και στα Γράμματα, στο σπίτι του, στη ρούγα και στα σοκάκια του ντουνιά και στις λογιών παλαίστριες που έτυχε και βρέθηκε.
Έτσι, η κάθε μας συνήθεια ταυτίζεται με την όποια συμπεριφορά μας, γίνεται ο καθρέφτης της ζωής που μας χαρακτηρίζει ως άτομα ή ομάδες μέσα στην κοινωνία. Όσο βολική και «γλυκιά» κι αν μας φαίνεται ή όποια ριζοσπαστική και ανεξέλικτη συνήθεια, μπορεί κάποια στιγμή να μας διαβρώσει την ευαισθησία μας, αν καταντήσει δογματική, όπως οι θρησκείες της κάθε κοινωνίας.
Σ’ έναν κόσμο που εξελίσσεται και αλλάζει συνεχώς, με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και ταχύτητες, κι εμείς εξακολουθούμε να παραμένουμε προσκολλημένοι στις παλιές νοοτροπίες μας γιατί συνηθίσαμε τα πάντα, από τα πιο παράδοξα μέχρι τα πιο ανόητα, από τα πιο ευτελή μέχρι τα πιο υποκριτικά, από την αναλγησία των ιθυνόντων μέχρι την τραγική φτώχεια, από την αβάσταχτη ανεργία των νέων μέχρι τις αυτοκτονίες τους, από τον παράνομο στην πόρτα μας μέχρι τον φόνο, επειδή συνηθίσαμε τον αργό θάνατο της κοινωνίας, μένοντας «δειλοί μοιραίοι και άβουλοι αντάμα...» για να μην ενοχληθεί η βολική απραξία μας.
Μία ζωή όμως, χωρίς ευαισθησίες, χωρίς διακυμάνσεις και συνειδησιακές εξεγέρσεις είναι κιόλας μια νεκρή ζωή. Αντίθετα, όντας σε συνεχή εγρήγορση και εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον μας σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας, παραμερίζοντας εκείνες τις συνήθειες που πολυκαίρισαν και γέρασαν π’ ανήκουνε στο παρελθόν, άλλες καινούργιες έρχονται και εκσυγχρονισμένες να βάλουμε στην πλώρη μας, σ’ αυτή τη θέλησή μας.
Από τον Δημήτρη Τσικούρα, λογοτέχνη