Οι ωραίοι φιλόξενοι Μακεδόνες

Δημοσίευση: 04 Νοε 2019 22:07

Από την Καλλίτσα Γκουράβα - Δικτά, συγγραφέα

Ο Ανδρέας ο νεαρός λοχαγός εκείνο το μεσημέρι γύρισε απ’ το στρατόπεδο κάπως.


Λίγο σκυθρωπός, λίγο εκνευρισμένος και γενικά με άσχημη διάθεση.
Η Μαρία, η γυναίκα του ανησύχησε.
«Ανδρέα μου αισθάνεσαι καλά, έχεις κάτι, κανένα πρόβλημα απ’ την υπηρεσία;».
Ο Ανδρέας πέταξε την τσάντα και το καπέλο του στον καναπέ και κάθισε κι εκείνος.
«Έλα Μαρία, κάτσε κοντά μου, θα σου πω. Τα παιδιά είναι καλά, έφαγαν, κοιμήθηκαν;»
«Ναι όλα εντάξει, πες μου…»
«Γυναίκα ήρθε μια μετάθεση που δεν την περίμενα».
«Ε… και…; Αυτή δεν είναι η ζωή μας, πρέπει να το πάρουμε απόφαση, το νοικοκυριό μας θα είναι μονίμως φορτωμένο σ’ ένα φορτηγό».
«Δεν είναι αυτό Μαρία, τη ζωή μου την επέλεξα, δεν μου την επέβαλε κανένας. Το θέμα είναι ότι με πιέζει ο χρόνος, πρέπει να παραδώσω τη διαχείριση μέσα σε δέκα μέρες. –Διαχειριστής πολεμικού υλικού ήταν η ειδικότητά του. –Ήδη έχει έρθει ο αντικαταστάτης μου και ξεκινήσαμε. Πρέπει να δουλεύουμε μέρα-νύχτα.
Γι’ αυτό κάνω ένα μπάνιο, τρώμε και φεύγω.
Το βράδυ μη με περιμένεις, όταν κοιμηθούνε τα παιδιά πέσε και κοιμήσου κι εσύ».
«Πού πάμε δεν μου είπες».
«Σε μια παραμεθόριο της Μακεδονίας, στο Νέο Πετρίτσι Σερρών. Ένα χωριό είναι, αμφιβάλλω αν θα βρούμε και σπίτι. Αν όχι, θα μείνουμε σε μια κωμόπολη πολύ κοντά στο Πετρίτσι, στο Σιδηρόκαστρο. Εκεί φαντάζομαι κάτι θα βρούμε. Εσύ με την ησυχία σου μάζεψε τα πράγματα, θα χρειαστεί να μείνεις και κανένα δεκαπενθήμερο μόνη σου, πρέπει να πάω να παραλάβω, να βρω σπίτι και μετά να κατέβω να σας πάρω.
Έχω φέρει κάτι χαρτόκουτα, τα έχω στο αυτοκίνητο, εκεί θα βολέψεις τα πράγματα».
Η Μαρία στεναχωρήθηκε, αλλά δεν το έδειξε, δεν ήθελε να προβληματίσει κι άλλο τον άντρα της.
Αφού έφαγαν, ο Ανδρέας έφυγε κι εκείνη πήρε το κεφάλι στα χέρια της και την πήραν τα δάκρυα.
Ήταν η πρώτη τους μετάθεση μετά τον γάμο. «Θεέ μου πώς θα τα καταφέρω μόνη μου αυτό το δεκαπενθήμερο με δύο παιδιά;» ψιθύρισε.
Ο Θεός πάντα δίνει δύναμη στους ανθρώπους που του το ζητάνε μέσα απ’ την προσευχή τους. Πέρασε το δεκαήμερο της παράδοσης, το δεκαπενθήμερο της παραλαβής και ήρθε η ημέρα που θα έφευγαν για τη Μακεδονία.
Χαράματα φόρτωσε το φορτηγό τα χαρτόκουτα και η οικογένεια με το δικό της ξεκίνησε.
Το ταξίδι δεν ήταν εύκολο, το τετράχρονο κοριτσάκι τους στον δρόμο ζαλιζόταν, το μωρό έξι μόλις μηνών, κοριτσάκι κι εκείνο, έκλαιγε σε όλο το ταξίδι. Σταματούσαν, ξεκινούσαν, ώσπου επιτέλους γύρω στο μεσημέρι έφθασαν στο Νέο Πετρίτσι.
Στην αυλή του σπιτιού που είχε νοικιάσει ο Ανδρέας τούς περίμενε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι.
«Καλώς ήρθατε» τους είπαν και τους αγκάλιασαν εγκάρδια σαν να τους γνώριζαν χρόνια. Σπασμένα τα Ελληνικά τους ήταν μεγαλωμένοι στο παλιό Πετρίτσι στη Βουλγαρία. Πήραν αγκαλιά τα παιδιά, ώσπου να ξεφορτώσουν τα πράγματα απ’ το φορτηγό που είχε φθάσει από ώρα.
Νανούρισαν το μωρό, αφού το θήλασε η Μαρία, τάισαν το μεγαλύτερο και ξεκίνησε το στήσιμο του νοικοκυριού.
Τον επάνω όροφο είχαν νοικιάσει, το ηλικιωμένο ζευγάρι έμενε κάτω. Σε λίγο είχε μαζευτεί στην αυλή όλο το σόι. Πρόθυμοι να βοηθήσουν, άλλοι να κατεβάσουν κουτιά, άλλοι να βοηθήσουνε την κυρά-Λοχαγίνα -όπως την αποκαλούσαν- στα παιδιά.
Και πέρασαν έτσι μέσα σε οικειότητα και αγάπη, τέσσερα χρόνια. Εκείνο το καλοκαίρι του 1974 ο Ανδρέας πήρε μετάθεση για Θήβα. Όμως κάποια συνταρακτικά γεγονότα όπως η εισβολή του «Αττίλα» στην Κύπρο, η πτώση της Χούντας, η επιστράτευση, η αναταραχή σε όλη τη χώρα, αυτή η μετάθεση καθυστέρησε πολύ.
Έπρεπε να φύγει ο Ανδρέας -Ταγματάρχης πια- για την Ήπειρο. Η οικογένεια έμεινε μόνη στο Πετρίτσι. Δύσκολη εποχή. Η Μαρία θυμάται πόσο τη βοήθησε ο περίγυρος, πόσο της συμπαραστάθηκαν οι χωριανοί. Κάποια μέρα πήγε να ψωνίσει στο μοναδικό παντοπωλείο του χωριού. Με μεγάλη πίεση και επιμονή απ’ την πλευρά της, ο παντοπώλης δέχτηκε να πληρωθεί.
«Όχι» της έλεγε «δεν θα με πληρώσεις, θα έρθει ο κύριος Ταγματάρχης πρώτα.
Και μη φοβάστε τίποτα, ό,τι και να γίνει δεν θα πεινάσουμε και σιτάρια έχουμε και καλαμπόκια, θα αλέσουμε και θα φάμε». Η Μαρία συγκινήθηκε, έκλαψε…
Αρχές φθινοπώρου γύρισε ο Ανδρέας απ’ την Ήπειρο. Έπρεπε να ετοιμάζονται για τη Θήβα.
Και έφθασε η ημέρα που θα αποχαιρετούσαν αυτούς τους ωραίους και φιλόξενους Μακεδόνες, που αγαπούσαν τον στρατό, γιατί ήταν το στήριγμά τους. Χαιρέτησαν όλον αυτόν τον κόσμο που είχε μαζευτεί στην αυλή και ξεκίνησαν για καινούργιο τόπο. Έξω απ’ το χωριό συνάντησαν μια λεβέντισσα Μακεδόνα. Μόλις είδε το αυτοκίνητο, πέταξε τη μαγκούρα, σταμάτησε τα ζώα που έσερναν το κάρο, τους αγκάλιασε όλους και τους ευχήθηκε «καλό ταξίδι». Σταυρώνοντάς τους.
Για τη Μαρία αυτό ήταν το μεγαλύτερο δώρο.
Η οικογένεια γύρισε όλη την Ελλάδα. Αλλά αυτήν την αγάπη, την οικειότητα, τη φιλοξενία των Μακεδόνων, δεν τη συνάντησε πουθενά.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

SYNERGEIO
ΛΙΟΠΡΑΣΙΤΗΣ

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass