Πρόκειται για μία ακόμα βασική δέσμευσή μας, την οποία υλοποιούμε ταχύτατα βάζοντας τάξη στο χαοτικό τοπίο των 67.000 και 14.000, αντιστοίχως, εκκρεμών αιτήσεων και προσφυγών, των αστελέχωτων δομών και των ιδεοληψιών, που άφησε πίσω της η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Καταρχήν, αντιμετωπίζουμε το ζήτημα ομόψυχα και ρεαλιστικά. Είμαστε Κυβέρνηση όλων των Ελλήνων και δεν αποδίδουμε πολιτικούς χαρακτηρισμούς στις έλλογες αγωνίες των πολιτών για την καθημερινότητα και το μέλλον τους. Εμβαθύνουμε τον διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες και τους εκπροσώπους των ΟΤΑ, διασφαλίζοντας την ενότητα των δράσεών μας με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και την τήρηση των υποχρεώσεων της χώρας. Η προστασία των αναγνωρισμένων προσφύγων απορρέει από τη διεθνή και ευρωπαϊκή έννομη τάξη, αλλά δεν έχει καμία σχέση με το κυριαρχικό δικαίωμα της προστασίας των συνόρων μας, που επαφίεται στον πατριωτισμό μας και εντατικοποιείται σε Αιγαίο και Έβρο.
Επιπλέον της στελέχωσης των δομών, επιταχύνουμε και αυστηροποιούμε τις διαδικασίες εξέτασης αιτημάτων διεθνούς προστασίας, ενώ δημιουργούμε προαναχωρησιακά κέντρα για όσους δεν αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες και δεν δικαιούνται επικουρική προστασία. Η εξέταση των αιτημάτων θα διαρκεί, καταρχήν, από 6 έως 9 μήνες για την κανονική διαδικασία και από 20 έως 30 ημέρες για την ταχύρρυθμη. Όσοι παραβιάζουν τους κανονισμούς λειτουργίας των κέντρων θα έρχονται αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο διακοπής της στέγασης και τη διερεύνηση τυχόν τέλεσης ποινικών αδικημάτων, ενώ οι αιτήσεις τους θα εξετάζονται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και η μη συμμόρφωσή τους θα λαμβάνεται υπόψη ως στοιχείο ικανό να παρακινήσει τη διαδικασία επιστροφής τους. Η προσφυγή στον δεύτερο βαθμό συνεχίζει να υφίσταται, αλλά οι Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών θα στελεχώνονται από δικαστικούς λειτουργούς, ενώ οι προσφυγές στα δικαστήρια μεταφέρονται στα Διοικητικά Πρωτοδικεία Αθήνας και Θεσσαλονίκης, που μπορούν να ανταποκριθούν με ταχύτητα στην εκδίκαση των αιτήσεων ακυρώσεως. Οι επαναπροωθήσεις και οι επιστροφές των μη δικαιουμένων διεθνούς προστασίας θα πραγματοποιούνται κανονικά και στόχος μας είναι να φτάσουν τις 10.000 έως το τέλος του 2020, αντί των 1.806 που πραγματοποίησε η προηγούμενη Κυβέρνηση μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Παράλληλα, παρεμβαίνουμε σε τρία επίπεδα, τα οποία ευνοούσαν μέχρι πρότινος τη μετανάστευση υπό τον μανδύα του αιτούντος άσυλο. Με τις νέες ρυθμίσεις ο αιτών δύναται να εργαστεί, αφού παρέλθουν έξι μήνες από την υποβολή του αιτήματός του και δεν έχει – χωρίς δική του υπαιτιότητα – εκδοθεί απόφαση, ενώ στην περίπτωση, που αυτή είναι απορριπτική, η πρόσβαση στην εργασία θα ανακαλείται. Επίσης, μέσω της κατάρτισης λιστών ασφαλών χωρών καταγωγής και τρίτων χωρών, θα επιταχύνονται η διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων και οι επιστροφές. Εφόσον ο αιτών προέρχεται ή έχει διέλθει από ασφαλή χώρα, συνεπάγεται ότι η αίτησή του απορρίπτεται ή, αντίστοιχα, ότι η Ελλάδα δεν είναι υπεύθυνη για την εξέταση του αιτήματός του. Στο πλαίσιο αυτό, απαλείφεται το μετατραυματικό στρες ως λόγος ευαλωτότητας, το οποίο χρησιμοποιείτο κατά κόρον, προκειμένου να αποφεύγονται οι επαναπροωθήσεις στην Τουρκία. Οι ιατρικές βεβαιώσεις, δε, στο σύνολό τους, θα χορηγούνται μόνο από δημόσια νοσοκομεία και δημόσιους φορείς.
Πέραν του νέου νόμου, ο οποίος μεριμνά για τους πρόσφυγες, η Κυβέρνησή μας μάχεται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για τη διεθνοποίηση του ζητήματος. Το άσυλο είναι ιερό και πρέπει να χορηγείται σε όσους το έχουν πραγματικά ανάγκη. Το μεταναστευτικό, όμως, είναι εξαιρετικά σύνθετο και παγκόσμιο. Η χώρα μας δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει μόνη της, ούτε διαθέτει τις υποδομές και τον πληθυσμό, ώστε να φιλοξενήσει και να αφομοιώσει όλους αυτούς τους ανθρώπους. Τόσο οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, όσο και οι φίλοι μας σε Ασία και Αφρική, οφείλουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Δεν είμαστε κυβέρνηση διεθνιστών, όπως οι προκάτοχοί μας, αλλά η Ελληνική Κυβέρνηση που υπερασπίζεται τα συμφέροντα και την ασφάλεια της Πατρίδας.
Από τον Χρήστο Κέλλα, αν. γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ, βουλευτή Λάρισας