Για του λόγου το αληθές αρκεί να παρατηρήσει και να συγκρίνει κανείς τη συμπεριφορά και το ποιόν ενός αγράμματου μ’ αυτή ενός ανθρώπου, που προσπαθεί να κατακτήσει και να διευρύνει τη γνώση. Αυτός ο δεύτερος έχει, συνήθως, εκλεπτυσμένους τρόπους συμπεριφοράς, τους ορίζοντές του ανοιχτούς και τη ματιά καθαρή και ικανή να δει τι κρύβεται πίσω απ’ το φαίνεσθαι, και είναι περισσότερο έτοιμος απ’ τον πρώτο ν’ αγκαλιάσει και να υιοθετήσει κάθε τι καινούργιο και ενδιαφέρον, που ανακαλύπτει μέσω των σελίδων, των εικόνων και της επαφής με τους άλλους ανθρώπους και τα δημιουργήματά τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι σε θέση να βάλει κι αυτός ένα λιθαράκι, εφόσον το επιθυμεί, προκειμένου ο κόσμος να γίνει καλύτερος.
Αντίθετα, ο αγράμματος ζει, κατ’ ανάγκη, μέσα σ’ έναν μικρόκοσμο, που δεν τον αφήνει να δει τι γίνεται πέρα απ’ αυτόν, είναι, συνήθως, καχύποπτος με τους άλλους και τραχύς στους τρόπους του, και αντιστέκεται σε κάθε τι καινούργιο, είτε γιατί το φοβάται, είτε γιατί ο μικρόκοσμός του, η φυλακή του, δεν τον αφήνει να το δει και να το εντάξει στη ζωή του. Γι’ αυτό, μένει κολλημένος στο χθες, περνά απαρατήρητος και χωρίς να αφήνει το στίγμα του κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Και για να μην παρεξηγηθώ, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του αγράμματου, που οι συνθήκες της ζωής τον έκαναν τέτοιο και τον οδήγησαν στον αναλφαβητισμό, και αυτού, που οι επιλογές του τον οδήγησαν στην αγραμματοσύνη, μια που το Πανεπιστήμιο, που λέγεται ζωή, είναι ικανό να αναπληρώσει πολλά απ’ τα κενά, που κουβαλά ο πρώτος εξ αυτών. Άλλωστε, στα χρόνια μας, αγράμματος, πλέον, δεν είναι αυτός, που δεν ξέρει να γράφει, να διαβάζει και να κάνει σύνθετες σκέψεις, αλλά ο, λειτουργικά, αναλφάβητος, αυτός, δηλ., που δεν έμαθε να χρησιμοποιεί τις νέες τεχνολογίες, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να αντιληφθεί και να παρακολουθήσει όσα συμβαίνουν γύρω του.
Σημειωτέον, ότι η προσπάθεια κατάκτησης της γνώσης δεν είναι μια απλή υπόθεση και δε σταματά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Το επισήμανε και αυτό ο μεγάλος φιλόσοφος της αρχαιότητας, ο Σωκράτης, με εκείνα τα περίφημα, "έν οίδα, ότι ουδέν οίδα", και "γηράσκω, αεί, διδασκόμενος", που δείχνουν την ασημαντότητα, όσων παριστάνουν τους πολύξερους, και αποδεικνύουν το μέγεθος των δυσκολιών για την κατάκτησή της, αλλά και της αξίας της στη ζωή μας.
Είναι ο ίδιος φιλόσοφος, που είπε και κάτι άλλο, εξ ίσου, σημαντικό και το οποίο έχει να κάνει με την αυτογνωσία. Πρόκειται για το γνωστό, "γνώθι σ’ αυτόν", με το οποίο προσπάθησε να στρέψει την προσοχή και το ενδιαφέρον του κόσμου από τη γήινη σφαίρα και τα συμβαίνοντα σ’ αυτή προς τον εσωτερικό εαυτό μας και ό,τι πνευματικό αυτός κουβαλά μέσα του. Είναι αυτή μια υπόδειξη ιδιαίτερα χρήσιμη για τον καθένα μας, γιατί, όσα και να γνωρίζει κανείς, αν δεν γνωρίζει καλά και πρώτα τον εαυτό του, όλα τα άλλα μπορεί να του καταντήσουν άχρηστα. Άλλωστε, αν δεν γνωρίσει κανείς τον εαυτό του και δεν τα βρει, πρώτα μ’ αυτόν, δεν μπορεί να τα βρει και με τους άλλους.
Και για να γίνω πιο σαφής, αν δε ξέρεις, τι κρύβεις μέσα σου, δηλ. τα προσόντα σου, τα ενδιαφέροντά σου και τις κλίσεις σου, αλλά και τα κενά σου, τις αδυναμίες και τα ελαττώματά σου, καθώς, επίσης, την όλη ψυχοσύνθεσή σου και μέχρι πού φθάνει το "πάπλωμά σου", με αποτέλεσμα να βαδίζεις στη ζωή χωρίς πυξίδα και όραμα, τότε, είναι, σχεδόν, βέβαιο, ότι, κάποια στιγμή, θα εκτροχιασθείς και δε θα πετύχεις το ποθούμενο, οπότε θα πάνε χαμένα ή θα μείνουν ανεκμετάλλευτα, όσα πολλά κι αν έμαθες για τον κόσμο, που μας περιβάλλει.
Ως εκ τούτου, αν, πραγματικά, μας ενδιαφέρει, να ζήσουμε, ουσιαστικά, τη ζωή μας ρουφώντας όλο το μεδούλι της, είναι απαραίτητη η, εφ’ όρου ζωής, προσπάθεια για κατάκτηση της γνώσης και, παράλληλα, η αυτογνωσία, μια που χωρίς αυτή μπορεί να είναι προβληματική η αξιοποίηση της πρώτης.
Από τον Κώστα Γιαννούλα