Αρκεί κι ένα ψέμα. Φτάνει και περισσεύει να πάει τη ζωή σου πολλά μέτρα παραπέρα, μπορεί και μέχρι το τέλος. Σημασία δεν έχει το όχημα. Το επιβεβαιώνει κι η ψυχολογία. Για κάποιους είναι μια ιδεολογία, ακόμη κι αυτή που ξεφούσκωσε, για άλλους μπορεί να είναι ένας στόχος, όπως η διάσωση του μαύρου κουνουπιού του Νείλου, που δεν κινδυνεύει κιόλας. Για κάποιους τρίτους μπορεί να είναι μια αθλητική ομάδα που δε δίνει μόνο νόημα στις Κυριακές τους, αλλά σκεπάζει και το φέρετρό τους την αποφράδα στιγμή. Όλα κάνουν τη δουλειά τους, χαρίζουν λίγο φως, προσφέρουν μια λάμψη, σκίζουν για λίγο, ή για περισσότερο αν είσαι τυχερός, το σκοτάδι.
Άσπρη γάτα, μαύρη γάτα αρκεί να πιάνει τα ποντίκια. Ο καθένας βρίσκει την πηγή του φωτός του ψάχνοντας μέσα του, ζυγίζοντας τις ανάγκες του, κουβεντιάζοντας με τις σκέψεις του, παλεύοντας με τα ένστικτά του. Το Πάσχα (πέρασμα, αυτό σημαίνει) δεν είναι μαζικό φαινόμενο, είναι αυστηρά προσωπικό, μοναχικό κι ας βιώνεται υποτίθεται μαζί με τους άλλους. Κάτι σα τις ρυτίδες δηλαδή, που ενώ όλοι τις έχουν, ο καθένας τις δικές του βλέπει στον καθρέπτη, γι’ αυτές νοιάζεται μόνο. Η αναμμένη λαμπάδα τη Μ. Παρασκευή καίει τις δικές σου αμαρτίες κι όχι τα μαλλιά του Γαϊτάνου. Ο σταυρός που κοιτάς με δέος γράφει το όνομά σου πάνω-πάνω, μην έχεις αυταπάτες. Για τον θάνατό σου μιλάμε, το δικό σου σκοτάδι βαραίνει στους ώμους. Ούτε η γυναίκα σου, ούτε τα παιδιά και τα εγγόνια σου, που περπατούν δίπλα σου ελαφραίνουν το άχθος. Άλλωστε όταν κοιτάς τη φλόγα της δικής σου λαμπάδας τα πάντα τριγύρω εξαφανίζονται στο σκοτάδι. Η μαύρη τρύπα της δικής σου ματαιότητας ρουφάει όλα τα ψεύτικα υποστηρίγματα που χρόνια χτίζεις (χρήμα, φήμη, διαδόχους). Ο πονόδοντος είναι πάντα προσωπικός και η υστεροφημία που ζητάς να έχεις ενώ δεν είναι η απάντηση, ανακουφίζει γιατί όπως λέει και το σλόγκαν «Έτσι είναι αν έτσι νομίζεις». Το «Θέλω να με θυμούνται τα παιδιά μου» δεν ισχύει γιατί το υποκείμενο, αυτός που μιλάει, εσύ δηλαδή, δεν θα υπάρχεις για να το βιώσεις. Είναι το τυράκι, όμως, το όχημα που αναφέρθηκε πιο πάνω, το λειτουργικό ψέμα, οπότε ο σεβασμός είναι δεδομένος. Το τυράκι, βέβαια, που αρνήθηκε να φάει ο διευθυντής του μουσείου της Ακρόπολης κ. Πατερμανλής, ο οποίος απάντησε με γλαφυρότατο τρόπο όταν τον ρώτησαν πώς θα ήθελε να τον θυμούνται: «Αδιαφορώ. Ούτε ο Μ. Αλέξανδρος γνωρίζει ότι τον αποκαλούμε Μέγα!». Τα είπε όλα ο γενναίος άνθρωπος.
Το Πάσχα δεν είναι θρησκευτική γιορτή, είναι μια χειροπιαστή υπαρξιακή αγωνία. Το ένδυμά της είναι απλώς λατρευτικό, συμβολικό. Είναι ένα μασκάρεμα, μια όψιμη Καθαρή Δευτέρα ημών των καρναβαλιστών, όπου κάτω από τις φανταχτερές στολές κρύβεται η συνειδητοποίηση του θνητού και ο φόβος του θανάτου. Δεν πειράζει που αυτά τα φαντάσματά μας αντιμετωπίζονται με χάπια, έστω κι εικονικά. Είπαμε σεβασμός εκατό τοις εκατό στα κάθε φύσης γιατρικά. Μην ανησυχείς για το πόσο δειλός είσαι.
Γιατί στο τέλος αρκεί να φωτίζεις. Αρκεί να λάμπεις κι ας είναι για λίγο, κι ας είναι διαμέσου ενός καθρέπτη, μιας τελετουργίας, μιας ανέφικτης ευχής. Ας είναι από μια αντανάκλαση, ένα αντιφέγγισμα, μια πλάνη των γωνιών πρόσπτωσης των φωτεινών ακτινών. Αρκεί να κουβαλάς μια ψευδαίσθηση φωτός, το θέμα είναι να μη σε βουλιάξει η γνώση, να μη φας το μήλο και εκπέσεις από τον παράδεισο της άγνοιας. Ποιος ο λόγος να γνωρίζεις κάτι, όταν δεν σε συμφέρει κι όταν δεν μπορείς να το διαχειριστείς; Γιατί να αντιμετωπίσεις τον δράκο όταν ξέρεις ότι θα σε φάει; Καλύτερα μάγκας από μακριά. Μπορεί να είσαι τζάμπα μάγκας, αλλά ταυτόχρονα παραμένεις και ζωντανός μάγκας! Λίγο το ‘χεις;
Αρκεί να φωτίζεις κι ας σε βοηθάει σ’ αυτό ένας αναπτήρας. Τι σημασία έχει η πηγή; Το αληθινό φως είναι αυτό που καθρεπτίζεται στα μάτια σου. Καλή ανάσταση.
Από τον Δημήτρη Παπαχατζόπουλου