Οι επιλογές είναι βιαστικές και πρόχειρες, καθώς αυτό που ενδιαφέρει τα κομματικά επιτελεία, με φωτεινές εξαιρέσεις πάντα, δεν είναι να ανέβει το επίπεδο της απαξιωμένης πολιτικής στη χώρα μας αλλά να συμπληρωθεί όπως και να έχει το ψηφοδέλτιο, καθιστώντας τη χώρα μας ως μια χώρα υποψηφίων.
Στην Ελλάδα της πλήρους αποσάθρωσης του κοινωνικού θεσμικού ιστού δε νομίζω, ότι χωρεί μια επιπλέον απαξίωση ενός πολύ σπουδαίου ρόλου, όπως αυτού του εκπροσώπου των πολιτών, από ένα δημοτικό ή περιφερειακό συμβούλιο, μέχρι τη Βουλή των Ελλήνων και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η αξιολόγηση των ανθρώπων, που επιθυμούν την ενασχόληση με τα κοινά επιβάλλεται να γίνεται αρχικά από τους ίδιους τους κομματικούς σχηματισμούς, με αυστηρά κριτήρια ικανότητας και αξιοκρατίας, ασχέτως αν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα γίνεται κυρίως με κριτήρια «Life Style».
Η προσφορά στα κοινά είναι κάτι άλλο και οι απαιτήσεις όπως αποδείχτηκε πολλές. Το ποιοι είναι ικανοί να συμμετάσχουν και ποιοι όχι, δεν θα το κρίνω εγώ. Άλλωστε τα αποτελέσματα των τελευταίων δεκαετιών φωνάζουν από μόνα τους και καταδεικνύουν την ένδεια σε ικανά πρόσωπα. Μια ένδεια, η οποία ευθύνεται εξίσου σε πολύ μεγάλο βαθμό για τα δεινά, που ζει σήμερα η χώρα.
Προερχόμενος από μια οικογένεια της Λάρισας, με βαθιές πολιτικές ρίζες σε άλλες εποχές, όπου στην πολιτική κατέρχοντο άλλης κουλτούρας και ποιότητας άνθρωποι και έχοντας γνώση των πολιτικών πεπραγμένων όλα αυτά τα χρόνια, μπορώ να καταλογίσω το ‘’ελαφρυντικό’’ της δικαιολογημένης αλλοπρόσαλλης ψήφου στο εκλογικό σώμα, μετά από 35 τουλάχιστον χρόνια καταστροφικών πολιτικών.
Αν πριν λίγα χρόνια ανέφερε κάποιος, ότι τραγουδιστές, ηθοποιοί, μοντέλα, αθλητές, προπονητές αλλά και παράγοντες ποδοσφαιρικών ομάδων, θα περνούσαν την πόρτα της Βουλής αλλά και του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, όχι απαραιτήτως επειδή είναι ικανοί, αλλά επειδή είναι προβεβλημένοι, τότε μάλλον θα μειδιούσαμε. Η πολιτική όμως δεν μπορεί να λειτουργεί με καλλιτεχνικούς όρους και ποδοσφαιρικούς κανόνες. Το αντίστροφο βέβαια ισχύει, μιας και το ποδόσφαιρο πλέον είναι δυστυχώς και πολιτική.
Η κάθοδος στα κοινά ανθρώπων, που συγκεντρώνουν επάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας, ως καλλιτέχνες αλλά και πρώην αθλητές έχει κι άλλες προεκτάσεις. Από τη μια πλευρά, πρέπει κάποιοι να βρουν το μέσο προβολής και τις απαραίτητες προσβάσεις στα κέντρα λήψεως των αποφάσεων και από την άλλη οι πολιτικοί σχηματισμοί στην απελπισία τους προς άγρα ψήφων, αναζητούν τους προβεβλημένους και δυστυχώς όχι τους ικανούς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός, ότι στις μέρες μας ικανοί και επιτυχημένοι άνθρωποι, μόνο στο άκουσμα μιας πρότασης για κάθοδο στον πολιτικό στίβο, αρνούνται.
Εκείνο δε, που προβληματίζει περισσότερο, δεν είναι τόσο η κακή επιλογή υποψηφίων, όσο το γεγονός, ότι το ίδιο το εκλογικό σώμα πείθεται και επιλέγει. Ίσως είναι ο φόβος, ίσως η απαξίωση και η οργή, ίσως το πρόσωπο-ίνδαλμα, σίγουρα πάντως δεν είναι η ώριμη σκέψη.
Όσο λίγο πριν τις εκλογές οι επιλογές θα συνεχίζουν να γίνονται με ‘’φτωχά’’ κριτήρια, που περιορίζονται στην ανούσια για την παραγωγή πολιτικής δημοφιλία, δεν νομίζω, ότι μπορούμε να ελπίζουμε σε κάτι. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη η αυστηρή αξιολόγηση των ικανών για να στελεχώσουν ένα ψηφοδέλτιο, η οποία πρέπει να αρχίσει από τα ίδια τα κόμματα και στη συνέχεια να περάσει στην κοινωνία.
Οι επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις είναι πλέον προ των πυλών και στην ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων, που έρχονται ίσως αρκετοί θυμηθούν αυτές τις σκέψεις. Το ίδιο το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να κάνει την αυτοκριτική του δίνοντας βήμα λόγου σε ικανούς ανθρώπους με πολιτική κρίση και όχι κομματικές παρωπίδες. Αρωγούς σε μια τέτοια προσπάθεια θα βρει όλους όσους πιστεύουμε σε μια κοινωνία, όπου η αξιοκρατία είναι το δεδομένο και όχι το ζητούμενο. Μένει να το τολμήσει.
Όταν πριν περίπου 2.500 χρόνια ο Πλάτων έλεγε ότι : ''Μια από τις επιπτώσεις του να μη συμμετέχεις στα κοινά είναι ότι καταλήγεις να κυβερνάσαι από κατωτέρους...'' δεν ήθελε να εκφράσει την ανάγκη αλόγιστων και μετρίου επιπέδου υποψηφιοτήτων στο βωμό της ψήφου αλλά κάτι άλλο πιο ποιοτικό. Άλλωστε οι αρχαίοι έδιναν μεγάλη αξία στην ποιότητα και την παιδεία.
Μεγάλη αρετή η αυτογνωσία και ακόμη μεγαλύτερη ο αυτοσεβασμός τελικά...
Από τον Βάσο Π. Καραμπίλια
Ο Βάσος Π. Καραμπίλιας είναι δικηγόρος Αθηνών, ειδικευθείς στο Αθλητικό Δίκαιο-MBA in Sports Management, επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή των Ελλήνων