* Από τον Θωμά Ψύρρα
Από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης φαίνεται ότι στην διαπραγματευτική ομάδα της ελληνικής κυβέρνησης δεν υπήρχε ούτε εμπειρία ούτε γνώση των θεμάτων της αγροτικής οικονομίας. Έτσι σε συνδυασμό με την έλλειψη προετοιμασίας και με τη βιασύνη που έγινε η σχετική συμφωνία υπήρξε αδυναμία προτάσεων για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ισοδύναμου δημοσιονομικού αντίκτυπου. Μοιραία η Ελλάδα οδηγήθηκε να “υιοθετήσει” μέτρα που της υπαγόρευσαν οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες (οι οποίοι πιθανώς επίσης δεν είχαν σχετική γνώση κι εμπειρία).
Επειδή όμως η κυβέρνηση δεν εισήγαγε για ψήφιση τη φορολόγηση των αγροτών στο δεύτερο πακέτο των προαπαιτούμενων, υπάρχει πλέον διαθέσιμος χρόνος για να υποβληθούν νέες προτάσεις και να υπάρξουν συνεννοήσεις στα προτεινόμενα μέτρα για ουσιαστικές αλλαγές.
Βέβαια το πρώτο πράγμα που οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε σε μια χώρα σε κρίση είναι ότι όλες οι κοινωνικές ομάδες υπόκεινται σε φοροδοσία. Καμία και κανένας δεν πρέπει να εξαιρείται. Φόρους πρέπει να πληρώνουν όλοι ανάλογα με τα εισοδήματά τους. Αυτός που έχει λίγα εισοδήματα πληρώνει λίγο φόρο, κι αυτός που έχει πολλά, πληρώνει αναλογικά περισσότερα. Αυτό πρέπει να αποτελεί μια βασική αρχή πριν κάθε συζήτηση για το φορολογικό. Και καμία κοινωνική ομάδα δεν εξαιρείται από αυτό τον κανόνα. Να θυμίσω τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη που έλεγε ότι η φορολόγηση είναι μέτρο φιλολαϊκό όταν είναι δίκαια, και γίνεται αντιλαϊκό και αντικοινωνικό μέτρο όταν είναι άδικη.
Αυτή λοιπόν τη στιγμή που υπάρχει ο διαθέσιμος χρόνος για διαπραγμάτευση από την ελληνική πλευρά είναι δυνατό να προταθούν μέτρα τα οποία μπορούν στις συζητήσεις με τους “θεσμούς” να στοιχειοθετηθούν με το επιχείρημα της ανταγωνιστικότητας και της αντιστοίχισης με τις καλές πρακτικές που εφαρμόζονται στις ευρωπαϊκές χώρες. Τα κυριότερα είναι:
α) Πρέπει να καταργηθεί το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ, η φορολόγηση των κοινοτικών ενισχύσεων από το πρώτο ευρώ καθώς και η αύξηση του συντελεστή φορολόγησης των αγροτικών εισοδημάτων από το 13% στο 26%. Διότι η αποδοχή μιας τέτοιας απαίτησης θέτει τους Έλληνες αγρότες σε δυσχερή θέση μια και σε σχέση με τους αγρότες των υπόλοιπων χωρών της Ε.Ε., δεν φορολογούνται οι κοινοτικές ενισχύσεις και σε κάθε περίπτωση ο συντελεστής δεν είναι τόσο υψηλός.
β) Πρέπει να καταργηθεί η αύξηση της προκαταβολής φόρου στο 100% (κι όχι μόνο στους αγρότες αλλά σε όλες τις υπόλοιπες οικονομικές δραστηριότητες). Διότι, ειδικά στον αγροτικό τομέα, τα έσοδα αποτελούν την οριστική κατάληξη της όλης παραγωγικής διαδικασίας που στις περισσότερες περιπτώσεις απέχει σημαντικά χρονικά. Για τον λόγο αυτό προβλέπεται σήμερα η προκαταβολή να είναι στο 27,5%, και για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες στο 13%. Στην πράξη δεν είναι δυνατόν να εισπραχθεί προκαταβολή φόρου 100%, πρόκειται για μέτρο που δεν θα έχει απόδοση.
γ) Πρέπει να καταργηθεί η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου. Και να θεσπιστεί, όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε., αγροτικό πετρέλαιο κίνησης με βάση αντικειμενικά κριτήρια (στρεμματικές ανάγκες και είδος της καλλιέργειας).
δ) Πρέπει να καταργηθεί η επιβάρυνση των αγροτικών εφοδίων με συντελεστή Φ.Π.Α. 23% αντί για 13%. Διότι ο Φ.Π.Α. σε αγροτικά εφόδια (λιπάσματα, γεωργικά φάρμακα) στο 13% είναι ήδη ο υψηλότερος Φ.Π.Α. στην ευρωζώνη με αποτέλεσμα να υπάρχει σαφής επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής αγροτικής παραγωγής. Η δε αύξηση σε 23% είναι εκτός πραγματικότητας.
Εάν δεν αλλάξουν τα προηγούμενα μέτρα που τώρα προτείνονται ως προαπαιτούμενα, θα οδηγηθούμε σε μείωση της παραγωγικής διαδικασίας με ανυπολόγιστες συνέπειες στις εξαγωγές, στο εμπορικό ισοζύγιο, στο έλλειμμα στην αγροτική παραγωγή και συνεπώς και στα συνολικά δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας (πρωτογενές έλλειμμα).
Όμως το πρόβλημα δεν είναι μόνο το κάθε μέτρο ξεχωριστά αλλά το τελικό μίγμα το οποίο είναι όχι μόνο αντιαναπτυξιακό αλλά ουσιαστικά μη εφαρμόσιμο. Για τον λόγο αυτό η ομάδα που θα αναλάβει τις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς πρέπει να επιδιώξει ώστε:
* Τα μέτρα να μην είναι οριζόντια: π.χ. αγροτικό πετρέλαιο κίνησης σε ειδικές κατηγορίες βάσει καλλιέργειας και εισοδήματος.
* Να υπάρχει προοδευτική φορολογική κλίμακα με στόχο να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη.
* Να υπάρξει διάκριση μεταξύ όσων δεν παίρνουν επιδοτήσεις σε σχέση με όσους στηρίζονται αποκλειστικά στις επιδοτήσεις.
* Να υπάρξει επίσης διάκριση μεταξύ μη επιδοτούμενων και επιδοτούμενων προϊόντων.
* Να διαχωριστούν οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες από τους υπόλοιπους.
* Να υπάρξει άμεση καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής στον αγροτικό χώρο που οδηγεί σε μείωση εσόδων και στο να υπερφορολογούνται οι συνεπείς αγρότες.
Όμως έστω και αν υλοποιηθούν όλα τα προηγούμενα πάλι απομένει ένα διαρκές ζητούμενο: η σύνταξη εθνικού σχεδίου για την ανόρθωση της αγροτικής οικονομίας. Η εκπόνηση και η υλοποίηση του δεν μπορεί να περιμένει κι άλλο.
Τα κυριότερα στοιχεία του εθνικού σχεδίου αγροτικής ανάπτυξης πρέπει να είναι:
* Η καθετοποίηση της παραγωγής που θα μειώσει το συνολικό κόστος.
* Η μείωση του ανοίγματος ψαλίδας τιμών με ρυθμίσεις όπως η μείωση των κερδών στην αλυσίδα εμπορίας (αξιοσημείωτο είναι ότι στην έκθεση του ΟΟΣΑ για το γάλα αναφέρεται ότι τα περιθώρια κέρδους στην αλυσίδα λιανικής πώλησης για το γάλα είναι κατά πολύ υψηλότερα από την Ε.Ε). Απαιτείται μεταρρυθμιστική διάθεση και τομές για να μειωθούν αυτά τα περιθώρια προς όφελος παραγωγών και καταναλωτών.
* Η στροφή στην παραγωγή ποιοτικών αγροτικών προϊόντων. Προώθηση της ολοκληρωμένης διαχείρισης και της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας,
* Οι ρυθμίσεις εξυγίανσης του εμπορίου των αγροτικών προϊόντων που θα φέρουν έσοδα και θα μειώσουν το κόστος.
* Η δημιουργία ενός αξιόπιστου συστήματος ελέγχων και πιστοποιήσεων σε όλα τα επίπεδα που θα μειώσει τα πρόστιμα.
* Η προώθηση σύγχρονων δράσεων εμπορίας, τυποποίησης, μεταποίησης και νέων μορφών συμβολαιακής γεωργίας που θα αυξήσουν τα συνολικά έσοδα.
* Η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών με έμφαση σε προϊόντα που πλεονεκτούμε και μπορούν να σταθούν αυτοδύναμα στις διεθνείς αγορές.
* Η στροφή προς την παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων όπου η χώρα μας είναι ελλειμματική με αξιοποίηση και διαχείριση των βοσκοτόπων ως μοχλό ανάπτυξης της υπαίθρου.
* Η αποφασιστική στροφή στην αγροτική έρευνα, σύνδεση της με την παραγωγή και εμπορία.
* Η ανάπτυξη έργων υποδομής και κατασκευή αρδευτικών έργων από το επιδοτούμενο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης που θα μειώσουν το κόστος παραγωγής
* Η στήριξη συλλογικών δράσεων με εξαγωγικό προσανατολισμό με την ενίσχυση ομάδων παραγωγών από κοινοτικές ενισχύσεις για δραστηριότητες που αφορούν καινοτόμα προϊόντα.
Με τις παραπάνω αλλαγές, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και το εθνικό σχέδιο αγροτικής ανάπτυξης ο πρωτογενής τομέας μπορεί να ελπίζει ότι θα αντιμετωπίσει την κρίση και θα συμβάλλει στην ανάπτυξη. Επείγει να οικοδομηθεί νέο υγιές παραγωγικό μοντέλο με πυρήνα την πραγματική οικονομία, που θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας, τόσο σε φυσικό πλούτο, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό.
* Ο Θωμάς Ψύρρας είναι πρώην βουλευτής, συγγραφέας