Πατούμε συνεχώς το κουμπί που προκαλεί πολιτικό ηλεκτροσόκ και δεν μαθαίνουμε. Το αντίθετο. Αντί να το αποφεύγουμε εξοικειωνόμαστε με την πολιτική γραφικότητα και αποδεχόμαστε το διαβρωτικό ψεύδος.
Οι δόσεις μάλιστα του πολιτικού δηλητηρίου που λαμβάνουμε συνεχώς αυξάνονται και έτσι αποκτούμε ανοσία. Παθαίνουμε ένα είδος πολιτικού μιθριδατισμού. Όπως ο βασιλιάς Μιθριδάτης που λάμβανε όλο και μεγαλύτερη δόση δηλητηρίου μέχρι του σημείου της ανοσίας, έτσι και εμείς θεωρούμε τη μετριοκρατία πολιτική μας μοίρα.
Προσπαθούμε να τιμωρήσουμε τις ελίτ και στέλνουμε στη Βουλή γραφικές φιγούρες, θεωρώντας ως προσόν τη λαϊκότητα. Παραχωρούμε θέσεις ευθύνης σε ανθρώπους που δεν πληρούν τις υποτυπώδεις προϋποθέσεις. Δεν έχουμε κατανοήσει ακόμη ότι ο καθένας δεν μπορεί να γίνει βουλευτής, πολιτευτής, κομματικό, συνδικαλιστικό ή αυτοδιοικητικό στέλεχος, όπως ο κάθε επιβάτης μιας αμαξοστοιχίας δεν μπορεί να οδηγήσει το τρένο και να μας πάει με ασφάλεια στον προορισμό μας. Ακόμη και στην πιο απόμακρη φυλή του Αμαζονίου ο αρχηγός της φυλής πρέπει να έχει κάποια προσόντα υπέρτερα εν σχέση με τα μέλη της φυλής, να μπορεί να προβλέψει επί παραδείγματι πότε θα βρέξει…
Αυτή η πολιτικά αγοραία και ακατέργαστη συμπεριφορά σημαντικού μέρους του πολιτικού συστήματος είναι προφανώς ο καθρέπτης της κοινωνίας που την εξέθρεψε, ημών των ιδίων δηλαδή. Με άλλα λόγια εκφράζουμε αποτροπιασμό για πολιτικές συμπεριφορές που οι ίδιοι εκτρέφουμε. Τα πολιτικά υλικά με τα οποία οικοδομούμε τον πολιτικό και κοινωνικό μας πολιτισμό πάσχουν, μάλλον γιατί πάσχουμε πρώτα οι ίδιοι.
Αποτέλεσμα; Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα διαρκές ποδοπάτημα των θεσμών και των αξιών, αφού απουσιάζει η constans voluntas (συνεχής βούληση) σεβασμού τους. Μάλλον δε απουσιάζει και η περιστασιακή.
Σε μία φυσιολογική χώρα που πριν λίγα χρόνια χρεοκόπησε, φυσιολογικό θα ήταν η κοινωνία και η ηγεσία της να είχαν καταλήξει στα αίτια της οικονομικής και κοινωνικής χρεοκοπίας. Το λιγότερο που θα έπρεπε να κάνουν είναι να μην τα ανακυκλώνουν. Να κάνουν δηλαδή αυτό που θα έκανε ακόμη και ένα εργαστηριακό ποντίκι. Να σταματήσουν να πατούν το κουμπί που οδηγεί σε συνεχές πολιτικό ηλεκτροσόκ.
«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος πάει να πει ότι του μοιάζει» είχε πει κάποτε πολύ εύστοχα ο Μάνος Χατζηδάκις. Το πρόσωπο αυτό λίγο πολύ πια όλοι το ανεχόμαστε στο δημόσιο βίο. Και όσο το ανεχόμαστε τόσο αυτό ισχυροποιείται. Το κτήνος κερδίζει έδαφος και ετοιμάζεται να μας πνίξει. Και θα μας πνίξει αν συνηθίσουμε τη φρίκη και αρχίζει να μας τρομάζει η ομορφιά…
Από τον Νίκο Ντόλα
* Ο Δρ. Νίκος Ντόλας είναι φιλόλογος και διδάσκει «Κριτική Θεωρία» στη Φιλοσοφική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών