Αυτό, όμως, δεν εμποδίζει καθόλου πολλούς Έλληνες αυτής της μειοψηφίας να ανάβουν τσιγάρο καταμεσής κλειστών χώρων αναγκάζοντάς σε να νιώσεις ψάρι κρεμασμένο στα μανταλάκια. Ψάρι που καπνίζεται με ευλάβεια και που ουδόλως θα καταναλωθεί με ευχαρίστηση.
Το παθητικό κάπνισμα αυξάνει κατά 30% τον κίνδυνο της εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων, αλλά δεν μειώνει καθόλου την ενσυναίσθηση των καπνιστών. Αυτή η τελευταία, η ενσυναίσθηση, η ικανότητα να μπαίνει κανείς στη θέση του άλλου και να βιώνει τα συναισθήματά του σα να ήταν ο ίδιος, βρισκόταν από την αρχή στο ναδίρ. Αλλιώς δε θα ξεφυσούσαν ένα επεξεργασμένο Μάλμπορο ή ένα παχύ στριφτό πάνω στη μούρη σου. Από την αρχή και χωρίς το τσιγάρο στο χέρι σε είχαν γραμμένο στα παλιά τους τα παπούτσια, για να το πω κόσμια κι όχι όπως με γαργαλάει η γλώσσα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπαίνουν ούτε σε συζήτηση ούτε σε ψηφοφορία. Τα δέχεσαι αξιωματικά. Το δικαίωμα στη ζωή και στην υγεία δε τίθεται σε κρίση, δεν παραχωρείται σε κανένα, ούτε φυσικά στον διπλανό που απλώνει το χέρι με το τσιγάρο μακριά για να σου θυμιατίσει το δεξί αυτί, επειδή νταλκάδιασε με ένα τραγούδι, η παραέφαγε πρόβειο παϊδάκι. Ιδίως σ’ αυτόν!
Ο νόμος και οι διεθνείς συμβάσεις προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον. Και τα δύο, όμως, υποφέρουν. Το περιβάλλον πάει κατά διαόλου και τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται όπως τα σήματα της τροχαίας. Ο νόμος υπάρχει, η προστασία παρ’ όλα αυτά αγνοείται. Στην Ελλάδα απαγορεύεται το κάπνισμα στους κλειστούς χώρους, η πώληση προϊόντων καπνού και αλκοόλ σε ανηλίκους, η διάσχιση των οδών εκτός των διαβάσεων, το παρκάρισμα σε ράμπες ΑμεΑ και τόσα άλλα. Κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες, έσταξε η ουρά του γαϊδάρου, δηλαδή! Όλοι φουμάρουν δημοσίως με τον τρόπο που το έκαναν στις σχολικές τουαλέτες (αποσυρμένοι στον μικρόκοσμό τους λες και δεν υπάρχουν άλλοι γύρω), πίνουν για να ενηλικιωθούν (αφού δεν ξέρουν άλλο τρόπο από τα δεκατέσσερά τους), κάνουν σλάλομ ανάμεσα στα διερχόμενα αυτοκίνητα για να περάσουν απέναντι (αφού δεν έχουν λεφτά για σκι), παρκάρουν σε ράμπες ΑμεΑ υβρίζοντας τη μοίρα που αύριο τους θέλει σε αναπηρικό αμαξίδιο.
Δεν ξέρω πόσα αιρ-κοντίσιον έφερε η κουστωδία του Σαρτζετάκη από την Κίνα (μεγάλο σκάνδαλο που απασχόλησε τότε τον Τύπο), αλλά τιμώ από την αντίστροφη τον μεγάλο άνδρα και τέως πρόεδρο της Δημοκρατίας για την παροιμιώδη ατάκα του: «Είμεθα έθνος ανάδελφον»! Δεν έχουμε όμοιό μας. Μεγάλη αλήθεια. Μόνοι εμείς, πολύ μακριά από χώρες που θεωρούμε υποδεέστερες σε επίπεδο πολιτισμού (Τουρκία, Βουλγαρία) σκοπίμως παραβλέπουμε το δικαίωμα του πολίτη να μη βρομίζεται ο αέρας που αναπνέει με κόστος την υγεία του. Μόνοι εμείς βάζουμε πάνω από αυτό την εξυπηρέτηση του δικού μας πάθους, μόνοι εμείς, ψαράκια πιασμένα στα δίχτυα της νικοτίνης, κουβαλάμε τον εθισμό μας ολόγυμνο γεμάτοι περηφάνια στον δημόσιο χώρο. Δεν υπάρχει ελπίδα. Όσο το καφενείο της Βουλής γίνεται τεκές, όσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μαζί με τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης καπνίζουν στη Λέσχη Αξιωματικών της Θεσσαλονίκης στο επίσημο δείπνο για την απελευθέρωση της πόλης, όσο η μάνα που κουβαλά το πεντάχρονο κοριτσάκι της στη σαββατιάτικη ταβέρνα και στρίβει τσιγάρο με βαρύ χαρμάνι. Δεν υπάρχει ελπίδα όσο ο αστυνομικός στο περιπολικό έχει το τσιγάρο στο δεξί και τον φρέντο εσπρέσο στο αριστερό για να γλιστράει η κάπνα στον ουρανίσκο, όσο ο οδηγός του λεωφορείου κοροϊδεύει τον εαυτό του και τους επιβάτες με το να βγάζει που και που το αναμμένο τσιγάρο από το παράθυρο.
Δεν υπάρχει ελπίδα γιατί η προσωπικότητά μας δεν αποτυπώνεται στα επίσημα μεγάλα ερωτηματολόγια που συμπληρώνουμε, αλλά στις απλές μικρές πράξεις που αφήνουμε μισές. Φαίνεται στα κόπρανα του σκύλου μας που δεν μαζεύουμε απ’ το πεζοδρόμιο, φαίνεται από την πλημμύρα που αφήνουμε πίσω στις κοινόχρηστες τουαλέτες, φαίνεται από τον σκουπιδότοπο που φυτρώνει μαζί με τα αγριόχορτα κάθε άνοιξη στα φανάρια εκτός πόλης. Δεν υπάρχει ελπίδα γιατί δεν υπάρχει ο άλλος. Τι κι αν πεθάνει από το τσιγάρο μας, δεν έζησε ποτέ άλλωστε στο μυαλό μας!
Του Δημήτρη Παπαχατζόπουλου