Η διαδρομή όμως μέχρι την επίτευξη του στόχου, ήταν ένας κακοτράχαλος δρόμος, με πρωτοφανή δείγματα πολιτικού αμοραλισμού.
Η εικόνα του πολιτικού κόσμου, για άλλη μια φορά, πανθομολογούμενα αυτοαπαξιώθηκε στα μάτια των πολιτών.
Οξύτατες αντιπαραθέσεις μεταξύ των πολιτικών αρχηγών και των βουλευτών, ύβρεις στο κοινοβούλιο, προσωπικές επιθέσεις, περιφερόμενα πάνελ ομιλητών σε πολύωρες τηλεοπτικές συζητήσεις, δακρύβρεχτες πολιτικές προσεγγίσεις για τη σωτηρία της χώρας, ψευτοδιλήμματα και δήθεν εθνικά διακυβεύματα, κυριάρχησαν.
Οι πολίτες βίωσαν μοναδικά γεγονότα, για τα οποία ο ιστορικός του παρόντος με δέος σιωπά και ο ιστορικός του μέλλοντος προφανώς, θα καταναλώσει χωρίς φειδώ τον χρόνο του, στη λεπτομερή καταγραφή.
Στο πολιτικό σκηνικό «χώρεσαν» τα πάντα: τα Ιμια μαζί με τα άχραντα μυστήρια, τα στεφάνια στη θάλασσα για τους τιμημένους-και μάλλον οργισμένους- νεκρούς, το κρατικό ελικόπτερο για τα προσωπικά σόου, οι προκλήσεις για debate με συστάσεις για …σκονάκια, το αλκοτέστ και το κότερο, ο σεξισμός και πλείστα άλλα, ων ουκ έστι αριθμός!
Ακόμη και ο πιο πιστός του δόγματος «στην πολιτική όλα επιτρέπονται», μένει αποσβολωμένος μπροστά στα καταιγιστικά γεγονότα, που αποτελούν περίτρανες αποδείξεις πολιτικού εκτροχιασμού και κραυγαλέου τυχοδιωκτισμού.
Το πρώτο κεφάλαιο έκλεισε με μια ψηφοφορία, που έδωσε το πολυπόθητο «ναι» στην κυβέρνηση, αλλά μέσα από διαδικασίες και γεγονότα που πλήγωσαν βαθιά τη δημοκρατία μας, καθώς η ζωογόνος γι’ αυτή λέξη «συνείδηση», περιφέρεται ήδη ρακένδυτη και κακοποιημένη, εξοστρακισμένη από αυτούς που της γύρισαν επιδεικτικά και χωρίς τύψεις την πλάτη.
Με εκπτώσεις σε τιμές κόστους, θεμελιώδεις αρχές και αξίες, παραδόθηκαν ανενδοίαστα στην πυρά, αφού προηγήθηκε ένα ατέλειωτο, μαρτυρικό αλισβερίσι πολιτικών που μετρήθηκαν μεταξύ τους στη σειρά για να φτάσουν τον μαγικό αριθμό, την ώρα που οι άνθρωποι που τους τίμησαν και τους εξέλεξαν, νιώθουν σφαγιασμένοι ηθικά, από ντροπή και οργή.
Ο τόπος μας κλήθηκε ακόμη μια φορά μέσα στον χρόνο, να ζήσει το γνωστό πια είδος των πολιτικών γυρολόγων, που όπως ακριβώς στις «πρόβες» τους, γυρνούν από κόμμα σε κόμμα αναζητώντας την «ευκαιρία» τους, τώρα, στην τελική παράσταση, δίνουν τα ρέστα τους και παίζουν τη μεγάλη ζαριά τους- ή όλα ή τίποτα, στην πολιτική ρουλέτα.
Τα επόμενα εικοσιτετράωρα ξεκινά ο δεύτερος κύκλος του ίδιου σκηνικού, με την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Το αποτέλεσμα για κάποιους είναι ήδη δεδομένο, για κάποιους άλλους ζητούμενο.
Τα ερωτήματα που ήδη προκύπτουν, στον παρόντα χρόνο για όλους μας, είναι πολιτικά κρίσιμα:
Πόσο ακόμη η διατήρηση της εκάστοτε εξουσίας, η διασφάλιση της επόμενης μέρας των πολιτικών προσώπων, θα κερδίζει τη μάχη με την πολιτική ηθική και το πραγματικό εθνικό συμφέρον;
Πόσο θα επιτρέπουμε ακόμη οι εντυπώσεις να κερδίζουν την ουσία και η μπάλα σκόπιμα να πετιέται στην κερκίδα, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα πραγματικά προβλήματα, την ανεργία, τη φτώχεια, την προσφυγιά, το brain drain, την ένδεια επενδύσεων και εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής, τον μαρασμό των μικρομεσαίων, την επιτήρηση της χώρας μέχρι το 2060, με όλα όσα αυτό σημαίνει;
Πόσο ακόμη θα υποκρινόμαστε ότι δεν έχουμε εμείς καμία ευθύνη για αυτά που μέσα στον χρόνο ανεχθήκαμε, ακούσια ή εκούσια;
Πόσο έτοιμοι είμαστε να ακουμπήσουμε τη βαθιά, γεμάτη πύο και αίμα, πληγή, να πούμε αλήθειες, να μην δειλιάσουμε, να δούμε ότι ο χρόνος τελείωσε, το βαρέλι έπιασε πάτο, δεν γίνεται πια, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι;
Πόσο αποφασισμένοι είμαστε να γίνουμε εμείς οι ίδιοι η αλλαγή που ζητάμε, να πετάξουμε τα άχρηστα φορτία μας, να ανοιχτούμε, να συνεννοηθούμε, να ημερέψουμε τα πάθη μας, να στηριχθούμε μεταξύ μας, να ξαναβρούμε την αρχή μας, να σκάψουμε στις ρίζες μας, να βρούμε τον ρυθμό του δικού μας αρχέγονου τυμπάνου, του αρχαίου, του λιτού, του όμορφου, που χτυπά και ακούει το «υψηλό αίσθημα» και το «μεγάλο ιδανικό»;
Πόσο αλήθεια μπορούμε να υπερβούμε τον εαυτό μας, να αισθανθούμε την ευθύνη μας απέναντι στην πατρίδα και στην ιστορία, απέναντι στα παιδιά μας και στα παιδιά τους, να σκεφτούμε με ειλικρίνεια, να αποφασίσουμε με ανιδιοτέλεια και να συμπορευθούμε με αυτούς που νιώθουμε ότι συναισθάνονται, συνδέουν το καθήκον με την ιδέα και το πολιτικά ορθό με το ηθικά παραδεκτό;
Πόσο αλήθεια διαφορετικοί είναι αυτοί που στην πολιτική βρίσκονται για το «πόσα όνειρα και σχέδια έχω», από αυτούς που υπολογίζουν κάθε φορά «πόσα ποντάρω- πόσα κερδίζω»;
Πόσο αυτοί μεταξύ τους διαφέρουν!
Τους μεν καθορίζει και ελέγχει μέσα τους το «πόσο».
Τους δε, προφανώς μόνο το «ποσό»…
Από την Ευαγγελία Λιακούλη, δικηγόρο, πρόεδρο ΚΠ ΟΚΑΝΑ, υποψήφια βουλευτή ΚΙΝΑΛ