Από τον Δημήτρη Νούλα
Η δημοσιονομική πειθαρχία συνιστά, ίσως, αξεπέραστο πρόβλημα για τα αριστερά ριζοσπαστικά κόμματα της ευρωζώνης που ήλθαν (π.χ. ΣΥΡΙΖΑ) ή που ενδεχομένως θα έλθουν στην κυβερνητική εξουσία. Και τούτο διότι θα πρέπει να κάνουν τις πολιτικές τους επιλογές στην οικονομία, πρωτίστως, αλλά και στα άλλα πεδία συμβατές με το πλαίσιο που καθορίζεται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες και που κατά τεκμήριο δημιουργήθηκε από συντηρητικές κυβερνήσεις ή το πολύ-πολύ από κυβερνήσεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Το ζήτημα. λοιπόν, που τίθεται είναι η ασυμβατότητα των πολιτικών τους επιδιώξεων με το υπάρχον πλαίσιο οπότε οι επιλογές τους ως κυβερνητικά κόμματα είναι σχεδόν αναγκαστικές. Γι’ αυτό είτε θα παραιτηθούν της κυβερνητικής εξουσίας είτε, ως «ήπια αριστερά», θα συμβιβασθούν για να συνυπάρξουν ειρηνικά με τους πολιτικά «αλλοφύλους» είτε θα φορέσουν τη λεοντή του Τσε αποχωρώντας από το ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Την παραίτηση από την εξουσία την θεωρούμε αδύνατη όχι μόνο επειδή είναι πολλές οι χάρες της αλλά και διότι νομίζουμε ότι θα είναι πρωτοφανές να αρνείται ένα κόμμα να διαχειρισθεί την εμπιστοσύνη που του δείχνει η πλειοψηφία του λαού. Ο ρόλος της «ήπιας αριστεράς» που θα μοιάζει με το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου συγκεντρώνει μεν τις περισσότερες πιθανότητες αλλά κινδυνεύει ο κ. Τσίπρας να απολέσει την υποστήριξη από τα καλόπαιδα των συνιστωσών. Αυτό όμως, μετά από το δημοψήφισμα που τον κατέστησε πανίσχυρο, είναι κάτι που άνετα πλέον μπορεί να το διαχειριστεί.
Ο τρίτος δρόμος, αυτός του Τσε Γκεβάρα που θα οδηγούσε σε ρήξη με τους εταίρους και σε εθνικό νόμισμα, δεν αποτελεί μια οποιαδήποτε επιλογή αλλά συνιστά «αυτοκτονία». Αποτελεί αυτοκτονία όχι μόνο γιατί έχουμε, ως συντεταγμένη Πολιτεία σοβαρές αδυναμίες σε όλους τους τομείς: ποιότητα Διοίκησης, λειτουργία θεσμών, γραφειοκρατία, διαφθορά, ευνοιοκρατία στη λήψη κυβερνητικών αποφάσεων, χαμηλή ανταγωνιστικότητα αλλά και γιατί δεν υφίσταται κανένα σχέδιο μετάβασης.
Εξάλλου όσες γειτονικές μας χώρες σήμερα διαθέτουν δικό τους νόμισμα αφενός βρίσκονται σε χειρότερη μοίρα από την Ελλάδα της κρίσης και αφετέρου πασχίζουν μανιωδώς να μπουν στην ευρωζώνη. Και όσο εμείς είχαμε τη δραχμή, σύμφωνα με πολλές μελέτες, δεν βρισκόμασταν σε καλύτερη κατάσταση. Συγκεκριμένα σε έρευνα, που πραγματοποίησε ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Χρ. Κόλλιας, η Ελλάδα το 1981 (πρώτη χρονιά στην ΕΟΚ) είχε κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο 73,6% του μέσου όρου της ΕΟΚ ενώ το 2009 είχαμε 87,3% του μέσου όρου της Ε.Ε.. Επίσης, σύμφωνα με την ίδια έρευνα του κ. Κόλλια, οι υποτιμήσεις της δραχμής (1983:15%, 1985:15% , 1998:12,3%) δεν υπήρξαν αποτελεσματικές (ειδικά οι δύο πρώτες) τόσο στην αύξηση των εξαγωγών όσο και στη μείωση των εισαγωγών ενώ και το εμπορικό ισοζύγιο το 1989 επιδεινώθηκε.
Ο Αλέξης Τσίπρας, λοιπόν, άρχει ενός κόμματος που αποτελεί μίγμα ποικίλων ιδεολογικών και πολιτικών τάσεων-κατά βάση μαρξιστικών-και με κινηματική λογική. Ως γνωστόν, τα πανιά αυτού του πολυτασικού και αντιφατικού χώρου (π.χ. συνύπαρξη ευρωπαϊστών / αντιευρωπαϊστών) δεν τα φούσκωσαν οι ελκυστικές ιδεολογικές θέσεις και ο στέρεος προγραμματικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ. Τα φούσκω-σαν οι σκληρές και άδικες «μνημονιακές» πολιτικές, τιμωρητικού χαρακτήρα, που επέβαλε, εν πολλοίς, ο κ. Σόϊμπλε και τις οποίες αναγκάστηκαν να υλοποιήσουν, ως θεία δίκη, ώστε να πληρώσουν το τίμημα, τα κόμματα που έριξαν τη χώρα στα βράχια σε καιρό ειρήνης, δίχως φυσικές καταστροφές και με ποικιλώνυμα ευρωπαϊκά «πακέτα» ως βοήθεια. Ήδη οι τελευταίες ηγεσίες αυτών, των πάλαι ποτέ κομμάτων εξουσίας (Σαμαράς-Βενιζέλος), σαρώθηκαν από τον τυφώνα “Alexiς”.
Σήμερα, ο ταλαντούχος κ. Τσίπρας φαντάζει και είναι κυρίαρχος του παιχνιδιού όχι μόνο στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στο πολιτικό σκηνικό της χώρας μετά το νικηφόρο δημοψήφισμα. Οφείλουμε δε να αναγνωρίσουμε ότι προέβη κιόλας σε δύο εξαιρετικές κινήσεις που μας εξέπληξαν θετικά: στη σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών υπό τον ΠτΔ και στην «απόλυση» του κ. Βαρουφάκη από το Υπουργείο Οικονομικών. Απομένουν, βέβαια, πολλά να γίνουν διότι τα προβλήματα-και εξαιτίας της δυστοκίας παραγωγής έργου κατά τη διάρκεια της πεντάμηνης διακυβέρνησης-είναι πολλά και διογκωμένα και απαιτούν μεγάλη προσοχή στην αντιμετώπισή τους επειδή, όπως παραπάνω είπαμε, το υπάρχον συντηρητικό ευρωπαϊκό πλαίσιο δυσκολεύει τα πράγματα.
Εκεί όμως που οφείλει, ως άλλος Αλέξανδρος, να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να ελέγξει πλήρως το κόμμα του είναι ο χώρος των ποικιλώνυμων τάσεων με τον αντιευρωπαϊκό προσανατολισμό. Να απορρίψει δηλαδή όλα εκείνα τα «βαρίδια» που προσδίδουν στον τρόπο λειτουργίας του κόμματος «σχιζοφρενικό» χαρακτήρα καλλιεργώντας τον εσωκομματικό-και όχι μόνο-διχασμό αρχίζοντας από τα πρόσωπα με θεσμικό περίβλημα. Διότι ο Αλέξανδρος δεν διέθετε μόνο όραμα και στρατηγική σκέψη για την επίτευξη των στόχων του. Όποτε χρειάστηκε χρησιμοποίησε και το ξίφος του είτε για να κόψει το «γόρδιο δεσμό» είτε για να επιβάλει την πειθαρχία στο στράτευμα δείχνοντας σκληρό πρόσωπο ακόμη και σε «κολλητούς» του.
Το μέλλον και η ασφάλεια της χώρας, λοιπόν, δεν μπορεί παρά να ταυτίζονται με την ύπαρξή και λειτουργία της μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια δίχως στοιχεία αμφισημίας που θα υπονόμευαν τις σχέσεις εμπιστοσύνης με τους εταίρους. Κάθε άλλη σκέψη ή ενέργεια που θα έβαζε σε κίνδυνο αυτή της τη θέση δεν μπορεί να έχει καμιά σχέση ούτε με τις οικονομικές ούτε με τις γεωστρατηγικές της επιδιώξεις.
Η διασφάλιση, ως εκ τούτων, της συνέχειας της χώρας στο ευρωπαϊκό οικοσύστημα ως αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών του Αλέξη Τσίπρα είναι που μπορεί να τον μεταλλάξει από απλό ταλαντούχο πολιτικό σε σημαίνουσα προσωπικότητα αυτής της κρίσιμης ιστορικής περιόδου έστω και αν χρειαστεί να πει το ΝΑΙ σε μια επώδυνη συμφωνία αντλώντας δύναμη από το Όχι που του πρόσφερε το 61,3% των συμπατριωτών μας. Προσωπικότητα που τότε, προφανώς, θα υπερβαίνει τα στενά όρια του ιδεολογικού και πολιτικού χώρου της ελληνικής αριστεράς.
Ο Δημήτρης Νούλας είναι Χημικός