Γιατί αν είχαμε τον αληθινό παράδεισο μέσα μας, δεν θα χρειαζόμασταν τον τεχνητό και ο δρόμος για τον αληθινό περνάει μέσα απ’ τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Και τον μεν Θεό δεν Τον αγαπάει κανένας, μόνο μιλάνε όλοι για κάποιο Θεό αόριστα, οι δε ορθόδοξες εκκλησίες είναι γεμάτες τυπολάτρες ανθρώπους, με την παγωνιά στην καρδιά, αφού κάνουν εξαιρέσεις στους αδερφούς και δεν έχουν ενότητα. Και οι μεν αιρέσεις οργιάζουν, η δε χριστιανική τους μόρφωση είναι μόνο εξωτερική και δεν δονεί την ύπαρξή τους, ώστε να εμπνεύσει και καμία πράξη όμορφη και αληθινή.
Έπειτα, είναι το χρήμα που είναι είδωλο και νόημα επιδίωξης στη ζωή των κοσμικών ανθρώπων, η υπεροχή σαν αξία και η ματαιοδοξία παντού. Στην ομορφιά, στην εξουσία, κ.λπ. Μια μεγάλη επιθυμία αναγνωρισιμότητας δηλαδή. Τέλος, το πρόστυχο και το χυδαίο αντικατέστησε τον έρωτα και τη δύναμή του.
Η κρίση δηλαδή είναι πολυεπίπεδη. Κι εμείς εξαντλούμε την καθημερινότητά μας σε μάταιες φιλοφρονήσεις, αυταρεσκόμενοι ότι όλα πάνε καλά και είμαστε καλοί άνθρωποι, με καλοσύνη αποθηκευμένη μέσα σε τσιπάκια, σε κωδικούς, σε αρχεία, σε λίστες, σε έλεγχο, σε εκφοβισμό, όλα αυτά προβλεπόμενα και κατοχυρωμένα από ηθικούς κώδικες και κώδικες που παραβιάζουν ανθρώπινα δεδομένα, όπως η ελευθερία, η συνείδηση, η β΄ ευκαιρία κ.λπ.
Τουλάχιστον μην είχαν την πεποίθηση ότι κάνουν το καλό και το σωστό… Αλλά προτιμούν οι υπεύθυνοι την εύκολη λύση, έστω κι αν μέσα τους ξέρουν ότι είναι η εύκολη λύση. (Ο ακρωτηριασμός δηλαδή, του κοινωνικού ιστού, για να επιβιώσουν οι ισχυροί).
Ας σκίζαν τα πτυχία τους οι επιστήμονες, ας μετάνιωναν οι θρησκόληπτοι και ίσως ο Θεός από κει ψηλά τους συγχωρούσε. Αλλά τώρα κλαίει για το τσίρκο μιας ανθρωπότητας αποτυχημένης και όμως αυτάρεσκης.
Όσον αφορά στον ναρκισισμό, ίσως δεν είναι αρκετός ο αυτοσαρκασμός για την απαλλαγή μας απ’ αυτόν. Ας θυμηθούμε την αρετή της ταπεινότητας απ’ τον συμβολισμό του παραμυθιού της «Σταχτοπούτας», όταν ο πατέρας της ρωτήθηκε αν έχει άλλες κόρες εκτός απ’ τις 2 μεγάλες και είπε όχι. Ενώ είχε και τη Σταχτοπούτα, μέχρι που του το θύμισε η ίδια.
Άρα εδώ βλέπουμε και το εξής ότι: «Σοφός πατέρας είναι αυτός που γνωρίζει καλά το παιδί του» William Shakespeare.
To δεύτερο σκέλος είναι η τεχνογνωσία.
Είναι γνωστό σε όλους ότι οι επιστήμες προέρχονται απ’ την επιθυμία των ανθρώπων για γνώση. Όμως απ’ τη στιγμή που ο άνθρωπος έχει μέσα του τη φιλοδοξία, περιπίπτει στην αλαζονεία και την ύβρη, ακόμη, στην αρχαία της έννοια. Άρα η φύση τον εκδικείται γιατί έχει ξεπεράσει τα όρια. (Βλέπε πυρηνική ενέργεια, μεταλλαγμένα προϊόντα κ.λπ.). Το ίδιο ισχύει για το διαδίκτυο και τον πάσης φύσης εθισμό.
Τέλος, ο υπερκαταναλωτισμός όλων μας και ο πλεονασμός υλικών αγαθών στη Δυτική κοινωνία, κυρίως, κρύβεται σαν αιτία της ρύπανσης και πρέπει να ελεγχθεί. Δηλαδή διαπιστώνουμε ότι: ο σύγχρονος άνθρωπος έχει χάσει την αρμονία μέσα του και γύρω του και επί πλέον δεν ζει σε φυσικό περιβάλλον, αλλά σε αστικό, πράγμα δύσκολα διαχειρίσιμο χωρίς πνευματική ζωή και εσωτερική καλλιέργεια. Μη υποτιμώντας και τον κίνδυνο της εσωστρέφειας και της αυτοκαταστροφής σε προσωπικό επίπεδο.
Και μη μου πείτε ότι για όλα αυτά φταίει ο Θεός, γιατί τον Αδάμ και την Εύα π.χ. δεν τους απασχολούσε τίποτε απ’ όλα αυτά. Ο άνθρωπος όμως, από τότε ήθελε να γνωρίσει εκτός από το καλό και το κακό.
Η έξοδος δηλαδή από την κρίση δεν είναι θέμα πολιτικό (χωρίς να υποτιμάμε την πολιτική, η οποία ασφαλώς και χρειάζεται), αλλά για να είμαστε ρεαλιστές, πρέπει να καταλάβουμε ότι η έξοδος απ’ την κρίση είναι θέμα οικολογικής και κοινωνικής συνείδησης του πολίτη, η οποία διαμορφώνεται μεν στην παιδεία ενός κράτους, που είναι θέμα πολιτικό, όμως άπτεται της ελευθερίας του προσώπου καθώς και των ενστίκτων του, πράγμα διαχειρίσιμο μόνο πνευματικώς. Δηλαδή είναι θέμα προαίρεσης.
Ελευθερία σημαίνει να μπορεί κάποιος να επιλέξει το καλό ή το κακό. Η ελευθερία που διαθέτει το πνεύμα μας είναι ευλογία και κατάρα ταυτόχρονα, διότι πρέπει από φιλότιμο, να επιλέξουμε το καλό και όχι το κακό.
Επειδή τώρα δεν ξέρουμε την προαίρεση των άλλων ούτε καν τη δική μας, ποια είναι, γι’ αυτό μια μερίδα διανοούμενων συμπέρανε ότι όλα είναι μάταια (πράγμα βολικό κατά τα άλλα), όπως οι λεγόμενοι ποιητές του δρόμου, γνωστοί για τον αντικομφορμισμό τους, σαν τρόπο ζωής, όταν μάλιστα ξέρουμε ότι ποσοτικά οι κακοπροαίρετοι είναι η πλειοψηφία, άρα δεν υπάρχει νόημα προσπάθειας αλλαγής του κόσμου, ούτε του εαυτού μας (τη στιγμή που τα ανθρώπινα πάθη είναι φαινομενικά ανίκητα), ή να φέρουμε την ποιότητα στη ζωή μας, κ.λπ.
Η β΄ περίπτωση είναι να γίνουμε ήρωες, σκεπτόμενοι θετικά για τον εαυτό μας, ότι ανήκουμε στους καλοπροαίρετους και να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τον εαυτό μας, σύμφωνα με σταθερό κώδικα ηθικής και να δώσουμε και στους άλλους το παράδειγμα, όλους όμως τους άλλους και με ό,τι κόστος κι αν συνεπάγεται αυτό.
* Από τον Κων/νο Εμ. Τσοχατζή