Πόνος βουβός και μια νέα Εθνική τραγωδία να εξελίσσεται. Κάποτε ήταν η αδικία στη «Ρικομέξ». Στον μεγάλο σεισμό της Αθήνας. Μετά ήρθε η αδικία στο ναυάγιο του «Σάμινα». Ήρθε η αδικία στις καταστροφικές πυρκαγιές στην Ηλεία και προσφάτως η αδικία με τους πνιγμούς στη Μάνδρα και τώρα… Τώρα ήρθε η τραγική μοίρα να σκορπίσει τον πόνο στη Ραφήνα, στο Μάτι, στην Ανατολική Αττική, ξεκινώντας τη συζήτηση από την ίδια αφετηρία. Ποιος φταίει; Τα ερωτήματα είναι δυστυχώς πάντα κοινά. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες τραγωδιών, που όλες ξεκίνησαν δυστυχώς από τις ίδιες εγκληματικές παραλείψεις. Άλλα έπρεπε να γίνουν και άλλα έγιναν, με αθώα θύματα σε όλες τις περιπτώσεις. Ανθρώπους, που αλλιώς σχεδίαζαν το μέλλον τους και αλλιώς βίωσαν το παρόν. Παιδιά, που είδαν τον τρόμο κατάματα.
Η χώρα τελεί υπό πένθος και θεωρώ, ότι θα πάρει αρκετό χρόνο για να επιστρέψει σε μια κανονικότητα. Οι πληγείσες περιοχές για όσους τις γνωρίζουμε, δυστυχώς ίσως να μην πάρουν ξανά ποτέ την προτέρα μορφή φυσικού κάλλους και ξεγνοιασιάς για όσους απολάμβαναν τις παραλίες τους. Ο πόνος είναι αβάσταχτος, το ίδιο και τα γιατί. Γιατί η πολιτεία δεν έκανε τα αυτονόητα; Γιατί δεν προστάτευσε τους κατοίκους, γιατί κανείς δεν τους καθοδήγησε προς την ασφαλή διαφυγή, ακόμη και αν η φωτιά εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα και υπό ακραίες συνθήκες;
Το 2016 στον Καναδά, μία ολόκληρη πόλη εκκενώθηκε υπό την απειλή μεγάλης πυρκαγιάς που απειλούσε το Φορτ Μακμάρεϊ και κατέστρεψε σχεδόν τη μισή πόλη. Τότε, περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι διέφυγαν ανάμεσα στις φλόγες, στη μεγαλύτερη εκκένωση λόγω πυρκαγιάς, που έγινε στην ιστορία της χώρας. Η εκκένωση ήταν αναίμακτη, παρά το γεγονός, ότι έγινε από τον έναν και μοναδικό αυτοκινητόδρομο, που ενώνει την πόλη με το πλησιέστερο μεγάλο αστικό κέντρο.
Βέβαια, εκεί διατάχθηκε υποχρεωτική εκκένωση και όλες οι δημόσιες υπηρεσίες συνέδραμαν συντεταγμένα, γρήγορα και υπεύθυνα στην αποτροπή της τραγωδίας και όχι απλά στη διαχείρισή της. Αν στην Ελλάδα μιλούν ακόμη για ‘’ασύμμετρες απειλές’’εκείνοι, που στις φονικές πυρκαγιές του 2007 στην Ηλεία, περιορίζονταν σε φθηνή αντιπολίτευση και πολιτικά μνημόσυνα πάνω στα αποκαΐδια, τότε μάλλον το πρόβλημα είναι πολύ πιο έντονο και καθαρά ηθικό. Με τέτοιες ρητορικές θα βλέπουμε τραγωδίες να επαναλαμβάνονται κάθε δέκα χρόνια ή μέχρι την επόμενη καταστροφή. Ανέκαθεν στην Ελλάδα μάς άρεσε να φαντασιωνόμαστε εχθρούς, αόρατους, σκιώδεις, ξένους, δεν μας αρέσει όμως να προλαμβάνουμε το κακό. Το πρώτο είναι εύκολο και θεαματικό, το δεύτερο δύσκολο και κοπιώδες. Σε μια χώρα, που σέβεται την ασφάλεια των πολιτών της, το αυτονόητο θα ήταν να υπάρχει ένας επαρκής μηχανισμός πολιτικής προστασίας, ο οποίος θα ξεκινάει να διδάσκεται στα σχολεία και θα εξασκείται και θα δοκιμάζεται σε όλους τους πολίτες. Γιατί όλα είναι θέμα επαρκούς καλλιέργειας παιδείας και κουλτούρας.
Οι εθνικές τραγωδίες σε μια χώρα σαν την Ελλάδα ήταν διαχρονικά οι αιτίες για να δημιουργηθούν οι ψυχικές προϋποθέσεις συλλογικής εθνικής ανασύνταξης. Αυτός ο λαός απέδειξε για ακόμη μια φορά, ότι στα δύσκολα γίνεται ένα, αφήνει τις διαφορές πίσω και προσφέρει ανιδιοτελώς για τον συνάνθρωπο. Αν μπορούσε και το πολιτικό προσωπικό της χώρας να πράττει διαχρονικά αναλόγως, τότε πράγματι θα μπορούσαμε να ατενίζουμε αισιόδοξα το μέλλον. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν φάνηκε στις δύσκολες στιγμές της παλαιότερης αλλά και σύγχρονης ιστορίας μας. Υπό τις παρούσες συνθήκες φοβάμαι, πως όπως ξεχάστηκε η τραγωδία του 2007 έτσι θα ξεχαστεί και η τωρινή, ενώ στην επόμενη θα μιλάμε και πάλι για τις ίδια αιτίες ξεστομίζοντας ‘’ Γιατί τέτοια τραγωδία θεέ μου;‘’.
Από τον Βάσο Καραμπίλια
* Ο Βάσος Π. Καραμπίλιας είναι δικηγόρος Αθηνών, ειδικευθείς στο Αθλητικό Δίκαιο-MBA in Sports Management, επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή των Ελλήνων