Μάλιστα, είναι τόσο σκοτεινή αυτή η πλευρά του πρίσματος, όπου μιλάμε μόνο για τη δικτατορία μειοψηφιών που επιβάλλονται από τους «λίγους», αλλά σπανίως αναφερόμαστε σε εκείνες τις δικτατορίες που επιβάλλονται από τους «πολλούς».
Η πλειοψηφία αποτελεί ένα πλυντήριο που ξεπλένει τις αμαρτίες της μάζας, ο Πόντιος Πιλάτος που «νίπτει τας χείρας του» για τον όλεθρο που θα ακολουθήσει. Μία τέτοια περίπτωση, είναι αυτή της Ελλάδας, όπου οι αποφάσεις ενός επίμονα διχασμένου και κατακερματισμένου λαού καταδικάζουν την χώρα στην περιδίνηση της κοινωνικής και οικονομικής παρακμής. Οργανώνουμε φιέστες με πολύχρωμες γραβάτες και χαμόγελα, φιέστες μόνο για τους πολλούς που πείθονται πως είναι αντισυστημικοί γιατί για όλα φταίνε οι άλλοι. Είναι χαρακτηριστικό των κοινωνιών να φέρονται εθνικοσοσιαλιστικά σε καιρούς κρίσεων, με άλλα λόγια να κατηγορούν για την κατάντια τους και τον ξεπεσμό τους, τον ξένο, τον εβραίο, τον ιμπεριαλισμό, οποιονδήποτε πέραν από τον ίδιο, την ίδια την κοινωνία. Δεν είναι κατ' ανάγκη κακό το να κατηγορούμε τους άλλους, ίσως και αυτοί οι άλλοι να έχουν ένα μερίδιο ευθύνης, το πρόβλημα συνίσταται όταν κατηγορούμε μόνο τους άλλους, χωρίς να αμφιβάλλουμε για εμάς! Με άλλα λόγια η ελληνική κοινωνία στερείται αυτοκριτικής στα πράγματα, στερείται την σημαντικότερη βαλβίδα ασφαλείας που βάζει όρια στον «πάτο», τη βαλβίδα εκείνη η οποία μέσα από την αυτοκριτική βελτιώνει τις κοινωνίες, τις φέρνει αντιμέτωπες με την αλήθεια και θέτει τις βάσεις για ένα πιο αισιόδοξο μέλλον.
Και αυτό γιατί αγνοούμε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μάζας, αποφεύγουμε να αξιολογήσουμε τα αντανακλαστικά της και την κριτική της στάση στα τεκταινόμενα, θεωρείται «τέλεια» ως θέσφατο. Μία μάζα η οποία δεν διαβάζει, δεν ταξιδεύει, απλώς μεταφέρει τα κατάλοιπα των προηγούμενων γενεών. Το διάβασμα εξάπτει τη φαντασία στον άνθρωπο και τα ταξίδια ενισχύουν το εμπόριο. Ανέκαθεν αυτό που έκανε τις κοινωνίες πλούσιες ήταν το εμπόριο, όχι όμως τόσο των αγαθών, όσο των ιδεών! Τα ταξίδια δίνουν το μέτρο σύγκρισης και τη διαλλακτικότητα, γιατί προσθέτουν εμπειρία.
Είναι αλήθεια ότι εμείς εφηύραμε τη δημοκρατία, αλλά αναθέσαμε σε άλλους την εφαρμογή της. Η αρχαία Ελλάδα δημιουργούσε άτομα, ενώ η Ρώμη πολίτες για αυτό και αποτυγχάναμε σχεδόν πάντα σε όλες τις συλλογικές διαδικασίες ως κοινωνία, ενώ η όποια επιτυχία από αρχαιοτάτων χρόνων ταυτιζόταν σχεδόν πάντα με χαρισματικές προσωπικότητες(Περικλής, Καποδίστριας, Ελευθέριος Βενιζέλος κτλ). Ίσως λοιπόν αυτό να χαρακτηρίζει τους ασταθείς θεσμούς μας και την παρακμή της τελευταίας δεκαετίας. Οι θεσμοί μίας χώρας αποτελούν συνάρτηση της ιδιοσυγκρασίας του λαού της. Όταν εκλείπουν από την πολιτική σκηνή οι μονάδες, ή τα άτομα τα οποία είναι ικανά να δώσουν το όραμα στον λαό και να δείξουν τον δρόμο, η κοινωνία των μονάδων αλληλοκατασπαράσσεται και καταναλώνεται μέσα σε διχασμούς.
Η πλειοψηφία λοιπόν δεν έχει πάντα δίκαιο και δεν είναι πανάκια για τις συνέπειες των αποφάσεών της, ιδιαίτερα για κοινωνίες όπως η ελληνική. Με την έλλειψη ηγεσίας να είναι πιο έντονη από ποτέ, η δημοκρατία κοστίζει σε χρόνο και σε χρήμα. Το κόστος της πλειοψηφίας στην Ελλάδα είναι τεράστιο, είναι η μετανάστευση της «μειοψηφίας», ένα τεράστιο brain drain από τη χώρα που της στοίχισε 400.000 νέους, επιστήμονες και μία χαμένη δεκαετία.
Από τον Παύλο Τσιώκα
* Ο Παύλος Τσιώκας είναι φοιτητής Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.