Αυτό σημαίνει, μεταφράζοντάς την, ότι θα έπρεπε, μάλλον, εκτός της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, που ασκούν, δικαιωματικά, οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις, να είχε τον έλεγχο και όλων των άλλων συνισταμένων της εξουσίας, μεταξύ των οποίων τη δικαιοσύνη, τον ραδιοτηλεοπτικό Τύπο, τη συνδικαλιστική έκφραση και δράση, και την τοπική αυτοδιοίκηση, τις οποίες, ευτυχώς, δεν ελέγχει στο βαθμό, που θα ήθελε, γιατί, τότε, θα μιλούσαμε για ολοκληρωτικό και όχι για δημοκρατικό καθεστώς.
Αναφορικά, τώρα, με το αν και πώς τα καταφέρνει και κυβερνά εν μέσω, μάλιστα, δύσκολων καταστάσεων, αφού το κόμμα του δε διαθέτει εκλογική αυτοδυναμία, αυτό έχει την εξήγησή του. Δεν πρέπει, κατ’ αρχήν, να ξεχνάμε ότι ο κ.Τσίπρας συγκυβερνά με τον κ. Καμμένο, η πολιτική καταγωγή του οποίου είναι γνωστή, έστω κι αν, αρχικά τουλάχιστον, το μόνο κοινό, που είχαν μεταξύ τους, ήταν το αντιμνημονιακό και αντινεοδημοκρατικό τους μένος και, κατόπιν, η με κάθε θυσία διατήρηση της κυβερνητικής καρέκλας, γι’ αυτό και η μία κωλοτούμπα, εκ μέρους τους, διαδέχεται την άλλη. Εν τούτοις, ο κ. Καμμένος, όχι μόνο για το θεαθήναι, αλλά και για να μην αφομοιωθεί πολιτικά, τον εμποδίζει, ταυτόχρονα, στους σχεδιασμούς του και στην, κατά βούλησή του, άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας, οπότε τα κυβερνητικά φτερά του τα έχει ψαλλιδισμένα.
Πέραν, όμως, του κ. Καμμένου διευκόλυναν, έμμεσα έστω, τη μέχρι τώρα κυβερνητική πορεία του κ. Τσίπρα ο κ. Παυλόπουλος, που και αυτού η πολιτική καταγωγή είναι γνωστή, με την αποδοχή της εκλογής του στην Προεδρεία της Δημοκρατίας, αλλά και ο ίδιος ο κ. Καραμανλής με τη σιωπή του, που διαρκεί απ’ την ήττα στις εκλογές του 2009 μέχρι και σήμερα. Φέρεται, άλλωστε, να εκφράζει, περισσότερο, και τον ίδιο και το περιβάλλον του η πολιτική γραμμή, που θέλει τη Ν.Δ. να ασκεί ηπιότερη αντιπολίτευση, αφήνοντας τον κ. Τσίπρα και την παρέα του να φθαρεί εξαντλώντας την τετραετία και, απομυθοποιούμενος κατ’ αυτόν τον τρόπο, να πιεί, μέχρι τέλους, το πικρό ποτήρι της εξουσίας. Αν, τώρα, με τη στάση του αυτή πράττει σωστά ή όχι, ο καιρός θα δείξει. Απομένει να το δούμε.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, και τους πασοκογενείς βουλευτές της συγκυβέρνησης, οι οποίοι με τις επιλογές τους απέδειξαν, ότι πιο πολύ ενδιαφέρονται για τη διατήρηση της βουλευτικής και υπουργικής καρέκλας παρά για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας, που αν, πράγματι, τον επιθυμούσαν, θα τον έκαναν πράξη τον καιρό της παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ και όχι σήμερα, που κυβερνά ο κ. Τσίπρας με δεκανίκια και της δεξιάς παράταξης.
Οι κυβερνητικές εξαρτήσεις και στηρίξεις, όμως, έμμεσες ή άμεσες, του κ. Τσίπρα δεν τελειώνουν εδώ. Το καλοκαίρι του 2015 και συγκεκριμένα μετά το ατυχές δημοψήφισμα και τη μεγάλη κωλοτούμπα αλλαγής πολιτικής, για να διορθώσει και να μετριάσει το κακό, που προξένησε ο ίδιος, και ενώ τον εγκατέλειπαν ο ένας μετά τον άλλο οι πρωτεργάτες της μέχρι τότε ακολουθούμενης πολιτικής του με πρώτο και καλύτερο τον κ. Βαρουφάκη, στήριξαν με την ψήφο τους το δικό του, πέρα για πέρα, τρίτο μνημόνιο και, έμμεσα, την παραμονή του στην εξουσία όλες οι άλλες μνημονιακές δυνάμεις του τόπου, που, μέχρι πρότινος, καθύβριζε, προκειμένου η χώρα να μη οδηγηθεί στα βράχια και, εκ νέου, σε εκλογές. Άλλο, τώρα, αν ο κ. Τσίπρας δεν κράτησε το λόγο του και ξαναέκανε εκλογές συνεχίζοντας να συγκυβερνά χωρίς διαμαρτυρίες, πλέον, των αγανακτισμένων στις πλατείες για ευνόητους λόγους.
Και κάτι ακόμη• μετά τη μετάλλαξή του αυτή, άρχισε να μεταβάλλεται και η συμπεριφορά των Τροϊκανών, απέναντί του, και, σιγά-σιγά, από αρνητική να γίνεται υποστηρικτική, αφού επί των ημερών του αριστερού, κατά τα άλλα, κ. Τσίπρα έγιναν αποδεκτά μέτρα, τα οποία οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις είτε αρνούνταν, είτε αδυνατούσαν να υλοποιήσουν, φοβούμενες τις αντιδράσεις τις δικές του και της παρέας του. Αν η υποστήριξη αυτή, εξ αιτίας της προηγούμενης συμπεριφοράς του και της παρελκυστικής τακτικής του, είναι ελεγχόμενη και δε θεωρείται, πλήρως, δεδομένη δεν έχει, φαίνεται, ιδιαίτερη σημασία• χωρίς αυτήν, όμως, δε θα μπορούσε, ενδεχομένως, να κυβερνήσει.
Και επειδή, μ’ αυτά και άλλα, εγκυμονεί ο κίνδυνος να φανεί εκ μέρους μου ο κ. Τσίπρας ως ενεργούμενο, σπεύδω να συμπληρώσω, ότι, κατά την άποψή μου, αν καταφέρνει και κυβερνά, το χρωστά, εν πολλοίς, και στον εαυτό του και στο χάρισμα, που έχει: να μπορεί να ελίσσεται με μεγάλη, ομολογουμένως, μαεστρία, συμμαχώντας ακόμη και με το διάβολο, αφού, για να δείχνει αριστερός και αντισυστημικός, μεταξύ των άλλων, δηλώνει άθεος και δε φορά γραβάτα• να ανακατεύει την πολιτική τράπουλα θυσιάζοντας συντρόφους του και στρέφοντας την προσοχή του κόσμου σε θέματα, που βολεύουν τον ίδιο και το κόμμα του, πουλώντας αριστεροσύνη, ενώ η πολιτική, που ακολουθεί, θέλοντας και μη, ελάχιστη σχέση έχει, πλέον, μ’ αυτή• να ακολουθεί διχαστική τακτική, ακολουθώντας τα χνάρια του Ανδρέα Παπανδρέου και με περισσή ευκολία να παρουσιάζει το μαύρο ως άσπρο ψαρεύοντας σε θολά νερά.
Κάπως έτσι καταφέρνει και κυβερνά, μέχρι τώρα τουλάχιστον, ο κ. Τσίπρας συνεπικουρούμενος, ταυτόχρονα, και απ’ το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας, εκτός από δημοσκοπήσεις δεν πραγματοποιήθηκε καμία εκλογική αναμέτρηση, που θα έδειχνε την πραγματική απήχηση της πολιτικής του στον κόσμο και θα επηρέαζε, ενδεχομένως, τις πολιτικές εξελίξεις στον τόπο μας. Ωστόσο, ο χρόνος της πολιτικής κλεψύδρας, οσονούπω, τελειώνει και τότε, θα δούμε, πόσα απίδια έχει ο σάκος του κ. Τσίπρα και της παρέας του.
Από τον Κώστα Γιαννούλα