Είναι σαφής η διαχωριστική γραμμή που οριοθετεί τα όρια της συμπεριφοράς των ανθρώπων που ασκούν εξουσία, απέναντι του νόμου και της κοινωνίας. Δυστυχώς μια μερίδα ανθρώπων απ’ αυτούς, δεν υπακούει στους νόμους, ούτε ενδιαφέρεται να αφήσει πίσω της δείγματα καλής μαρτυρίας ήθους και ευπρέπειας. Δεν λειτουργεί με σεμνότητα, ούτε σέβεται την προσωπικότητα και το έργο των άλλων που επιτελούν μέσα στην κοινωνία. Αυτοί οι άνθρωποι βάζουν πάνω από όλα το «εγώ» τους και το «είναι» τους. Τη θέλησή τους για καθυπόταξη των άλλων στη δική τους σουλτανική προσταγή. Γίνονται παραβάτες του νόμου με την επιθετικότητά τους και τη στόχευση της εξουδετέρωσης και εξουθένωσης, όσων τους εγκαλούν στη νομιμότητα και τη διαφάνεια.
Αυτή η εικόνα της παρακμής, είναι γνωστή στο λαό που καλεί τους συντελεστές της κατάπτωσης, όποιοι και αν είναι αυτοί, να αναμετρηθούν με τις ευθύνες τους. Να θέσουν φραγμό στον κατήφορο. Να φανούν άξιοι του αξιώματός των και της εμπιστοσύνης του λαού. Να δώσουν αυτοί πρώτοι το καλό παράδειγμα στην κοινωνία. Να πάψουν να είναι δακτυλοδεικτούμενοι και να απασχολούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης με δυσμενή σχόλια σε βάρος τους. Και το κυριότερο, να πάψουν να εκστομίζουν το γνωστό απειλητικό μήνυμα: «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;».
Το ήθος των ανθρώπων βρίσκεται τον τελευταίο καιρό στο επίκεντρο των συζητήσεων και των αντιγνωμονιών και όπως αντιλαμβάνεται κανείς, ένα τέτοιο θέμα δεν θα μπορούσε να αφήσει απ’ έξω τα επώνυμα πρόσωπα της χώρας. Αυτά που με το ήθος τους και τη συμπεριφορά τους, είτε γίνονται παράδειγμα προς μίμηση, είτε αντικείμενα χλευασμού και ονειδισμού με τα ηχηρά σκάνδαλα τους, τις ιδιότυπες συμπεριφορές και τα απροσδόκητα δρώμενα τους. Τέτοια πρόσωπα εμφανίζονται κάθε τόσο στη δημοσιότητα. Αιφνιδιάζουν και σοκάρουν τους ανθρώπους με τα κατορθώματά τους, συγχρόνως υποβαθμίζουν το κύρος και τη γοητεία τους, απέναντι στην κοινωνία από τη στιγμή που παραμελούν την αποστολή τους και με τις άστοχες πράξεις και τις ενέργειές τους γίνονται υπαίτιοι περιφρόνησης εκείνων που τους θαύμαζαν και τους εκτιμούσαν.
Ποιος από εμάς δεν θυμάται εκείνο το «καλό παιδί» των πρώτων χρόνων του ΠΑΣΟΚ. Γνωστή η δίψα του για προβολή. Για εστίαση της προσοχής μας στο πρόσωπό του. Οι πλατιές μάζες του κινήματος τον θαύμαζαν και τον χειροκροτούσαν για το στομφώδη λόγο του και την ορθόφωνη προφορά του. Κάποια στιγμή, στην Αθήνα, εκεί στην περιοχή Βαρνάβα (αν δεν με απατά η μνήμη μου) οδηγώντας το αυτοκίνητό του παραβίασε τον ερυθρό σηματοδότη και αμέσως βρέθηκε αντιμέτωπος με το νόμο. Ο τροχονόμος βεβαίωσε την παράβαση και ο Κίμωνας τον έλουσε με τα πιο διακοσμητικά επίθετα. Η τάση και ο εγωισμός του για απόλυτη κυριαρχία επί των πάντων τον οδήγησε σ’ εκείνο το αμίμητο προκλητικό και απειλητικό για το λαό: «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» «Πώς τολμάς και με ελέγχεις;» «Θα σε κανονίσω».
Αυτή η αλόγιστη χρήση του λεκτικού βούρδουλα εκείνης της στιγμής, ήταν η ταφόπλακα που σφράγισε το τέλος της πολιτικής του σταδιοδρομίας μέσα στην κοινωνία. Ο άσπιλος υπηρέτης του λαού δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας κοινός εκμεταλλευτής της εμπιστοσύνης του, τον οποίο διαβεβαίωνε, ότι δύναμη του είναι η αγάπη του λαού και ότι οι ενέργειές του αποβλέπουν αποκλειστικά και μόνο στην εξασφάλιση της τήρησης των νόμων της πολιτείας και των παραδόσεων της, χάρη του λαού. Αυτά στα λόγια. Μέσα όμως στην ψυχή του κυριαρχούσε η δημοκοπία και η αυθαιρεσία. Η εξουσιαστική επιβολή της δικής του θέλησης. Η εικόνα του έπεσε πάραυτα στα μάτια του ελληνικού λαού, με την κοινή γνώμη να εκφράζει προς το πρόσωπό του την απαρέσκεια και την αηδία εξ αιτίας του προαναφερθέντος γεγονότος.
Η ίδια εικόνα ισχύει και για ένα άλλο πολιτικό της Ν.Δ. Το Μιχάλη το Βοιωτό. Πρώτο ξάδελφο του άλλοτε πρωθυπουργού, του Κώστα του Καραμανλή. Ταύτισε το πρόσωπό του με το κράτος. Μία συμπεριφορά προκλητική και βλάσφημη. Αλαζονική για τον λαό. Κατελήφθη να κυκλοφορεί αυτοκίνητο χωρίς κρατικές πινακίδες, άδεια κυκλοφορίας και ασφάλεια. Παρόμοιες και εδώ οι απειλές προς το όργανο της τάξης. Είχε όμως το θάρρος και την τόλμη, μπροστά στον θόρυβο που δημιουργήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης να βγει και να ζητήσει συγγνώμη από τον ελληνικό λαό για τις πράξεις του αυτές και να υποβάλει τον εαυτό του στην κρίση του νόμου. Η διαλεκτική που δεν στηρίζεται πάνω στο ήθος, στην αλήθεια, την εντιμότητα και την αυθεντικότητα, δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με την ανομία και την αναρχία, γι’ αυτό και είναι καταδικαστέα από τον λαό.
Σ’ αυτό το κείμενό μου δεν θα μπορούσα να αποφύγω και να μην αναφερθώ στα τελευταία γεγονότα πού έχουν σχέση με τον ευτραφή «μπούλη» του πενταγράμμου, τον Στέλιο τον τραγουδιστή. Απασχόλησαν για μερικές μέρες την επικαιρότητα, με τους θαυμαστές του, να συνασπίζονται γύρω από το πρόσωπό του για να περισώσουν την τιμή και την υπόληψή του, που είχε πέσει στα μάτια και τη συνείδηση του ελληνικού λαού, από τις έκνομες, αλλοπρόσαλλες και απρεπείς πράξεις του απέναντι στα όργανα της τάξης. Δεν επιθυμώ να καταγράψω βήμα προς βήμα την αλαζονική έπαρση του, την τραχύτητα του χαρακτήρα του και την εξουσιαστική στάση του μπροστά στα τηλεοπτικά κανάλια. Σκορπούσε προκλήσεις. Γέμιζε με εντυπώσεις την αθωότητά του. Προέβαλε τον εαυτό του, ως προσωπικότητα πρώτης προβολής στον καλλιτεχνικό χώρο. Προκάλεσε τις επευφημίες του κόσμου. Ενεργοποίησε το σύστημα του χειροκροτήματος με τους κράχτες και τους αβανταδόρους του. Ο ναρκισσισμός του όμως δεν έπεισε τους δικαστές που με τη δίκαιη και νηφάλια κρίση τους τον καταδίκασαν σε φυλάκιση για την άνομη συμπεριφορά του απέναντι των οργάνων της τάξης.
Επέλεξα τυχαία ορισμένα περιστατικά από τα πάμπολλα που υπάρχουν ανάμεσά μας. Θέλω να πιστεύω πως κανένας δεν έχει αντίρρηση να καταγράψω όλους όσους κινούνται στη ζωή, όπως οι παραπάνω -και είναι πολλοί αυτοί- των οποίων τα αρνητικά τους στοιχεία, η κοινωνία ούτε ανέχεται, ούτε δικαιολογεί. Αυτή η λοιμική κοσμική επίδειξη, αυτή η ηγεμονική συμπεριφορά, η σουλτανική παρουσίαση, πιστεύω, πως δεν υπάρχει νουνεχής έλληνας που να την εγκρίνει. Οι αντιδράσεις της λαϊκής μάζας απέναντι σε τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι κάθετες και απόλυτες. Η δημοτικότητα των ανθρώπων χωρίς ήθος, ευπρέπεια, ταπεινότητα, αγάπη, κατρακυλάει και το κύρος των και η αξιοπιστία τους τραυματίζεται, με την κοινωνία να τους θέτει στο περιθώριο και στη λησμονιά για πάντα.
Από τον Αθανάσιο Φώτο