Ο 27χρονος Γιαν ήταν ένας ταλαντούχος δημοσιογράφος που ασχολούνταν με τη διαφθορά στην πολιτική. Τον γνώρισα το 2012, τελείωνε τότε τις σπουδές του στη δημοσιογραφία σε ένα πανεπιστήμιο στη Νίτρα, μια ώρα από την Μπρατισλάβα. Είχα μόλις απολυθεί από μια εβδομαδιαία οικονομική εφημερίδα και είχα προβλήματα με τα ρεπορτάζ μου για μια μεγάλη υπόθεση διαφθοράς, την υπόθεση Γκορίγια.
Ο Γιαν με ενθάρρυνε. «Μπήκα στη δημοσιογραφία γιατί ήθελα να αφιερώσω τη ζωή μου και τη δουλειά μου στο είδος του ρεπορτάζ που κάνεις εσύ», μου είπε.
Η διαφθορά στη Σλοβακία είναι παλιά υπόθεση. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η φιλοναζιστική κυβέρνηση αντάμειβε τους πολίτες που κατέδιδαν τους Εβραίους. Επί κομμουνισμού, οι πληροφοριοδότες και οι χαφιέδες είχαν αντίστοιχα υλικά και κοινωνικά προνόμια. Όταν επήλθε η δημοκρατία, οι καλά δικτυωμένοι βγήκαν ξανά κερδισμένοι από τις ιδιωτικοποιήσεις. Και οι μεταφορές χρημάτων από τις πλουσιότερες χώρες της ΕΕ στις φτωχότερες (11 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2007 ως το 2013) πάλι τους ίδιους ωφέλησαν.
Ο Γιαν μου έγραφε κατά καιρούς για τα ρεπορτάζ με τα οποία ασχολιόμουν, έτοιμος πάντα να μοιραστεί μαζί μου τις πληροφορίες που διέθετε.
Πέρυσι, οι ρόλοι αντιστράφηκαν: εγώ μετακόμισα στον Καναδά και ήταν εκείνος που έκανε εντυπωσιακές προόδους σε μια ιστορία που καλύπταμε χωριστά: την παράνομη είσπραξη κοινοτικών πόρων από ιταλούς πολίτες που ζουν στη Σλοβακία και έχουν σχέσεις με την Ντραγκέτα.
Ο διευθυντής του Γιαν στην εφημερίδα όπου εργαζόταν μου είπε ότι ο Γιαν συνεργαζόταν με ιταλούς δημοσιογράφους για την επιβεβαίωση της ταυτότητας και της δράσης των Ιταλών που εισέπραξαν αυτά τα χρήματα και ήταν έτοιμος να γράψει για το πώς λειτουργεί η σλοβακική πλευρά αυτής της απάτης.
Ο διευθυντής ήξερε ότι είχα ταξιδέψει διάφορες φορές στη Σλοβακία το 2015 και το 2016 γι’αυτή την υπόθεση και πίστευε ότι θα μπορούσα να συμπληρώσω τα άρθρα που είχε έτοιμα για δημοσίευση ο Γιαν.
Όπως γνωρίζει κάθε δημοσιογράφος, το πιο επικίνδυνο σημείο της δουλειάς είναι λίγο πριν από τη δημοσίευση, όταν το αντικείμενο των ερευνών σου γνωρίζει ότι έχει λίγο χρόνο μέχρι την έκθεσή του στην κοινή γνώμη. Κανείς δεν ξέρει αυτή τη στιγμή αν αυτό συνέβη στην περίπτωση της δολοφονίας του Γιαν και της Μαρτίνα. Το οργανωμένο έγκλημα της Σλοβακίας δεν έχει σκοτώσει όμως ποτέ δημοσιογράφους. Η ιταλική Μαφία, πάλι, δεν έχει τέτοιους ενδοιασμούς.
Ο αρχηγός της αστυνομίας της Σλοβακίας δήλωσε ότι η δολοφονία του Γιαν σχετίζεται πιθανότατα με τη δουλειά του. Ο πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο πρόσφερε ένα εκατομμύριο δολάρια για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη των δολοφόνων – ένα έξυπνο τέχνασμα για να κλείσει κανείς την πόρτα μετά τη διάρρηξη του σπιτιού. Σε κάθε περίπτωση, οι μυστικές υπηρεσίες διαθέτουν ήδη τα ονόματα των γκάνγκστερς: τόσο εγώ όσο και ο Γιαν ερευνούσαμε με βάση έγγραφα της αντικατασκοπείας που είχαν διαρρεύσει.
Ο Γιαν ήταν ένα παιδί, παθιασμένο με τη δουλειά του και ανυποψίαστο για το τι έκρυβε η λάσπη που σκάλιζε. Δυστυχώς για την κληρονομιά του και για τη χώρα του, οι αρμόδιοι για τις έρευνες της δολοφονίας του είναι προϊόντα του ίδιου δύσοσμου περιβάλλοντος.
Του Tom Nicholson (*)
(*) Ο Τομ Νίκολσον είναι ένας δημοσιογράφος που καλύπτει τη Σλοβακία εδώ και είκοσι χρόνια. Ζει στον Καναδά και τελειώνει ένα βιβλίο για τις σχέσεις μεταξύ πολιτικής και οργανωμένου εγκλήματος.
(Πηγή: Politico.eu)