Ότι η εκκλησία επεμβαίνει στην πολιτική ζωή του τόπου. Διοχετεύουν στο δημοσιογραφικό forum με τρόπο απαξιωτικό αλλά και υβριστικό, την εικόνα που περνάει στα ανοικτά τηλεοπτικά κανάλια, τα ραδιόφωνα και τις εφημερίδες, ότι «οι παπάδες» δεν έχουν καμία δουλειά με τα πράγματα αυτά.
Είναι χρέος μου να υπομνήσω και να σκιαγραφήσω το κλίμα της εχθρότητας και το κύμα των αντιδράσεων που επικυρώνονται σε βάρος της πάνω στο θέμα αυτό. Οι επιθέσεις αυτές χτυπούν την καρδιά της, που σε κρίσιμες στιγμές και σε αποφασιστικά και μεγάλα προβλήματα που αφορούν το λαό, δίνει παλμό και όραμα αντιμετώπισής των για χάρη της κοινωνίας και όχι φυσικά της ίδιας.
Επιδιώκουν να απογυμνώσουν τον ενεργό της ρόλο που πρέπει να διαδραματίζει μέσα στην κοινωνία με το φθηνό επιχείρημα, ότι αυτή δεν μπορεί και δεν έχει δικαίωμα να αναμειγνύεται στα κοινωνικά προβλήματα της πολιτείας, τα οποία είναι έργο, υποχρέωση και ευθύνη της τελευταίας. Η ίδια δεν μπορεί παρά να ασκεί μόνο τα πνευματικά της καθήκοντα. Αυτός ο πόλεμος, όσο σκληρός και αν είναι, δεν μπορεί να κάμψει το καθήκον και την υποχρέωση της εκκλησίας να έχει φωνή και λόγο στα κοινά δρώμενα του τόπου. Το δικαίωμα της αυτό εκπορεύεται μέσα από τις ευαγγελικές περικοπές και τα κείμενα των μεγάλων πατέρων της εκκλησίας και δεν μπορεί να το απεμπολήσει με κανένα τρόπο, διαφορετικά θα είναι ανάξια της αποστολής και του ρόλου της που πρέπει να διαδραματίζει μέσα στην κοινωνία
Η εκστρατεία αυτή για τον πνιγμό κάθε προοδευτικής φωνής της και την εξαφάνισή της από τα ζωτικά και βιοτικά πράγματα που σχετίζονται με τη ζωή, την πρόοδο ή την ανέχεια του λαού και τη φτωχοποίησή του, μαρτυρούν την ανευθυνότητα και την επικινδυνότητα, όσων ασπάζονται τις απόψεις αυτές, τις υιοθετούν και τις προωθούν στην πράξη. Η εκκλησία έχει όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση να ορθοτομεί τον λόγο της αλήθειας, ακόμη και αν αυτός δυσαρεστεί πρόσωπα που βρίσκονται υψηλά ιστάμενα, στο μεγαλύτερο βάθρο της ιεραρχίας του τόπου. Αυτό απορρέει μέσα από το ευαγγέλιο και από λόγους εθνικούς και πρακτικούς. Άλλωστε ο πολιτικός λόγος για την υπεύθυνη τοποθέτηση στα κοινά του τόπου είχε καθιερωθεί από την αρχαιότητα. Η αμερόληπτη και διακριτική παρέμβαση της εκκλησίας και η εκπεφρασμένη ετυμηγορία της στην εξαγγελία της αλήθειας και μόνο της αλήθειας είναι επιβεβλημένο καθήκον όσων την ποιμαίνουν. Αυτοί πρέπει να έχουν το θάρρος και την τόλμη να διαλαλούν την αλήθεια προς το ποίμνιό τους για να το προστατέψουν από τυχόν άδικες και επικίνδυνες συμπεριφορές της κοσμικής εξουσίας. Να είναι προσεκτικοί και να μένουν έξω από τις παγίδες των κομματικών ανταγωνισμών. Ο λόγος της εκκλησίας να διατυπώνεται καλόπιστα και με κάθε υπευθυνότητα και ποτέ με επικριτική διάθεση. Ο αντιρρητικός και ελεγκτικός λόγος πρέπει να αποβλέπει στην προστασία του λαού από εκείνους που θέλουν με τα συνθήματά τους να του πνίξουν τη σκέψη και να μη του αφήνουν περιθώρια κρίσης και επιλογής. Να τον μεταχειρίζονται κατά την κρίση τους και τη βούλησή τους σαν ανδράποδο. Ο έλεγχος και η υπεύθυνη κριτική από οιονδήποτε και αν προέρχεται δεν είναι στοιχεία, τα οποία κινούνται έξω από τα δικαιώματα της εκκλησίας. Αντίθετα είναι από εκείνα τα στοιχεία που της επιβάλλουν να κινείται κατ΄αυτόν τον τρόπο ώστε να διαφυλάττει το κύρος της, την αξιοπρέπεια της και την αποστολή της, απέναντι του λαού, αρκεί αυτές οι ενέργειές της να αποβλέπουν και να αποσκοπούν στην προσφορά και στην αγάπη του λαού. Το σύνταγμά μας καθορίζει κατά τρόπο σαφή τους διακριτικούς λόγους μεταξύ της πολιτείας και της εκκλησίας. Η τελευταία οφείλει να απέχει από κάθε παρέμβαση στην πολιτική ζωή του τόπου. Αυτό είναι έργο αποκλείστηκα και μόνο της πολιτείας.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η εκκλησία δεν μπορεί να λάβει θέσει και να εκφράσει τις απόψεις της στα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν τον τόπο και τους πολίτες του. Δεν μπορούν να έχουν λόγο οι φρεατωρύχοι, οι αμαξοκαρραγωγείς, οι ποιμένες, οι οικοδόμοι πάνω στα μεγάλα προβλήματα του τόπου, της οικονομίας, της παιδείας, της υγείας, της ασφάλειας και να στερείται το δικαίωμα αυτό η Ιερά Σύνοδος και η Ιεραρχία.της Εκκλησίας της Ελλάδος. Που στο κάτω κάτω το πνευματικό τους επίπεδο είναι υπέρτερο. Όσοι υποστηρίζουν ότι η εκκλησία πρέπει να ασχολείται με τα πνευματικά της καθήκοντα και τα άλλα να τα αφήνει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της πολιτείας, κάνουν λάθος. Η αντίληψη αυτή και εσφαλμένη είναι και εξωπραγματική. Η εκκλησία δεν είναι μόνο για το «Κύριε ελέησον» και το «Παράσχου κύριε». Την τέλεση των μνημόσυνων, τους αγιασμούς των πιστών και την πνευματική λύση των γάμων. Η αντίληψη αυτή είναι ξένη και άγνωστη προς τον πραγματικό της σκοπό. Δεν στηρίζεται σε θεολογική καταξίωση, αλλά σε άρνηση να αγωνισθεί να μας βγάλει από την παρακμή, να μας χειραγωγήσει στην ανέφελη ευτυχία, να μας οδηγήσει από το σκοτάδι στο φως. Από τον πόνο και τη λύπη, στη χαρά και την ευτυχία. Σε κάθε αντίθετη περίπτωση η εκκλησία μοιάζει να έχει εγκαταλείψει το λαό και την αποστολή της που έχει απέναντί του. Η εκκλησία με την κάθε της επέμβαση, με την κάθε της υπόδειξη, επαγγελία ή προσταγή προς την κοσμική εξουσία δεν έχει σκοπό να φρενάρει την πρωτοβουλία της ή να παρεμποδίσει το έργο της. Απλά, όταν το κάνει αυτό, το πράττει για να την προστατεύσει από την πλάνη της, στην οποία πολλές φορές πίπτει. Κανείς δεν έχει το δικαίωνα να την κατακρίνει για την ενέργειά της αυτή, αφού έχει υποχρέωση να ομιλεί για τα προβλήματα του τόπου και αν χρειασθεί να συγκρουσθεί ακόμα και με τους πολιτικούς άρχοντες. Όταν η εκκλησία, παραχωρεί η εκμισθώνει τα αγροτικά ή αστικά ακίνητα, με συμβολικό τίμημα στο λαό, είναι καλή. Όταν καθημερινά παρέχει χιλιάδες ατομικά γεύματα στο λαό και σε έκτακτες περιστάσεις, τόνους τροφίμων και ρουχισμού, τότε της πλέκουν ύμνους και ωδές. ΄Όταν όμως κατακρίνει το σύμφωνο συμβίωσης, τους γάμους των ομοφυλόφιλων, τον Γαβρόγλου και τους πρώην συναδέλφους του για την κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών, όταν στιγματίζει την έκλυση των ηθών, την φαυλότητα και τη διαφθορά, τότε είναι σκοταδιστική, μουχλιασμένη, αρτηριοσκληρωτική, οπισθοδρομική. Αυτός ο σκληρός στιγματισμός των ανθρώπων αυτών που τολμούν να κατακρίνουν την εκκλησία δείχνει τη μικροψυχία και την κακότητα. Η εκκλησία είχε, έχει και θα έχει πάντοτε φωνή και λόγο στα κοινά προβλήματα του τόπου. Ας το χωνέψουν όσοι υποστηρίζουν το αντίθετο.
Από τον Αθανάσιο Φώτο
* Ο Αθανάσιος Φώτος είναι επί τιμή δικηγόρος