Φυσικά ο Τζίμης – που από χτες όλοι αποκαλούν «Τζιμάκο» (αλήθεια, πόθεν η οικειότητα;) – δεν απέφυγε τον καταιγισμό σχολίων που γράφονται από άσχετους και σχετικούς... σχετικά με την αμφιλεγόμενη προσωπικότητά του. Τι, μόνο αυτός θα μιλάει; Τρελαμένοι Θεούσοι και Θεούσες βρήκαν έτσι την ευκαιρία να τον ξεσκίσουν για την «αιρετική» του παρουσία. Φανατικοί θαυμαστές του τον αποθεώνουν. Λάβροι εθνικιστές τον λένε ανθέλληνα, ενώ οι δήθεν πιο «ψαγμένοι» τον έχουν ταξινομήσει ως «ένα ακόμη πιόνι του συστήματος» το οποίο – υποτίθεται ότι χτυπούσε με τη σάτιρά του. Άβυσσος η ψυχή των ανθρώπων, κατά πώς λένε και καλώς το λένε.Ό,τι και να ισχύει ο Τζίμης Πανούσης δεν πέρασε από τη ζωή απαρατήρητος. Προφανώς είχε κάτι να πει… Ήταν καλλιτεχνάρα ο άνθρωπος, τελεία.
Κάπως έτσι η δήλωση που έκλεψε την παράσταση ήταν, κατά τη γνώμη μου, αυτή ενός άλλου μεγάλου καλλιτέχνη, του Γιώργου Νταλάρα με τον οποίο ο Πανούσης είχε τη γνωστή δικαστική διαμάχη για πολλά χρόνια:
«Οι αντιθέσεις που είχα μαζί του στο παρελθόν, έγραψε ο Νταλάρας, με κάνουν να λυπάμαι ακόμα πιο βαθιά. Μπροστά στη ζωή και στο θάνατο, όλα γίνονται ασήμαντα, μηδαμινά. Καλό σου ταξίδι".
Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα…
Μεγάλος μηχανισμός αυτοκριτικής και αυτογνωσίας ο θάνατος… Σαν πας σε καμιά κηδεία γνωστού, είτε επειδή πονάς είτε από υποχρέωση, συνειδητοποιείς τη ματαιότητα της ζωής και όλο αυτό –προσωρινά μονάχα- σου βγαίνει σε τύψεις… Ειδικά αν με τον εκλιπόντα ήσουνα τσακωμένος, είτε για τίποτε κληρονομικά είτε για τίποτε άλλα συμφέροντα, νιώθεις μέσα σου άσχημα. «Δεν έπρεπε…» σκέφτεσαι…
Αλλά ρε φίλε, πώς να γίνει; Αυτή είναι η ζωή. Έχει μέσα της και την αντιδικία και τον ανταγωνισμό και το συμφέρον και τα καθημερινά ρουφιανιλίκια που κάθε τόσο χαλάνε σχέσεις. Και δυστυχώς, όταν νιώθεις γερός και δυνατός, και έχεις απέναντί σου γερούς και δυνατούς, θα υποκύψεις στον πειρασμό να μαλώσεις, να αμυνθείς και να επιτεθείς, να ξεσκίσεις κυριολεκτικά τον διπλανό σου. Η «μαγκιά» είναι να το καταλάβεις τότε που είσαι στα πάνω σου και να το αφήσεις να πέσει κάτω. Να πεις, ναι ρε, καμιά φορά αξίζει περισσότερο να κάτσεις να χάσεις συνειδητά από πύρρειες νίκες που ισοπεδώνουν τον αντίπαλό σου, τον εξοντώνουν. Για ανθρώπους μιλάμε στο κάτω – κάτω…
* * *
Παρόμοιες σκέψεις κάνει τελευταία και ο Αλαίν Ντελόν, ο μεγάλος αυτός γόης του γαλλικού σινεμά, ένας άντρας την ομορφιά και τη λάμψη του οποίου σχεδόν δεν μπορούσες να αντικρίσεις στα νιάτα του. Ο Αλαίν, αρχοντόγερος πια στα 82 του, έδωσε την τελευταία –όπως την αποκαλεί – συνέντευξη της ζωής του, αυτές τις μέρες στο γνωστό γαλλικό περιοδικό “Paris-Match” . Η κατάθλιψη που τον έχει καταβάλει δεν αποτυπώνεται μόνο στα λεγόμενά του. Είναι φανερή στο βλέμμα του, δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να το καταλάβεις. Στις φωτογραφίες του βλέπεις σήμερα έναν άντρα παραιτημένο, ο οποίος δηλώνει ότι δεν τον νοιάζει πια αν πεθάνει…
Είναι από γενναιότητα; Είναι η σοφία των γηρατειών που οδηγεί στη συνειδητοποίηση ότι όλα είναι φθαρτά και πως ο άνθρωπος πρέπει να αποδέχεται τη μοίρα του περιμένοντας γαλήνια και στωικά ένα τέλος «ανώδυνο, ανεπαίσχυντο και ειρηνικό» όπως το προσδιορίζει ο ιερός Χρυσόστομος;
Τίποτε απ’ όλα αυτά. Ο Ντελόν θέλει να πεθάνει επειδή – απλά- η ζωή δεν έχει πια τίποτε να του δώσει. Για τον Γάλλο σταρ, αξίζει να ζεις μόνο όταν η ζωή έχει απολαύσεις. Και τι δεν απόλαυσε ο ίδιος ! Παγκόσμια αναγνώριση και δόξα. Πλούτο… Χιλιάδες γυναίκες να παραληρούν στο πέρασμά του. Παραμυθένια ζωή ανάμεσα σε βίλες, κότερα, γρήγορα αυτοκίνητα… Και το κυριότερο; Απόλαυσε νιάτα γεμάτα υγεία, μακριά από αρρώστιες που τόσες ζωές νέων ανθρώπων καταστρέφουν. Τι άλλο να θελήσει από τη ζωή του κανείς; Κι όμως! Ο Ντελόν – κυνικά αλλά και πολύ ανθρώπινα- δεν παριστάνει το καλοκάγαθο γεροντάκι που έχει εξοικειωθεί με τον θάνατο και «γλύφει» κάποιον Θεό σκεπτόμενος την «αιώνια ζωή».
* * *
Ντελόν και Νταλάρας έχουν κάτι κοινό στον τρόπο που έζησαν τη ζωή τους: έζησαν σαν άνθρωποι το παρόν, με όλα τα πάθη και τα μίση, τις χαρές και τις λύπες που τους αντιστοιχούσαν. Η διαφορά είναι πως στην ωριμότητά τους πια, ο Νταλάρας, έστω και υπό την επήρεια ενός θανάτου, κατανοεί τη ματαιότητα και φιλοσοφεί ενώ ο Γάλλος φτύνει τη ζωή στα μούτρα. Αφού εγώ δεν θα υπάρχω, μικρή σημασία θα έχει πια ο κόσμος και η ζωή. Κατανοητό. Έτσι κι αλλιώς, όπως έλεγε ο Επίκουρος. «ο άνθρωπος κι όταν φεύγει από τη ζωή, νιώθει σα να ‘ρθε τώρα μόλις» . Δύσκολα συμβιβάζεται με την ιδέα του (δικού του) θανάτου- να είμαστε ειλικρινείς.
Ας μην κρίνουμε όμως συμπεριφορές, ας μην κρίνουμε ανθρώπους. Ο καθένας ζει κατά τον χαρακτήρα του, τις αδυναμίες του, την αγωγή και την παιδεία που κληρονομεί από το περιβάλλον και την εποχή του.
Γι’ αυτό, δεν μου είναι εύκολο να συγχωρέσω τον Τζίμη Πανούση. Ήταν ένας από τους καλλιτέχνες που σε έκανε να σκεφτείς με όσα έλεγε, συμφωνούσες ή όχι. Έθετε ζητήματα πολιτικά αλλά και υπαρξιακά. Κυρίως σε ξεμπρόστιαζε. Σου έδειχνε ποιος πραγματικά ήσουνα και όχι ποιος νόμιζες πως ήσουνα.
Α, ρε Πανούση παλιομπαγλαμά… Που πήγες και πέθανες στραβάδι...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr