Όπως ήταν αναμενόμενο, η προκλητική αυτή επιστολή προκάλεσε κατακραυγή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου το σκάνδαλο Χάρβεϊ Γουάινστιν έχει συνταράξει το Χόλιγουντ, έχει οδηγήσει στην εκστρατεία #MeToo και έχει προκαλέσει την παραίτηση γνωστών ηθοποιών και παραγωγών. Έδειξε όμως να επιβεβαιώνει και τα κλισέ για τη Γαλλία – ξέρετε, μια χώρα όπου οι γυναίκες είναι εύκολες και το σεξ εθνικό άθλημα.
Στην πραγματικότητα, η Ντενέβ και οι άλλες υπογράφουσες ήρθαν αντιμέτωπες με μπαράζ κριτικών και στη χώρα τους. Φεμινίστριες δήλωσαν ότι έπαθαν σοκ, πολύ περισσότερο που η κυβέρνηση προετοιμάζει αυτή την εποχή έναν νόμο εναντίον της παρενόχλησης στο δρόμο και έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία για να εξηγήσει τη διαφορά ανάμεσα στο συναινετικό φλερτ και την παρενόχληση.
«Συναντάμε ήδη πολλές δυσκολίες για να κάνουμε τις νέες γυναίκες να καταλάβουν ότι το να τρίβει κάποιος το πέος του πάνω τους στο μετρό αποτελεί αδίκημα. Νομίζω πως η άποψη που εκφράστηκε σε αυτό το άρθρο είναι επικίνδυνη», δήλωσε η υπουργός ισότητας των δύο φύλων Μαρλέν Σιαπά.
Η ένταση αυτής της σύγκρουσης δείχνει ότι η Γαλλία αρχίζει να αντιλαμβάνεται τη σημασία του προβλήματος. Μένουν όμως αρκετά να γίνουν ακόμη. Μια έρευνα του 2014 έδειξε ότι τα τρία τέταρτα των Γάλλων δεν μπορούν να κάνουν διάκριση μεταξύ «άσκησης γοητείας» και «παρενόχλησης». Όλες οι Γαλλίδες, εμού περιλαμβανομένης, έχουμε υιοθετήσει έναν κώδικα συμπεριφοράς για να αποκρούουμε ενοχλητικές σεξουαλικές προσεγγίσεις στον χώρο εργασίας, στα μέσα μεταφοράς και αλλού. Κατά κάποιον τρόπο, άθελά μας, είχαμε φτάσει να πιστέψουμε ότι ήταν ένα παιχνίδι, ένα κομμάτι της κουλτούρας μας, κάτι για το οποίο έπρεπε να είμαστε υπερήφανες, να νιώθουμε κολακευμένες ή ακόμη και να επωφελούμαστε από αυτό.
Όταν λοιπόν η κ. Ντενέβ και οι 99 άλλες γυναίκες δηλώνουν ότι η εκστρατεία #MeToo είναι μια αγγλοσαξονική πουριτανική αντίδραση που εμφανίζει τις γυναίκες ως αιώνια θύματα προς όφελος εξτρεμιστών της θρησκείας, δεν βοηθούν και πολύ στην αποσαφήνιση του ζητήματος.
Τα επιχειρήματά τους όμως είναι τόσο ακραία, που είναι δύσκολο να πάρει κανείς την επιστολή στα σοβαρά. «Η επιστολή υπερασπίζεται συμπεριφορές που είναι ποινικά κολάσιμες», λέει η Κριστίν Μπαρντ, μια ιστορικός από το πανεπιστήμιο της Αγγέρης που έχει γράψει το Λεξικό των Φεμινιστριών.
Ίσως λοιπόν θα έπρεπε κανείς να αντιμετωπίσει αυτή την επιστολή ως μια κοινωνιολογική ιδιοτροπία που έχει ευδοκιμήσει σε μερικούς καλλιτεχνικούς κύκλους του Παρισιού – όπου πλούσιες γυναίκες υψηλής μόρφωσης θεωρούν τη σεξουαλική παρενόχληση πηγή καλλιτεχνικής έμπνευσης.
Το 2002, η Κατρίν Μιγιέ – μια από τις γυναίκες που υπογράφουν την επιστολή – έγραψε τη Σεξουαλική Ζωή της Κατρίν Μ., ένα είδος απομνημονευμάτων όπου περιγράφει με λεπτομέρειες τις σεξουαλικές της εμπειρίες, περιλαμβανομένου του ομαδικού σεξ. Μια άλλη από τις υπογράφουσες, η Κατρίν Ρομπ-Γκριγέ, είναι γνωστή για τη σαδομαζοχιστική της γραφή.
Στην επιστολή τους, πάντως, θέτουν και ένα σοβαρό θέμα: ότι υπάρχει κίνδυνος η καλλιτεχνική παραγωγή να μολυνθεί από τις συνέπειες του κινήματος #MeToo.
Πρέπει άραγε να απορρίψουμε πίνακες που θεωρούνται σεξιστικοί; Πρέπει να απαγορεύσουμε τις ταινίες που μοιάζει να νομιμοποιούν τη σεξουαλική βία; Είναι ένα σοβαρό θέμα, το οποίο έθιξε με κομψότητα η ηθοποιός Ιζαμπέλ Ιπέρ στην εκδήλωση των Golden Globes.
«Οι διευθυντές του Γαλλικού Νέου Κύματος ήταν υπερήφανοι γι’αυτή την πρόταση: `Η παραγωγή ταινιών είναι η τέχνη τού να βάζεις ωραίες γυναίκες να κάνουν ωραία πράγματα`», είπε. «Στην οθόνη όμως, ξέρετε, μόνο στην οθόνη».
Της Anne-Sylvaine Chassany
(*) Η Αν-Σιλβέν Σασανί είναι αρθρογράφος
(Πηγή: Financial Times)