Είναι μια παλιά αγαπημένη συνήθεια... Είναι ένα είδος ετήσιου απολογισμού. Εκεί, αγναντεύω τον κόσμο από ψηλά. Larissa,Vue panoramique που έλεγαν κάτι παλιά καρτ – ποστάλ για τουρίστες. Βλέπω τους ανθρώπους που περπατούν βιαστικοί και τα αυτοκίνητα που διασχίζουν τη γέφυρα του Αλκαζάρ. Τον Όλυμπο και τον Κίσσαβο. Στα πόδια μου, ο Πηνειός. Και κάνω πάντα την ίδια σκέψη. Πως είναι το ίδιο ποτάμι με τα ασημένια νερά, ο «αργυροδίνης» που περιγράφει ο Όμηρος κάτι χιλιάδες χρόνια πριν. Το ξαναγράφω : κάτι χιλιάδες χρόνια πριν... Άνθρωποι στο μεταξύ γεννήθηκαν, άνθρωποι πέθαναν. Εκατομμύρια ψυχές σβησμένες για πάντα. Αυτοκρατορίες ήρθαν, κι έφυγαν βασιλιάδες δοξάστηκαν και γκρεμίστηκαν, οι άνθρωποι άλλαξαν ακόμη και Θεούς... Κι όμως... Τίποτε μα τίποτε δεν βρέθηκε να σταματήσει αυτό το ποτάμι. Γιατί τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει τον χρόνο...
Εκεί στο Λόφο, το αστικό τοπίο μου φάνηκε φέτος κάπως μελαγχολικό. Δεν μπόρεσα να εξηγήσω αν έφταιγε γι’ αυτό η δική μου απαισιόδοξη διάθεση, ή η ιδιαίτερη ψυχολογία των γιορτών, που πάντα συνέθλιβε πολλούς από μας, και η οποία δεν φτιασιδώνεται με λαμπερά φωτάκια, με αμερικανιές και μασκαρέματα που εδώ τα βαφτίζουν «Πάρκα των Ευχών», αλλού «Μύλους των Ξωτικών»- από φαντασία οι επιχειρηματίες άλλο τίποτε.
Βέβαιο είναι όμως ότι και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα δεν προσφέρεται για καλούς απολογισμούς σαν άλλοτε. Όσο κι αν έψαξα «βουτώντας» στα πεπραγμένα του 2017, δεν κατάφερα να αναγνωρίσω αισιόδοξα μηνύματα. Μια Ελλάδα που εξακολουθεί να βρίσκεται σε περιδίνηση. Ηγεσίες ανεπαρκείς, κατώτερες των περιστάσεων, success stories που αντιλαμβάνονται μόνο οι εμπνευστές τους, πίκρα, θυμός αβεβαιότητα δίχως σοβαρές προοπτικές για καλύτερο μέλλον. Και ελεημοσύνη... Στα κατώτερα στρώματα. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν είσαι «φιλοξενούμενος».
Ευτυχισμένο το 2018 !
Πώς να το πεις αυτό στην κυρά - Σοφία που αυτές τις μέρες είδε τα τεσσεράμισι κατοστάρικα της σύνταξης να γίνονται τριάμισι... Ένιωθε ταπεινωμένη και φοβισμένη. Μου τα έλεγε με δάκρυα στα μάτια, «-Πώς θα τα βγάλουμε πέρα;» και δεν είχα τι να της πω. Πόση ντροπή μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος;
Περιδιαβαίνοντας τον Λόφο ανακτάς την ισορροπία σου. Τα τείχη του αρχαίου Κάστρου, μπορεί να μοιάζουν ταπεινωμένα σήμερα, καθώς φιλοξενούν τραπεζοκαθίσματα καφετεριών και υποφέρουν από μαμάδες με παιδάκια που κάνουν άνω – κάτω τον χώρο, αλλά δεν χάνουν ποτέ τη γοητεία τους. Τείχη γερά, πετρόχτιστα... Είναι αυτά που άλλοτε απέκρουαν ποικιλώνυμους εχθρούς. Στέκουν εκεί χιλιάδες χρόνια να σου υπενθυμίζουν ότι κι άλλοτε οι άνθρωποι αντιμετωπίσαν δυσκολίες μα όλα περάσανε και ήρθαν καλύτερες μέρες. Ήρθαν εδώ και φύγανε αλαζόνες Πέρσες, ορμητικές ρωμαϊκές λεγεώνες που μεταλλάχτηκαν σε Βυζαντινούς, ήλθε η άγρια φυλή των Βουλγάρων, Σλάβοι μετά και Νορμανδοί που έχασαν τον δρόμο τους, ανοίγοντας ορθάνοιχτη την πόρτα στους επερχόμενους Οθωμανούς. Έχουν ψυχή αυτά τα τείχη κι ας τα προσπερνάμε όλοι αδιάφορα καθώς η καθημερινότητα και η συνήθεια έχουν αφαιρέσει τον στοιχείο της γοητείας τους. Όπως και ο Πηνειός, τα τείχη έχουν «αιχμαλωτίσει» πάνω τους τον χρόνο που εδώ μπορείς να συλλάβεις στην ολότητά του.
Το τρίτο στοιχείο που με θέλγει σ’ αυτές τις ηλιόλουστες βόλτες μου στον Λόφο είναι ο μητροπολιτικός ναός. «Ο Αι Αχίλλης», όπως άκουγα να τον προσφωνούν οι παλαιότεροι στα Ταμπάκικα, τη γενέτειρα συνοικία μου, ζώντας μια ζωή υπό τη σκέπη του. Ο σημερινός ναός είναι ένα σύγχρονο κατασκεύασμα, αν και έχει ήδη προλάβει να δημιουργήσει δεσμούς και αναμνήσεις στους Λαρισαίους. Είναι εδώ που βαφτιστήκαμε, που παντρευτήκαμε, που βαφτίσαμε κι εμείς τα παιδιά μας. Εδώ κηδέψαμε παππούδες, γονείς, φίλους, εδώ γιορτάσαμε χαρούμενα Χριστούγεννα και κατανυκτικές Πασχαλιές. Χτίστηκε στον ίδιο χώρο, στα ερείπια του παλιού Αγίου Αχιλλίου που γκρεμίστηκε στην κατοχή από τον σεισμό. Στον ίδιο χώρο είχαν τοποθετήσει οι Μουσουλμάνοι το Τζαμί τους, αφού πρώτα γκρέμισαν τον Βυζαντινό Ναό, ο οποίος διαδέχτηκε τον αρχαίο Ναό, αφιερωμένο στη Θεά Αθηνά, όπως μας πληροφορούν οι αρχαιολόγοι. Άλλη μια ιστορία... χιλιάδων ετών, άλλη μια ιστορία συνέχειας. Οι άνθρωποι, για κάποιο λόγο, κινούμενοι από ένα ένστικτο που δεν μπορούν να ελέγξουν επιλέγουν πάντα τον ίδιο καθαγιασμένο χώρο να τοποθετήσουν τους θεούς τους. Εκεί η Αθηνά, εκεί ο Αλλάχ, εκεί ο «δούλος του Θεού Αχίλλιος» των Χριστιανών. Πάντα εκεί, ψηλά, στο Λόφο, ο Θεός να «ελέγχει» τους ανθρώπους και να υπενθυμίζει την παρουσία του στους θνητούς.
Κατηφορίζοντας προς τον πεζόδρομο της Βενιζέλου, στάθηκα να αφουγκραστώ τον αχό της πόλης. Τις συνομιλίες των θαμώνων των μοδάτων ουζερί και τις κλαγγές των μαχαιροπίρουνων, τα γέλια από τις φοιτητικές παρέες, που πίνουν καφέ ακουμπώντας την πλάτη τους στον περίβολο του Αρχαίου Θεάτρου, τον ήχο του ακορντεόν ενός πλανόδιου που παίζει με τη νοσταλγία των περαστικών και προσδοκά στο γιορτινό μεροκάματο...
Ευτυχισμένο το 2018...
Δεν γνωρίζω τι θα φέρει ο καινούργιος χρόνος, ούτε και τρέφω πια προσμονές. Μα θα πάω και πάλι στη γειτονιά, σε μια μικρή αυλή που ξέρω ότι υπάρχει μια παλιά ροδιά. Θα κόψω ένα ρόδι και θα το έχω μαζί μου. Με το που θα δείξει το καντράν του ηλεκτρονικού ρολογιού 12 ακριβώς, θα βγω στην εξώθυρα και θα το σπάσω. Να κοκκινίσει ο τόπος και να σκορπίσει το κακό στους πέντε ανέμους... Μήπως κι αλλάξει πια το γούρι, μήπως και οι παλιές καλές στιγμές έρθουν και πάλι να μας χτυπήσουν το τζάμι.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr