Χρειαζόμαστε περισσότερη τιμή στα εθνικά μας σύμβολα, όχι περισσότερη απαξία. Στο ελληνικό σχολείο και την κοινωνία, η τιμή που αποδίδεται στα εθνικά σύμβολα είναι εξαιρετικά αναιμική. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες, δεν γίνεται στα κρατικά σχολεία τελετή έπαρσης και υποστολής της σημαίας, ούτε ψάλλεται τακτικά ο Εθνικός Ύμνος. Στις ΗΠΑ π.χ. ο εθνικός ύμνος ψάλλεται πριν από κάθε κοινωνική εκδήλωση (ακόμα και τις αθλητικές συναντήσεις!) ενώ σε πολλά αναπτυγμένα κράτη ο εθνικός ύμνος και η απόδοση τιμής στη σημαία αποτελούν συστατικό στοιχείο της καθημερινότητας.
Εξάλλου, ένας από τους σκοπούς του σχολείου είναι να «μετατοπίσει» τον αυριανό πολίτη από τον στενό χώρο της τοπικότητάς του, στον ευρύτερο χώρο του Έθνους και της Πατρίδας του. Ιδίως μάλιστα στον καιρό της παγκοσμιοποίησης, η σταθερή εθνική συνείδηση αποτελεί βασικό εφόδιο για την επιτυχία στην παγκοσμιότητα. Αυτό το γνωρίζουν ιδίως τα ισχυρά κράτη. Χωρίς πατριωτισμό, χωρίς αναφορά στην εθνική του κοινότητα, ο άνθρωπος συρρικνώνεται σε άτομο-καταναλωτή, που άγεται και φέρεται από τους ισχυρούς και δεν είναι εις θέση να διαμορφώσει ενεργητικά την πραγματικότητα. Μετά από δεκαετίες όπου η έννοια του «σημαιοφόρου» ταυτιζόταν με εκείνη του καλύτερου μαθητή, η επιλογή χάριν… τυχαιότητας θα ευτελίσει μια από τις σπάνιες περιστάσεις όπου βλέπουμε Έλληνες μαθητές να αποδίδουν τιμή και να νιώθουν δέος εμπρός στο εθνικό μας σύμβολο.
Χρειαζόμαστε ενίσχυση της ταυτότητας του κάθε σχολείου, όχι συρρίκνωσή της. Προκειμένου να παίξουν τον ρόλο τους, τα σχολεία οφείλουν να είναι κοινότητες: πέραν της διδασκαλίας των μαθημάτων, καλούνται να σφυρηλατούν σε εκπαιδευτικούς, γονείς και κυρίως μαθητές αξίες, ισχυρή ταυτότητα και υπερηφάνεια για το σχολείο τους. Οι διακρίσεις που συνδέονται με την επίδοση (αλλά και με άλλα χαρακτηριστικά, που έχουν να κάνουν με την πρόοδο του μαθητή, τις κλίσεις του, τις αρετές του κ.λπ) αποτελούν συστατικό στοιχείο της αυτοθέσμισης και άρα της ταυτότητας της κάθε εκπαιδευτικής κοινότητας. Η κάθε σχολική μονάδα αποτελεί μια ξεχωριστή κοινότητα, που υπηρετεί μεν ένα εθνικό εκπαιδευτικό αγαθό, αλλά δεν μπορεί να νοείται ως μια πανομοιότυπη μικρογραφία ενός -δήθεν ενιαίου- μοναδικού, πανεθνικού σχολείου. Η διάθεση του Υπουργείου να παρεμβαίνει στο κάθε τι οφείλει να υποχωρήσει. Η σχολική αυτονομία οφείλει να ενισχυθεί.
Η απόφαση του Υπουργείου να επιλέγονται με κλήρωση ο σημαιοφόρος και το άγημα σημαίας όλων των σχολείων της χώρας, χωρίς κανένα σεβασμό στις τοπικές ιδιαιτερότητες, τις παραδόσεις, το παιδαγωγικό πρότυπο που υπηρετεί η κάθε εκπαιδευτική κοινότητα, αντανακλούν ιδεολογικές εμμονές που δεν μπορούν να επιβάλλονται σε μια ολόκληρη κοινωνία με γραφειοκρατικές, διοικητικές αποφάσεις. Πραγματική μεταρρύθμιση θα ήταν το Υπουργείο Παιδείας να αναγνωρίσει πως πέραν του πυρήνα του «εθνικού» εκπαιδευτικού αγαθού, δεν έχει καμία δικαιοδοσία να παρεμβαίνει στη ζωή του κάθε σχολείου. Είναι η ώρα να γίνουμε περισσότερο –και όχι λιγότερο- πατριώτες και να εμπιστευθούμε περισσότερο –και όχι λιγότερο- τις ζώσες κοινότητες των εκπαιδευτικών, των μαθητών μας και των γονέων τους .
Του Νίκου Ράπτη
* Ο Νίκος Ράπτης είναι δάσκαλος, ψυχολόγος, δρ. παιδαγωγικής και διευθύνων σύμβουλος των Εκπαιδευτηρίων Μαίρης Ν. Ράπτου