Ένα μουσείο που φιλοδοξεί να συντηρήσει τη μνήμη των Ελλήνων και να διδάξει στους ξένους τη διαχρονική αξία της αρμονίας αλλά και τη σχέση της τέχνης με την πόλη, την εξουσία, την πολιτική και τη δημοκρατία.
Παρατηρώντας τα εκθέματα στον καλαίσθητο χώρο του Μουσείου το βλέμμα εύκολα στρέφεται στο βράχο της Ακρόπολης. Ο ιερός βράχος της Ακρόπολης και ιδιαίτερα ο Παρθενώνας δεν μαγνητίζουν μόνο το βλέμμα του επισκέπτη αλλά προκαλούν και τα ανάλογα συναισθήματα και τους αναγκαίους στοχασμούς. Γιατί ο ναός του Παρθενώνα είναι πανανθρώπινο έργο με την κεντρική αξία τον άνθρωπο.
Κι αυτό γιατί τα γλυπτά του ναού και η αρχιτεκτονική του εναρμονίζουν την ομορφιά με τη συμμετρία, το υψηλό με το γήινο. Η θέα αυτού του αριστουργήματος βοηθά το πέρασμα από τον έξω κόσμο στον έσω, από το γήινο στοιχείο στο άυλο και στην απεραντοσύνη του ουρανού, από το ανθρώπινο στο ιερό – θεϊκό, από το καθημερινό στο αιώνιο κι από τη φύση στην τέχνη.
Έξω από τα Προπύλαια του Ναού και στις «όχθες» του ιερού βράχου ίσχυαν οι νόμοι του κράτους. Μέσα στο ναό κι ευρύτερα στον περιβάλλοντα χώρο ίσχυαν οι νόμοι των Θεών και της Τέχνης. Άνθρωποι, ήρωες και θεοί συνυπήρχαν αρμονικά μέσα από θυελλώδεις αντιθέσεις και συγκρούσεις. Στα γλυπτά κι άλλα ευρήματα του Παρθενώνα δεν βλέπεις μόνο την απόλυτη αρμονία αλλά και τη διαμάχη του Ηράκλειτου με τον Παρμενίδη για την αιώνια μεταβολή και τη σταθερότητα του κόσμου.
Ένα σύστημα, δηλαδή, αξιών συμπυκνώνεται σε ένα αρχιτεκτόνημα που υπερέβη το χρόνο και το χώρο. Χτίστηκε από τη θέληση του Ενός (Περικλής) σε μια πόλη που κυβερνούσαν πολλοί (Δημοκρατία). «Λόγω μεν δημοκρατία, έργω υπό του πρώτου ανδρός αρχή».
Την ακτινοβολία του ιερού χώρου δεν την άντεξαν κάποιοι βυζαντινοί αυτοκράτορες και γι’ αυτό έκλεισαν τη φιλοσοφική σχολή Αθηνών (Ιουστινιανός). Για το θεοκρατικό Βυζάντιο ο χώρος θύμιζε ειδωλολατρία.
Ο Έλγιν, όμως, φάνηκε πιο πρακτικός, αφού με την κλοπή κάποια έργα – μάρμαρα μελαγχολούν στο μουσείο του Λονδίνου. Ποιος, τώρα, μπορεί να τα διεκδικήσει επικαλούμενος το δίκαιο και την ηθική; Εξάλλου πάντα οι δυνατοί γράφουν την Ιστορία του κόσμου αλλά οι φιλότεχνοι την ομορφαίνουν.
«Συνήθως, την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Μερικές, όμως, φορές οι χαμένοι κατακτούν τη συνείδηση ότι η μακροχρόνια ήττα τους είναι προσωρινή, και τότε η ιστορία δεν γράφεται ΓΙΝΕΤΑΙ» (Σύνθημα αναρχικών).
Η ζωή, δηλαδή, ανθρώπων κι εθνών γράφεται και εμπλουτίζεται από εκείνους που υπερβαίνουν το καθιερωμένο και δημιουργούν μορφές αιώνιες και πανθρώπινες. Μια σημαία των κατακτητών (Γερμανοί) βεβήλωσε την ιερότητα του χώρου, αλλά γέννησε κι ένα πρόσωπο – σύμβολο αντίστασης (Γλέζος). Το πνεύμα, τελικά, νίκησε το «ξίφος» και η δημοκρατία επέπλευσε.
Ο Περικλής επέβαλε την απόφασή του για τη δημιουργία του Παρθενώνα, αλλά ο «επιτάφιός» του έπαψε να διδάσκεται στο Ελληνικό σχολείο. Γιατί άραγε; Κρίθηκε αναχρονιστικός;
Όπου η πολιτική αδιαφορεί για την τέχνη, τότε ο ορθολογισμός υποχωρεί. Τελικά από το «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» φτάνουμε στο «ο άνθρωπος είναι μια δέσμη ερωτήσεων». Γι’ αυτό όποιος ρωτά ανοίγει ένα παράθυρο στο μέλλον, όπως και ένα βλέμμα στα αιώνια μνημεία της τέχνης, κι ας στέκονται σιωπηλά στις ψυχρές αίθουσες των μουσείων.
Λένε πως τα «ζώα είναι μια δέσμη απαντήσεων» γι’ αυτό δεν έχουν πολιτισμό. Οι απαντήσεις εφησυχάζουν, ενώ οι ερωτήσεις αφυπνίζουν.
Τελικά στο παραστράτημα των συνειρμών ο Παρθενώνας ήταν μια απάντηση στα ερωτήματα της Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ. αλλά κι ένα συνεχές ερώτημα για τη φύση του ωραίου, της αρμονίας, του θείου, της διαλεκτικής, του δικαίου και της τέχνης του «ευ ζην» (ευδαιμονία).
Όταν η επίσκεψη σε ένα μουσείο τελειώνει, αρχίζει ο αγώνας για την ετυμολογία της λέξης άνθρωπος.
Ο άνθρωπος είναι μόνο ο «άνω θρώσκων»;
Του Ηλία Γιαννακόπουλου, φιλόλογου