Η αυξημένη επιθετικότητα των Τούρκων τη στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στη «μέγγενη» των δανειστών, υποκρύπτει τον διακαή πόθο του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, να βάλει «πόδι» στο Αιγαίο, καταλαμβάνοντας νησιά. Σκοπό έχει να κερδίσει ένα σημαντικό κομμάτι της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Η Τουρκία, με επιθετικότητα και ασύστολο θράσος συνεχίζει για πάνω από 40 χρόνια τώρα μια επιθετική και επεκτατική πολιτική στο Αιγαίο, στην οποία τα τελευταία χρόνια έχει συμπεριλάβει και το σύμπλεγμα του Καστελόριζου, προβάλλοντας συνεχώς αβάσιμες διεκδικήσεις, και παραβιάζοντας όλους τους κανόνες του Δίκαιου της Θάλασσας. Όπως επισημαίνεται από τον δημοσιογράφο Μιχάλη Ιγνατίου, ο πρόεδρος Ερντογάν αποσκοπεί στην επιχείρηση κατάληψης τριών νησιών μας: Στοχεύει με μανία το Καστελόριζο, τη Χίο και τη Μυτιλήνη. Οι Τούρκοι μπορούν να παριστάνουν ότι η ΑΟΖ δεν υφίσταται, αλλά έχουν βάλει στο μάτι τα τρία αυτά νησιά γιατί σε περίπτωση που καταληφθούν, δίνει μια μεγαλύτερη ΑΟΖ από αυτή που σήμερα δικαιούται.
Μια απλή γεωγραφική ματιά των τριών νησιών και είναι εύκολο να δούμε γιατί τα εποφθαλμιούν. Η κατάληψη του Καστελόριζου δίνει στην Τουρκία ένα μεγάλο μέρος της ΑΟΖ που μας ανήκει στο τρίγωνο Καστελόριζου, Κύπρου και Κρήτης στην Ανατολικό Μεσόγειο που βρίθει από υδρογονάνθρακες. Επίσης, η θάλασσα δυτικά της Χίου και της Λέσβου δίνει στην Τουρκία την δυνατότητα να πάρει ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής ΑΟΖ δυτικά αυτών των δύο νησιών.
Ο γνωστός δημοσιογράφος επισημαίνει πως πρέπει να επιστρέψει κανείς πίσω 35 χρόνια, στο 1982, για να καταλάβει το πρόβλημα και τις βλέψεις της Τουρκίας. Στις 30 Απριλίου 1982 στη Νέα Υόρκη η Τουρκία ήταν μια από τέσσερις χώρες που δεν υπέγραψε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS III). Και ακόμα δεν έχει συνέλθει από αυτή τη μεγάλη ήττα της μια και η ΑΟΖ και τα δικαιώματα νησιών σε ΑΟΖ δημιούργησαν μια αφόρητη πίεση από την οποίαν υποφέρει μέχρι και σήμερα. Και ο Ιγνατίου επισημαίνει: «Έτσι, η Τουρκία, για πάνω από τρεις δεκαετίες συνεχίζει να αρνείται, ουσιαστικά, την ύπαρξη του Συντάγματος των Ωκεανών και Θαλασσών που δημιούργησε η παγκόσμια κοινότητα το 1982. Οι τουρκικές διεκδικήσεις είναι συνδεμένες με οικονομικά συμφέροντα που έχουν σχέση με τα θέματα της αλιείας και των υδρογονανθράκων.
Ιδιαίτερα, ο σημερινός «Σουλτάνος» της Τουρκίας αρνείται την ύπαρξη της έννοιας της ΑΟΖ και δεν θέλει να γίνεται από την κυβέρνησή του καμία αναφορά στην ΑΟΖ γιατί γνωρίζει ότι εάν υπάρξει μια οριοθέτηση με βάση τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), η Τουρκία θα λάβει μόνο 7,5% της συνολικής έκτασης του Αιγαίου».
Όπως, επανειλημμένα, έχει αναφερθεί, η χώρα μας, χωρίς σχέδιο και προγραμματισμό, δεν μπορεί παρά να ακολουθεί αμυντική πολιτική, πολλές φορές πυροσβεστικού χαρακτήρα. Μόνιμο χαρακτηριστικό της είναι η ατολμία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ασκήσει νόμιμα δικαιώματα που της παρέχει το διεθνές δίκαιο και μερικές φορές και η υποχωρητικότητα.
Η Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρει ρητά (άρθρο 121, παράγραφος 2) ότι όλα τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και ότι η ΑΟΖ ενός νησιού καθορίζεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζεται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Έτσι, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο εφιάλτης της Τουρκίας υπήρξε πάντα το Άρθρο 121 του UNCLOS και ενθυμούμαστε τους αγώνες της ελληνικής και της κυπριακής αντιπροσωπείας για την διατήρηση του και το πείσμα της Τουρκίας για εξαφάνισή του.
Σε κάθε περίπτωση, η διασφάλιση της ΑΟΖ και η προστασία του Αιγαίου και των νησιών συνιστούν εθνική υπόθεση υψίστης σημασίας. Και τούτο γιατί, όπως έχει αναφερθεί επανειλημμένως, μέσα από εκτενή ρεπορτάζ, οι Τούρκοι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να «χαλαρώσουν» το παιχνίδι των προκλήσεων στο Αιγαίο.
Και, όπως επιμένει ο Μιχάλης Ιγνατίου, «ο ταραξίας Ερντογάν, πιεσμένος από τα μύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει, έχει καταστεί εξαιρετικά επικίνδυνος. Δεν πρόκειται για παιγνίδια, αλλά για την πραγματικότητα».
Τα περισσότερα κράτη εκδίδουν έγγραφα στα οποία διατυπώνουν με σαφήνεια τα θεμελιώδη συμφέροντά τους. Η Ελλάδα δεν έχει κάνει ούτε αυτό. Ενας συνολικός ελληνικός στρατηγικός σχεδιασμός, που διέπεται από τα ιστορικά διδάγματα και την γνώση της σύγχρονης γεωπολιτικής, θα έπρεπε να περιλαμβάνει:
Α) Ως βάση του, πρώτον, την αποτρεπτική ισχύ και τη δημιουργία ευνοïκού συσχετισμού δυνάμεων, και, δεύτερον, την πλήρη αξιοποίηση του Διεθνούς Δικαίου, και την στήριξη στα δικαιώματα των λαών και σε σαφείς ηθικές αρχές.
Β) Η λύση του Κυπριακού -το οποίο, από το 1974, είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής εδάφους ανεξάρτητου κράτους-μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών- μπορεί να προκύψει ως προïόν στενής στρατηγικής συνεργασίας και συντονισμού Ελλάδας και Κύπρου, ενώ ουσιώδη συμβολή μπορεί να έχει ο όπου γης ελληνισμός. Απαιτούνται σχεδιασμένες ενέργειες βάσει των αποφάσεων και ψηφισμάτων του ΟΗΕ, με πλήρη σεβασμό του ευρωπαϊκού κοινοτικού κεκτημένου. Να διατηρηθεί και να συνεχιστεί εν τοις πράγμασι και στο διπλωματικό προσκήνιο η Κυπριακή Δημοκρατία παρά και ενάντια στη θέση της Τουρκίας ότι αυτή εξέλιπε. Στόχος είναι η σωστή λύση του Κυπριακού. Να γίνουν πράξη: η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής και των εκ Τουρκίας εποίκων, η επιστροφή όλων των προσφύγων, η πλήρης άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων και των εγκλωβισμένων, η εφαρμογή των τριών ελευθεριών, η κατάργηση των εγγυήσεων καθώς και των αγγλικών βάσεων.
Γ) Οσον αφορά το ζήτημα της ανακήρυξης από την Ελλάδα και της αναγνώρισης της δικής της ΑΟΖ: Η Ελλάδα έχει αυτό το δικαίωμα σύμφωνα με την ΣΘΔ του 1982 και συμφέρον της είναι να προχωρήσει στην καθιέρωσή της. Εχει αρχίσει σχετικές διαπραγματεύσεις με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, ενώ η σχετική σύμβαση που υπογράφηκε με την Αλβανία δεν επικυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο της τελευταίας. Ασφαλώς, στο ζήτημα της καθιέρωσης ΑΟΖ εμπλέκονται πολλά και ισχυρά συμφέροντα. Δεν μπορεί να δοθεί απάντηση μεμονωμένα, χωρίς συσχέτιση με μια συνολική εθνική στρατηγική, η οποία όμως δύσκολα μπορεί να ανευρεθεί στην σημερινή πολιτική συγκυρία. Ελάχιστο άμεσο απαιτούμενο είναι η συστηματοποίηση των προσπαθειών της Ελλάδας για την εξεύρεση μίας κοινά αποδεκτής οριοθέτησης της ΑΟΖ με τις κατά το δυνατόν περισσότερες όμορες χώρες. Υπάρχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά στην καθεμία περίπτωση.
Δ) Προώθηση μιας εναλλακτικής συνεργασίας των λαών και κρατών της Βαλκανικής, τόσο αυτοτελώς, όσο και στα πλαίσια της Ε.Ε. Στο επίκεντρο πρέπει να τίθεται η σύνθεση πολιτισμικών επιτευγμάτων και ιδιαιτεροτήτων και η ανάδειξη της περιοχής σε σχετικά αυτόνομο-αυτοδύναμο αναπτυξιακό πόλο.
Ε) Προβολή συγκεκριμένων όρων για την έγκριση από την Ελλάδα και την Ε.Ε. της προόδου των ενταξιακών διαπραγματεύσεών της Τουρκίας, με την απειλή αποκλεισμού της ένταξής της.
Θεόδωρος Μπατρακούλης
Δρ Γεωπολιτικής, δικηγόρος