Το κύριο θέμα του χριστιανικού φιλοσοφικού στοχασμού στην Ανατολή και στο Βυζάντιο ήταν η προσπάθεια των πατέρων για την ορθή κατανόηση της παγκόσμιας τάξης και της θέσης που θα έπρεπε να κατέχει ο άνθρωπος μέσα σε αυτή. Ο Χριστιανισμός στην Ορθόδοξη έκφρασή του, η ελληνική φιλοσοφία, η ελληνική γλώσσα και η ελληνική σκέψη σε συνάρτηση με τη φιλοπατρία και την αγάπη για την ελευθερία , αποτελούν τους κρίκους της φυλετικής ενότητας του ελληνικού έθνους.. Την ενότητα αυτή που είναι το συνεχές και ακατάλυτο βίωμα της συνείδησης των Ελλήνων , ενίσχυσαν οι Τρεις Ιεράρχες, οι οποίοι έζησαν σε μια εποχή, η οποία δεν χαρακτηρίζεται μόνο ως ο χρυσούς αιώνας του ορθόδοξου δόγματος, αλλά και ως εποχή πνευματικών αγώνων για την κατοχύρωση της πίστης και της ελευθερίας της σκέψης. Δίκαια, λοιπόν, ο Μ Βασίλειος, Γ Ναζιανζηνός, Ι Χρυσόστομος, έχουν ξεχωριστή θέση στη συνείδηση του ορθόδοξου ελληνικού λαού, ως οι φωτεινές προσωπικότητες, οι οποίες έπαιξαν συνάμα και καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του παγκόσμιου πολιτισμού. Άλλωστε, οι Τρεις Ιεράρχες διέσωσαν ό,τι πολύτιμο είχε δημιουργήσει η ανθρώπινη διάνοια ως τότε και κυρίως των Ελλήνων, αλλά πάντα μέσα στο πνεύμα του φωτός, της ελευθερίας και της αγάπης της διδασκαλίας του Χριστού .Έτσι, απόλυτα συνέθεσαν το νέο πολιτισμό του κόσμου, τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. .Οι άγιοι Ιεράρχες έγιναν μέτοχοι και της σοφίας του κόσμου και της σοφίας του Θεού. Είχαν πλήρη και ορθή κατανόηση της ιστορικής αποκάλυψης του Θεού, γνώριζαν την ελληνική φιλοσοφία και χειρίζονταν άριστα τον αττικό λόγο, την ελληνική γλώσσα, το μεγάλο δώρο των ελλήνων στο Χριστιανισμό. Η Ελληνική γλώσσα και η ελληνική σκέψη ήταν ισχυρές δυνάμεις δημιουργίας και η ορθόδοξη Εκκλησία μπόρεσε και έδωσε νέα ενότητα , με πνευματικό και ηθικό βάθος. Η Εκκλησία μας θέσπισε από τα μέσα του ια΄ αιώνα, όταν ήταν αυτοκράτορας ο Κωνσταντίνος Μονομάχος και καθιέρωσε στα χρόνια του Αλεξίου Κομνηνού,( 1081-118), ειδική εορτή των Τριών Ιεραρχών, ως οικουμενικών διδασκάλων. Καθιερώθηκαν ως προστάτες των γραμμάτων και του πολιτισμού από τον φωτισμένο επίσκοπο Ευχαϊτών, Ιωάννη Μαυρόποδα και έτσι, η 30 Ιανουαρίου είναι συνάμα εορτή της Παιδεία, των Δασκάλων και μαθητών.
. Από το 1842 το Πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε τον εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, ως ημέρα της Παιδείας και των Γραμμάτων, αφού οι μεγάλοι αυτοί Πατέρες θεωρούσαν « γυμνάσιον μεν την ψυχήν την ανθρωπίνην σοφίαν, τέλος την θείαν». Με τον εορτασμό αυτό δηλώθηκε στα πρόσωπά τους ο αρμονικός συνδυασμός της κλασικής παιδείας και του χριστιανικού στοχασμού , αφού ήταν γνώστες και μύστες ,γενόμενοι έτσι με τον τρόπο αυτό εκπρόσωποι του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού. Αφορμή για τον κοινό αυτό εορτασμό της μνήμης των τριών ανδρών, ήταν η κατασίγαση της διαμάχης μεταξύ των λογίων και του λαού της Κωνσταντινούπολης για την αξιολογική ιεράρχησή τους. Τότε, γράφηκε και η σημερινή εκκλησιαστική ακολουθία της εορτής των Τριών Ιεραρχών.(1054)
Σύμφωνα, λοιπόν με τον Συναξαριστή, «στάσις γέγονε παρά των ελλογίμων και εναρέτων ανδρών, ως προς το τις των Αγίων ήτο μείζον» και «ως συμβαίνει διαιρεθήναι τα πλήθη»
Οι Πατέρες αυτοί ήταν βαθυγνώμονες μελετητές και έξοχοι ερμηνευτές της ανθρώπινης ζωής, είχαν την προνομιακή ικανότητα της ορθής εκτίμησης των πραγμάτων, της πίστης και της αλήθειας. Δημιούργησαν την λαμπρότερη εποχή της εκκλησιαστικής σκέψης του ελληνικού στοχασμού και της ελληνικής κατανόησης και γνώσης
Ο Γρηγόριος, τονίζει ότι τ η γνώση δεν πρέπει να την καταδικάζουμε, επειδή έτσι, αρέσει σε μερικούς. Επίσης από την εθνική παιδεία κρατήσαμε ό,τι συνιστά στην έρευνα και τη θεωρία της αλήθειας και αυτό έγινε στοιχείο της γνώσης και του πολιτισμού. Οι υπέροχες αυτές φωτεινές προσωπικότητες αποτελούν την ηχηρή απάντηση σε όσους για διαφόρους λόγους συκοφαντούν τον Χριστιανισμό, ως δήθεν σκοταδιστικό σύστημα. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήταν μόνο θιασώτες του λόγου, αλλά και ακάματοι εργάτες του πνευματικού και κοινωνικού έργου. Μικρά δείγματα αυτών είναι: η Βασιλειάδα του Μ Βασιλείου, οι αγώνες του Γρηγορίου κατά των αρειανών και το φιλανθρωπικό έργο του Χρυσοστόμου
Παράλληλα μας άφησαν ένα τεράστιο συγγραφικό έργο , όπου διασώζεται ο ελληνικός λόγος, αλλά και η αρχαία μας κληρονομιά. Οι 17.000, ποιητικοί στίχοι του Γρηγορίου και οι προτροπές του Βασιλείου να ωφεληθούν οι νέοι μελετώντας επιλεκτικά τους έλληνες σοφούς και συγγραφείς, είναι λίγα σημεία του μεγαλειώδους έργου των αγίων αυτών Πατέρων. Εξάλλου, το ανθρωπολογικό έργο των Τριών Ιεραρχών εκφράζεται με τη συνάρτηση της λογικής και ελευθερίας, πίστης και γνώσης , θείου και υλικού στοιχείου του ανθρώπου. Οι Πατέρες στην επιδίωξη της αρετής ζητούσαν την μεσότητα, για την οποία κάνει λόγο και ο Αριστοτέλης και είναι για αυτούς το ορθό μέτρο μεταξύ των δύο ακροτήτων. Η βίωση της αρετής των Ιεραρχών στην καθημερινή ζωή τους, φαίνεται μέσα από τα συναξάριά τους. Παροιμιώδης υπήρξε η ακτημοσύνη του Μ Βασιλείου, η γλυκύτητα και ευγένεια του Γρηγορίου και η συμπόνια προς τους ενδεείς του Χρυσοστόμου
Τα γνήσια ανθρώπινα πρότυπα που σκιαγραφούσαν στα έργα τους, τα μιμούνταν πρώτοι οι άγιοι αυτοί Πατέρες. Οι τρεις αυτοί μεγάλοι φωστήρες της τρισηλίου Θεότητος, πρέπει να είναι στις σημερινές ασέληνες, σκοτεινές ημέρες της οικονομικής, πολιτιστικής, ηθικής κρίσης, φωτεινά ορόσημα και πνευματικοί δρομοδείκτες, όλων των παραγόντων της Παιδείας μας, αλλά των μαθητών και δασκάλων . Αλλά, παράλληλα να γίνουν σήμερα το μονοπάτι των ανθρώπων για μια κοινωνική αλληλεγγύη, για υποστήριξη των δεινοπαθούντων συνανθρώπων μας, τόσο από την οργανωμένη πολιτεία, όσο και από τους απλούς πολίτες.
Ο πνευματικός αποπροσανατολισμός και η πολιτιστική πενία της εποχής μας επιβάλλουν να στραφούμε στις καθαρές πνευματικές πηγές των προγόνων μας, να ενστερνιστούμε τις διαχρονικές αξίες , όπως αυτές καλλιεργήθηκαν μέσα στην Ελληνορθόδοξη παράδοσή μας, ώστε να μπορέσουμε να βγούμε από την σημερινή πνευματική, κοινωνική, οικονομική. οικογενειακή και όποια άλλη κρίση μαστίζει τη χώρα μας
* Του Αποστόλου Ποντίκα, δασκάλου, θεολόγου, φιλολόγου, πτυχ. Πολιτικών Επιστημών, επιτ. σχολικού συμβούλου