και πως αυτοί που πρέπει να βιάζονται είναι οι Ευρωπαίοι εταίροι για να μην συμπέσει η ελληνική κρίση με άλλα μεγάλα ζητήματα, όπως η διαδικασία του Brexit, είναι φανερό ότι εξαντλούνται τα χρονικά περιθώρια για την ελληνική οικονομία και την κοινωνία.
Απαράδεκτη καθυστέρηση
Η δεύτερη αξιολόγηση έπρεπε να είχε κλείσει, με βάση το αρχικό χρονοδιάγραμμα, τον Φεβρουάριο του 2016. Παρατηρείται λοιπόν μία καθυστέρηση 11 μηνών που μπορεί να φτάσει τους 13 και τους 14 μήνες προτού υποχρεωθεί ο κ. Τσίπρας να βάλει τις αναγκαίες υπογραφές για να εξασφαλίσει τη δόση που θα του επιτρέψει να καλύψει τις μεγάλες τοκοχρεολυτικές υποχρεώσεις της Ελλάδας, τον Ιούλιο του 2017.
Όσο περισσότερο καθυστερεί ο πρωθυπουργός τόσο πιο δύσκολη γίνεται η δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης. Επιπλέον, αυξάνονται οι πιθανότητες να μην επιβεβαιωθούν οι προγνώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για δυναμική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2017, ύστερα από μια διετία ύφεσης.
Η κυβέρνηση χάνει τις προθεσμίες του τρίτου προγράμματος-μνημονίου και αυξάνει τις πιθανότητες παράτασης του προγράμματος-μνημονίου εφόσον είναι πολύ δύσκολο να βγει το ελληνικό Δημόσιο στις διεθνείς αγορές και να καλύψει μέσω αυτών τις ανάγκες χρηματοδότησής του για την μετά το τέλος του προγράμματος-μνημονίου περίοδο. Το πρόγραμμα-μνημόνιο τελειώνει θεωρητικά τον Αύγουστο του 2018 και μέχρι τότε είναι πιθανή η δοκιμαστική έξοδος του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές αλλά μοιάζει απίθανη η μαζική έξοδός του για την εξασφάλιση δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια.
Ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του, αντί να μας απαλλάξουν από το πρόγραμμα-μνημόνιο όπως είχαν υποσχεθεί, μας εγκλώβισαν στο τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο ενώ δεν δείχνουν ικανοί να εξασφαλίσουν την έγκαιρη εφαρμογή του.
Μεγαλώνει ο λογαριασμός
Η κυβερνητική καθυστέρηση πρέπει να αποδοθεί στην προσπάθεια του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα να διαχειριστεί το πολιτικό κόστος των δύσκολων μέτρων που έρχονται και της διάψευσης των προσδοκιών που δημιούργησε, για πολιτικούς λόγους, ο ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση χρειάζεται χρόνο για να προετοιμάσει τους βουλευτές και τα στελέχη της γι’ αυτά που έρχονται και θέλει να εξασφαλίσει κάποια χρονικά περιθώρια στην προσπάθειά της να αντισταθμίσει τις μεγάλες πολιτικές απώλειες με τη δημιουργία ενός νέου κομματικού κράτους.
Η διαχείριση του πολιτικού κόστους, με τον τρόπο που γίνεται, ανεβάζει συνεχώς τον λογαριασμό για την εθνική οικονομία, τον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα και τα νοικοκυριά. Χάνονται σημαντικές οικονομικές και επενδυτικές ευκαιρίες και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να είναι και αυτή τη φορά οι θυσίες χωρίς ελπίδα. Παράλληλα αλλάζει προς το χειρότερο το διεθνές και το οικονομικό περιβάλλον, εξαιτίας της επικράτησης του Brexit, της προεδρίας Τραμπ και της ανόδου του δεξιόστροφου λαϊκισμού και του ακροδεξιού αντιευρωπαϊσμού, η οποία αναμένεται να επιβεβαιωθεί σε μια σειρά κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, στη διάρκεια των επόμενων μηνών, στην Ε.Ε.
Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του έχουν πλέον στη διάθεσή τους λίγους μήνες για να φτάσουν σε συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές προκειμένου να αποτρέψουν την εκδήλωση μιας νέας κρίσης εμπιστοσύνης που θα έχει ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του 2015. Το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος θα υποχρεωθούν να βάλουν περισσότερες υπογραφές για να κλείσουν τη δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου, ενώ με την τακτική των καθυστερήσεων θα περιορίσουν το θετικό οικονομικό αποτέλεσμα της αναγκαίας προσαρμογής.
Θα περίμενε κανείς ότι μετά την περιπέτεια του 2015 ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας θα ήταν πιο προσεκτικός στις κινήσεις του. Φαίνεται όμως ότι βασική του προτεραιότητα είναι η διαχείριση του πολιτικού κόστους για να παραταθεί η παραμονή του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και πως τα μεγάλα οικονομικά θέματα αντιμετωπίζονται σαν παράπλευρες απώλειες.
Από τον Γιώργο Κύρτσο, Ευρωβουλευτή της ΝΔ