Το επιστημονικό πόνημα του Δρα Δημητρίου Χρ. Στάμου, με τίτλο «ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΤΩΝ ΠΡΑΜΑΝΤΩΝ» (Αθήνα 2016) αναφέρεται στις αλλοιώσεις της γλώσσας που υπήρχαν επί αιώνες στον προφορικό λόγο των ανθρώπων του συγκεκριμένου γεωγραφικού χώρου. [Η Πράμαντα είναι στα σύνορα των νομών Άρτας, Ιωαννίνων και Καρδίτσης]
Παρόμοιες αλλοιώσεις υπήρχαν σε όλα τα τοπικά ιδιώματα του βόρειου Ελλαδικού χώρου με εξαίρεση τα της Πελοποννήσου και της Αττικής.
Σε αντίθεση με το νότιο ιδίωμα, που διατηρεί τα φωνήεντα στον προφορικό λόγο, στο βόρειο ιδίωμα, το άτονο –ο (-ω) τρέπεται σε ου (-u) και το –ε (-αι) σε ι (-η, -υ, -ει, -οι).
Και τα μη τονιζόμενα –ου (-u) και -ι συγκόπτονται ή αποβάλλονται ή προφέρονται ατελώς π.χ. ψουμί (αντί ψωμί) /ουχτρός (αντί εχθρός) /σι λίγου (αντί σε λίγο) /ούλος, αντί όλος, κ.α.
Για τη μελέτη του αυτή, ο συγγραφέας επέλεξε ένα μικρό αριθμό λέξεων από το ιδίωμα του γενέθλιου τόπου του. Και με βάση τους ισχύοντας γλωσσικούς νόμους για το βόρειο ιδίωμα, καθώς και τα σχετικά πορίσματα της γλωσσολογίας, κατέγραψε τα αίτια των οιωνδήποτε παραμορφώσεων που υπάρχουν σε αυτό το τοπικό λεξιλόγιο.
Από τους ως άνω νόμους, σημειώνονται τα ακόλουθα:
1) Νόμος οργανικός του βορείου ιδιώματος, ορίζει ότι αποβάλλονται οι κλειστοί φθόγγοι -ι, -ου, όταν βρίσκονται σε άτονο χώρα, π.χ. τρίτη > τρίτ’, κ.α.
2) Νόμοι αναλογικοί
Σύμφωνα με αυτούς το 1ο πρόσωπο των περισπωμένων ρημάτων αν και τονίζεται, έχει κατάληξη –ου, π.χ. θα πιω> θα πιου / καρτερώ > καρτερού κ.α.
3) Φωνητικοί νόμοι: Αυτοί διέπουν τη διατήρηση ή μη των άτονων φωνηέντων, αλλά δεν είναι παντού οι ίδιοι: π.χ. αν σώζεται σε ιδίωμα το άτονο φωνήεν μιας λέξεως, αυτό δεν σημαίνει ότι το ίδιο γίνεται και σε άλλα ιδιώματα, π.χ. στο Ζαγόρι λένε «παρατηράου», στα Τζουμέρκα «παρατ’ράου», στο Αιτωλικό «τ’ράου».
Μία γενική εικόνα των αλλοιώσεων που υπάρχουν στα τοπικά λεξιλόγια του βορείου ιδιώματος, είναι η ακόλουθη:
1) Στα φωνήεντα:
α) Μετατροπή των ατόνων φωνηέντων: το ο (-ω) σε ου, π.χ. ψωμί > ψουμί.
β) Αποβολές φωνηέντων
Τα αρχικά άτονα –ο, -ι αποβάλλονται με μετάθεση, π.χ. όνειρο > ήνορο.
γ) Στα σύμφωνα
Το –ζ ακούγεται δυνατά προς του –μ, π.χ. ζ’μώνου.
δ) Στα ονόματα
Αλλάζει το γραμματικό γένος των ουσιαστικών π.χ. ο ασβέστης > η ασβέστη / Αθανάσιος > Νάσιος /Ηλίας /Λιάς.
ε) στα ρήματα
Τα περισπώμενα ρήματα ακούγονται ασυναίρετα, π.χ. πουνάου. Και τα λήγοντα σε -΄ιζω, καταλήγουν σε –άου, π.χ. λαχταρίζω > λαχταράου.
στ) Στα επιρρήματα ακούγονται τα ακόλουθα:
Σιακάτ/αντί (προς τα κάτω) /ξώκαρδα (αντί χωρίς ενδιαφέρον / μπόλικο (αντί πολύ, άφθονο.
Παρόμοιες μελέτες συμβάλλουν σημαντικά στις έρευνες για το Βόρειο-Ελλαδικά τοπικά ιδιώματα και βοηθούν στο να γνωρίσουμε την ιστορική εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας.
Στον συγγραφέα ανήκει ο δίκαιος έπαινος.
Ν. Κολεζας, ομότιμος καθηγητής Κλασσικής Φιλολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών