Άλλοτε ο πόνος έχει διάρκεια και άλλοτε περνά γρήγορα, το μητρικό φίλτρο έχει κτυπήσει καμπανάκι, η γυναίκα μου ανησυχεί, εγώ όμως είμαι πάντα καθησυχαστικός. «Μικρό παιδί είναι! Δεν είναι τίποτα! Όλη μέρα τρέχει, παίζει, απλά μεγαλώνει, είναι πόνοι ανάπτυξης, τους έχουν τα παιδιά που αναπτύσσονται γρήγορα».
Την άλλη μέρα μας το διαβεβαίωσε και ο παιδίατρος πως δεν συντρέχουν λόγοι ανησυχίας, μια προληπτική γενική αίματος και τέλος. Φύγαμε χαρούμενοι. Όταν πήρα στα χέρια μου τα αποτελέσματα, τα περισσότερα κυμαινόταν σε φυσιολογικά επίπεδα, εκτός από δυο μυϊκά ένζυμα που ήταν σε πολύ υψηλές τιμές. Έψαξα μόνος μου στο διαδίκτυο, ασταμάτητη η ροή των πληροφοριών, συνεχής η έρευνα και οι υποψίες πάντα προς το χειρότερο. Διάβαζα πυρετωδώς ό,τι σχετικό έβρισκα, κάθε μόριο του μυαλού μου ήταν κολλημένο στην οθόνη του υπολογιστή. Συλλογιζόμουν αδιάκοπα, αν και το ήξερα πως δεν συμπεριφέρομαι λογικά εκείνη τη στιγμή, παρόλα αυτά συνέχιζα.
Οι εξετάσεις που κάναμε μετά ήταν πολλές. Ο νευρολόγος τώρα προσπαθεί να μας εξηγήσει όσο πιο ανώδυνα γίνεται την πάθηση, να μας δώσει όσο πιο πολλά ψήγματα ελπίδας μπορεί. « Σπανιότατη ασθένεια» κατέληξε. «Θέλει δύναμη απ’ όλες τις πλευρές». Έμεινα για λίγο αμίλητος, όπως τον άκουγα έτσι μου ερχόταν να του ορμίσω, λες και έφταιγε αυτός. Διάφορα συναισθήματα αλληλοσυγκρούονταν μέσα μου. Θλίψη από τη μια, ενοχές από την άλλη.
Φύγαμε έχοντας στα αυτιά μας τα τελευταία λόγια του γιατρού: «Με τον καιρό θα χειροτερεύσει, καταστρέφονται οι μύες του παιδιού σας σταδιακά. Δεν μπορούμε να έχουμε σαφή άποψη της πορείας, κάθε περίπτωση είναι μοναδική και ανεξάρτητη».
Νιώθω να πνίγομαι, πάντα θεωρούσα την υγεία της οικογένειάς μου δεδομένη. Γιατί; Επειδή είχα αποκτήσει πολλά χρήματα; Ναι. Τα είχα καταφέρει μια χαρά και σε αυτή την ανταγωνιστική κοινωνία, ήμουν από την πλευρά των ισχυρών και πάντα ένα βήμα πιο μπροστά. Τα περισσότερα χρήματά μου τα απόκτησα τον καιρό της μεγάλης χρηματιστηριακής φούσκας. Τότε που χάθηκαν οικονομίες ετών, εγώ έβλεπα εκ του ασφαλούς την αγωνία των άλλων, μιας και συγκαταλεγόμουν στα λίγα αρπαχτικά που εκμεταλλεύτηκαν την αφέλεια των πολλών. Στην συνέχεια κέρδισα ακόμη περισσότερα, ποντάροντας στην χρεοκοπία της Ελλάδας και στην κατιούσα του Ευρώ. Οι δικοί μου άνθρωποι δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως γινόταν η χώρα να πτωχεύει, να μειώνονται αλλεπάλληλα μισθοί και συντάξεις και εγώ να είμαι χαρούμενος. Κέρδος από την καταστροφή; Ναι, ήμουν ικανός και σε αυτό, χωρίς να με νοιάζει, η συνείδησή μου ήταν πάντα γεμάτη με συναισθήματα αυταρέσκειας.
Τώρα; Τώρα ο Μάριος με κοιτάζει εξεταστικά και με ρωτά: «Συνέχεια πέφτω στο σχολείο μπαμπά, γιατί; Σαν να μην με ακούν τα πόδια μου». Τα πράγματα προχώρησαν γρήγορα, οι κινήσεις του δεν έχουν πια δύναμη, καταπίνει με δυσκολία. Αφιερώνω όλο το χρόνο μου σε αυτόν. Πήραμε δυο μαλακά στρώματα και στρωθήκαμε στο απαλό γρασίδι κάτω από τον έναστρο ουρανό. Τα όμορφα μαλλιά του, πέφτουν στο μέτωπό του, αυτά δεν μπορεί να τα νικήσει η ασθένεια. Αποφεύγουμε να μιλάμε γιατί κουράζεται εύκολα. Κάποια στιγμή τα μαγουλά του φλογίζονται, η ανάσα του γίνεται γρήγορη και τα χεράκια του τρέμουν. Μάζεψε όση δύναμη είχε για να με αγκαλιάσει και μετά χαλάρωσε γαληνεμένος. Μάζευε δύναμη όλη αυτή την ώρα για να κάνει αυτή την απλή κίνηση, μάζευε δύναμη ψυχής για κάτι τόσο απλό. Έβαλα το χέρι μου πάνω στο άτονο κορμάκι του. Πόσους μυς έκαψε για να μου κάνει αυτή την αγκαλιά; Πόσο κόπο κατέβαλε; Πόση ώρα; Τώρα το χέρι του παραμένει ψυχρό και ασυγκίνητο στο άγγιγμά μου. Προσπάθησα να κρατήσω τα δάκρυά μου, τα αναφιλητά μου. Προσπάθησα να μην διαλυθώ. «Αυτή την μεγάλη αγκαλιά θα την θυμάμαι για πάντα αγόρι μου», του ψιθύρισα.
Έτσι σιγά που αργοπερπατάς,
έτσι αχνά που ανασαίνεις,
έτσι δειλά που σιωπάς, θα με ξυπνήσεις.
Κάνει κρότο η απουσία σου.