Το θέμα αποτελεί καταρχήν ζήτημα ελευθεροτυπίας κι ελευθερίας του επιχειρείν. Ας πούμε πως είστε μια παρέα εκπαιδευτικών και θέλετε να φτιάξετε (ακόμα και χωρίς προσδοκία κέρδους) ένα τηλεοπτικό κανάλι, που θα προβάλει ντοκιμαντέρ. Από ποιον θα πρέπει να ζητήσετε άδεια και γιατί; Θα έπρεπε να απασχολεί την Πολιτεία αν θα βγάζετε κέρδος (ή έστω τα έξοδά σας); Χιλιάδες επιχειρήσεις ανοίγουν κάθε χρόνο και χιλιάδες κλείνουν. Θα ήταν λογικό να προσπαθεί να προβλέψει το κράτος π.χ. πόσο κρέας καταναλώνεται στην Ελλάδα, πόσο κοστίζει και συνεπώς πόσα χασάπικα «σηκώνει η αγορά»; Ομοίως, είναι λογικό με βάση τάχα το μέγεθος της εγχώριας διαφημιστικής πίτας, να καθορίζει το κράτος τον αριθμό των τηλεοπτικών σταθμών, που μπορούν να είναι κερδοφόρα στην Ελλάδα;
Το επιχείρημα είναι γελοίο. Αλλά ας το ακολουθήσουμε για λίγο: Πόσο κέρδος υπολογίζει η κυβέρνηση πως πρέπει να έχει το κάθε κανάλι; 500 χιλιάδες το χρόνο; 100 χιλιάδες; 50 χιλιάδες; Κι αν κάποιος (οι καθηγητές ας πούμε) βολεύονταν με το μισό κέρδος, γιατί να μην λειτουργήσουν τα διπλάσια κανάλια; Και ποιος μπορεί να ξέρει αν οι διαφημιζόμενοι αυξηθούν ή αν μειωθούν; Ποιος ξέρει αν το κόστος της διαφήμισης παραμείνει το ίδιο; Ποιος μπορεί να προβλέψει αν κάποιο ελληνικό κανάλι καταφέρει να φτιάξει ένα σίριαλ, που θα πωλείται και σε άλλες αγορές (όπως τα τούρκικα σίριαλ στην Ελλάδα); Οι ανάγκες του καναλιού για διαφήμιση θα είναι ίδια σε αυτή την περίπτωση; Όχι βέβαια!
Χρησιμοποιείται κι ένα άλλο επιχείρημα, τεχνικό αυτή τη φορά, αναφορικά με το «πόσα κανάλια σηκώνει το δίκτυο». (Μια πρώτη απάντηση βεβαίως είναι ότι, «σηκώνει τουλάχιστον όσα έχουμε τώρα!»). Η αλήθεια είναι πως, με το πέρασμα στην ψηφιακή τεχνολογία, το δίκτυο μπορεί να χωρέσει πάρα πολλά κανάλια – ίσως εκατοντάδες. Τέτοιο ενδιαφέρον όντως θα γεννούσε ανάγκη αδειοδοτήσεων, καθαρά για λόγους τήρησης της ψηφιακής τάξης. Είμαστε όμως ακόμα πολύ μακριά από πιθανό κορεσμό του δικτύου. Κάθε απαίτηση αδειοδότησης λοιπόν, πέρα από την αναγκαία είσπραξη ενός μικρού τέλους για τη λειτουργία του δικτύου, ισοδυναμεί με προσπάθεια περιορισμού της πολυφωνίας και ελέγχου της πληροφόρησης.
Πρόταση 4: Πλήρης ελευθερία στη λειτουργία τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών
Με την ευκαιρία Αναθεώρησης του Συντάγματος θα πρότεινα μια διάταξη, στην οποία θα ορίζεται πως «α) ο αριθμός των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών δύναται να περιοριστεί μόνον από τις εκάστοτε τεχνικές δυνατότητες του δικτύου, β) η πολιτεία οφείλει να μεριμνά για τη συνεχή αναβάθμιση των παραπάνω τεχνικών δυνατοτήτων και γ) οι εν λόγω σταθμοί ιδρύονται ελεύθερα, με το κράτος να μεριμνά για την τήρηση της ψηφιακής τάξης εντός του δικτύου, στην περίπτωση που ο αριθμός των σταθμών εκπομπής τείνει να υπερβεί τις τεχνικές του δυνατότητες». Κάποιος μπορεί να ανησυχήσει και να πει: «μα, θα μπορεί οποιοσδήποτε να εκπέμπει και να προβάλει ότι θέλει; Ακόμα και ακατάλληλο ή αντεθνικό περιεχόμενο;». Η απάντηση είναι, «ναι». Πρώτον, επειδή ο κάθε πολίτης διατηρεί τη δυνατότητα να μην παρακολουθεί (ή και να μην προγραμματίζει στην τηλεόραση του) κανάλια που θεωρεί ότι εκπέμπουν προσβλητικό περιεχόμενο. Δεύτερον, επειδή διατηρεί το δικαίωμα να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, αν θεωρεί πως τηλεοπτικό περιεχόμενο που είδε τυχαία (αυτός ή μέλη της οικογένειας του) προξένησαν οιαδήποτε ηθική βλάβη, απαιτώντας αποζημίωση. Και τρίτον, επειδή η ελευθερία του λόγου αποτελεί υπέρτατη αξία της Ελληνικής Πολιτείας. Όπως ακριβώς μπορεί οποιοσδήποτε να πει οτιδήποτε σε μια πλατεία, να τυπώσει και να διανείμει οτιδήποτε σε ένα έντυπο ή να «ανεβάσει» οτιδήποτε σε μια ιστοσελίδα, το ίδιο πρέπει να ισχύει και για τους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Το να επιτρέπουμε στο κράτος να περιορίζει την πολυφωνία με πρόσχημα τις δυνατότητες της αγοράς δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία.
Πρόταση 5: Διασφάλιση ελεύθερης πρόσβασης στο Διαδίκτυο
Ομοίως με τα παραπάνω, το κράτος οφείλει όχι μόνο να επιτρέπει ελεύθερα τη λειτουργία διαδικτυακών ιστοχώρων, αλλά και να εγγυάται την απρόσκοπτη πρόσβαση κάθε Έλληνα πολίτη στο Διαδίκτυο. Η πρόσβαση στο Διαδίκτυο, επειδή μάλλον αφορά σε νεότερες γενιές, συχνά ξεφεύγει των ενδιαφερόντων και της καθημερινότητας Συνταγματολόγων, που τυχαίνει να είναι μεγαλύτερης ηλικίας. Αποτελεί όμως, ειδικά σήμερα, μια βασικότατη ελευθερία, που πολύ θα ήθελαν να περιορίσουν τα κάθε λογής ανελεύθερα καθεστώτα (δεν είναι τυχαίο πως η «Αραβική Άνοιξη», που ανέτρεψε δικτατορικά καθεστώτα σε πολλές αραβικές χώρες, ξεκίνησε και μεγεθύνθηκε μέσα από το Διαδίκτυο. Δεν είναι τυχαίο επίσης πως συγκεντρωτικοί ηγέτες, όπως ο Πούτιν, ο Ερντογάν, αλλά και η δική μας κυβέρνηση, έχουν προσφάτως εκφράσει επιθυμία να το περιορίσουν). Είναι λοιπόν χρήσιμο, η ελεύθερη πρόσβαση στο Διαδίκτυο, να κατοχυρωθεί ρητά, μέσα στο νέο Σύνταγμα.
Πρόταση 6: Ακαταδίωκτο των απόψεων
Σχετικό με τα παραπάνω είναι και το ζήτημα των ορίων της ελευθερίας του λόγου. Είχαμε πρόσφατα στην Ελλάδα δύο γνωστές υποθέσεις (η μία αφορούσε σε νεαρό που ανήρτησε χιουμοριστική ιστοσελίδα με τίτλο «Γέρων Παστίτσιος» και η άλλη στη δίκη του Γερμανού ιστορικού Χάινς Ρίχτερ), όπου πολίτες διώχθηκαν - ο πρώτος μάλιστα καταδικάστηκε - για απόψεις, που απλώς εξέφρασαν. Νομίζω πως πρέπει να διατυπωθεί ρητά μέσα στο Σύνταγμα, ότι στην Ελληνική Πολιτεία ΔΕΝ διώκονται απόψεις. Διώκονται μόνον πράξεις. Όσο κι αν μας ενοχλούν κάποιες απόψεις, όσο φρικιαστικά, απαράδεκτα ή προσβλητικά μπορεί να βρίσκουμε κάποια από αυτά που ακούμε ή διαβάζουμε, είναι σημαντικό να θυμόμαστε πόσο χειρότερη είναι μια κοινωνία, όπου η εκάστοτε εξουσία μπορεί να κρίνει και να ελέγχει ποιες απόψεις μπορούν να εκφέρονται και ποιες όχι. Εξαίρεση, που όμως προβλέπεται από τον νόμο, αποτελούν μόνον οι περιπτώσεις συκοφαντικής δυσφήμισης συγκεκριμένων ατόμων. Στο πλαίσιο αυτό, νόμοι για υποκειμενικά ζητήματα ή ζητήματα επιστημονικής ελευθερίας, όπως οι περί «βλασφημίας» ή περί «άρνησης ιστορικών γεγονότων», εκτός από αστείοι θα καταστούν και αντισυνταγματικοί.
*Ο Γιώργος Καραβάνας είναι μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της ΔΡΑΣΗΣ