Από την άλλη μεριά η γνήσια (ανόθευτη κλπ) Απλή Ααναλογική δεν είναι εύκολο να αρνηθεί κανείς ότι υπήρξε πάγιο αίτημα των κομμάτων της Αριστεράς αλλά και, γενικώς, των μικρότερων κομμάτων που θεωρούσαν και σωστά θεωρούν ότι αδικούνται καθώς εκφράζονται στη Βουλή με μικρότερο αριθμό βουλευτών από ότι αντιστοιχεί στον αριθμό των ψηφοφόρων που τους εμπιστεύτηκαν στις εκλογικές αναμετρήσεις.
Η εμπειρία της μεταπολιτευτικής περιόδου καταδεικνύει ότι, όντως, είχαμε τη μεγαλύτερη σε διάρκεια περίοδο πολιτικής σταθερότητας σε καιρούς Δημοκρατίας στην Ελλάδα και η οποία, ασφαλώς, συνδέεται με τους εκλογικούς νόμους. Αυτή καθεαυτή, όμως, η πολιτική σταθερότητα που είχε ως βάση τις μονοκομματικές κυβερνήσεις δεν διασφάλισε-παρά την πρόοδο και τα επιτεύγματα που υπήρξαν-ότι δεν θα αναπτυχθούν εκφυλισμοί και ότι δεν θα ενταθούν οι πολύμορφες παρα-οικονομικές (και όχι μόνο) δραστηριότητες και οι οποίες παρα-δραστηριότητες ήταν που μας οδήγησαν, εν τέλει, στην χρεοκοπία.
Διότι αυτά τα προσωποπαγή και δίχως ουσιαστική εσωτερική δημοκρατία κόμματα εξουσίας μετεξελίχθηκαν πολύ γρήγορα σε παρεοκρατίες και σε στείρους, δίχως ιδεολογία, μηχανισμούς με «στεγανά» και «συσπειρώσεις» γύρω από τα «ιστορικά», κυρίως, ονόματα των παρατάξεων. Προφανώς, όλα αυτά τα καλόπαιδα, νοιάζονταν περισσότερο για την εσωκομματική υπερίσχυση με ότι αυτό συνεπάγονταν σε θέματα νομής εξουσίας αλλά και χρήματος παρά για το καλό της χώρας ή για τη Δημοκρατία.
Όμως, ως γνωστόν, η περίοδος της κρίσης έφερε τα πάνω κάτω, οδήγησε στη ραγδαία συρρίκνωση των έως τότε κομμάτων εξουσίας και εμφάνισε στο προσκήνιο τα κόμματα της «οργής». Δημιούργησε, επιπροσθέτως, την ανάγκη συνεργασιών μεταξύ τους. Έτσι είχαμε αρχικώς τη συγκυβέρνηση Ν.Δ. / ΠΑΣΟΚ και κατόπιν την τωρινή των ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ που, παρομοίως, πρόσφεραν και προσφέρουν πολιτική σταθερότητα υπό την αναγκαστική, μάλιστα, και εξοντωτική γι’ αυτά πολιτική των μνημονίων. Μας προέκυψε με άλλα λόγια, ως θετική εξέλιξη και με την καθοδήγηση των ευρωπαίων εταίρων, η κουλτούρα των συνεργασιών.
Είναι πασιφανές, λοιπόν, ότι η κατατεθείσα πρόταση της κυβέρνησης για νέο εκλογικό νόμο, που, δυστυχώς, δεν περιλαμβάνει την κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών, θα δημιουργήσει δύο τουλάχιστον πολιτικά μέτωπα της μίας ή της άλλης αντίληψης. Δεν είναι καθόλου βέβαιο, όμως, ότι θα συγκεντρώσει κατά την ψηφοφορία στη Βουλή το κρίσιμο ποσοστό ψήφων ώστε να αποτελέσει το νόμο με βάση τον οποίο θα γίνουν οι επόμενες εκλογές. Ούτε εγγυάται κανείς ότι ρυθμιστική παράμετρος δεν θα είναι η ψήφος των βουλευτών της Χρυσής Αυγής.
Είναι, πάντως, περισσότερο από βέβαιο ότι η ενδεχόμενη καθιέρωση της Απλής Αναλογικής ως εκλογικού συστήματος θα απαιτήσει πλεόνασμα ωριμότητας από το πολιτικό μας προσωπικό και θα επιδράσει ευεργετικά σε ζητήματα διαφάνειας κατά την άσκηση κυβερνητικής πολιτικής, πράγμα που, όπως προείπαμε, δεν συνέβαινε κατά τη φάση διακυβέρνησης από τις μονοκομματικές κυβερνήσεις ενώ θα περιορίσει την δημαγωγική ρητορεία των μικρών αλλά και μεγαλύτερων κομμάτων καθόσον, κάποια από αυτά, θα κληθούν να συμμετάσχουν σε κυβερνητικά σχήματα.
Χαρακτηριστικό και εύγλωττο παράδειγμα, σε αυτή την κατεύθυνση, αποτελεί το σημερινό κυβερνητικό σχήμα στο οποίο οι μετέχοντες πολιτικοί σχηματισμοί μεταλλάχθηκαν από εξόχως αντιμνημονιακοί σε πλήρως μνημονιακούς. Αυτή την μετάλλαξη θα την απέδιδε εύστοχα ο τίτλος του γνωστού έργου του κορυφαίου Άγγλου δραματουργού: «η στρίγκλα που έγινε αρνάκι». Όπως τη μετάλλαξη της Νέας Δημοκρατίας των Ζαππείων θα την εξέφραζαν, μάλλον, οι στίχοι του δημοφιλούς ελληνικού τραγουδιού με την αναφορά σε κάποιους που «…τους πάτησε το τραίνο».
Ο Δημήτρης Νούλας, Χημικός