Χριστόδουλος Σώζος:
«Πραγματικοί ηγέται δεν είναι εκείνοι
που μονάχα υποκινούν τον λαόν,
αλλά εκείνοι που προκινδυνεύουν μαζί του».
Στην Λεμεσό της Κύπρου, γεννήθηκε το 1872, ο Χριστόδουλος Σώζος, μοναχογιός της οικογένειας έχοντας επτά αδελφές. Γονείς του ήταν ο Σώζοντας Αντ. Λοΐζος και μητέρα του η Μαρία Χατζηπαύλου. Ο παππούς του είχε πολεμήσει στην Ελληνική Επανάσταση το 1821 και ο πατέρας του στην Κρητική Επανάσταση, του 1866.
Σπούδασε στη Νομική Αθηνών, απ΄ όπου αποφοίτησε το 1892. Εργάσθηκε ως δικηγόρος στην Κερύνεια, εκδηλώνοντας πάντα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα εθνικά θέματα. Το 1897, όταν ξέσπασε ο ατυχής Ελληνοτουρκικός πόλεμος, ο Σώζος συγκεντρώνει τρόφιμα και πολεμοφόδια και τα στέλνει στην Ελλάδα. Οργανώνει ακόμα αποστολές εθελοντών που έφευγαν για την Ελλάδα. Η ήττα της Ελλάδας είναι η αιτία που δεν ήρθε, τότε, και ο ίδιος μαζί με εθελοντικό σώμα 50 αντρών που ήδη είχε ετοιμάσει.
Από τις ευγενέστερες μορφές της Κύπρου, αγαπήθηκε και εκτιμήθηκε ακόμη και από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι αναγνώρισαν τη μεγαλοσύνη του. Το 1901, σε ηλικία μόλις 29 ετών, εκλέχθηκε για πρώτη φορά Βουλευτής στο Νομοθετικό Συμβούλιο που εκπροσωπούσε την Ελληνική Κοινότητα στην αποικιοκρατική διοίκηση. Διετέλεσε Δήμαρχος Λεμεσού, από το 1908 έως τον ηρωικό θάνατο του, το 1912. Στα χρόνια της δημαρχίας του, η Λεμεσός άλλαξε κυριολεκτικά όψη. Ο ιστορικός Πέτρος Παπαπολυβίου, που επί τρεις και πλέον δεκαετίες μελετά και καταγράφει την ιστορική πορεία και ζωή του Χριστόδουλου Σώζου, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ήταν, πιστεύουμε, ο μόνος από τη γενιά των Κυπρίων πολιτευτών πριν από το 1931 που μπορούσε να γίνει για την Κύπρο ένας δεύτερος Ελευθέριος Βενιζέλος. Άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην κυπριακή ιστορία και είχε πληθωρική δραστηριότητα, ως βουλευτής, ως δήμαρχος, ως δικηγόρος, ως συνιδρυτής του Γυμναστικού Συλλόγου Ολύμπια (ΓΣΟ) και της Ατμοπλοϊκής Εταιρείας Λεμεσού, ως άνθρωπος. Ήταν ο πρώτος Κύπριος βουλευτής που πήγαινε στις συνεδριάσεις του Νομοθετικού Συμβουλίου πάντοτε άριστα προετοιμασμένος, μελετώντας τη βρετανική νομοθεσία και τη σύγχρονη ιστορία της Αγγλίας, καταφέρνοντας έτσι να φέρνει σε δύσκολη θέση την αποικιακή κυβέρνηση. Ουσιαστικά ο Σώζος ήταν ο πρώτος που άσκησε συστηματική και ουσιαστική αντιπολίτευση εναντίον των Βρετανών εντός της Βουλής, κερδίζοντας και τον σεβασμό τους» γι αυτόν και τον χαρακτηρίζει ως «μακράν η μεγαλύτερη προσωπικότητα της νεότερης ιστορίας της Κύπρου του πρώτου μισού του 20ου αιώνα». (Π. Παπαπολυβίου, εφημερίδα «Φιλελεύθερος», 08 Δεκεμβρίου 2012).
Οι φλόγες του πολέμου άρχισαν να κυριεύουν τα Βαλκάνια, το 1912, καθώς η οθωμανική αυτοκρατορία έπνεε τα λοίσθια. Η Ελλάδα έχοντας τους μεγαλύτερους πληθυσμούς στην περιοχή δεν μπορούσε να λείψει απ’ αυτό το κάλεσμα. Ο Σώζος χωρίς να πολυσκεφθεί ότι ήταν δήμαρχος και 40 χρονών, αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο του παππού και του πατέρα του και να πάει εθελοντής στην Μητέρα Ελλάδα. Έγραψε στον φίλο του ιατρό Ζανέτο: «Πραγματικοί ηγέται δεν είναι εκείνοι που μονάχα υποκινούν τον λαόν, αλλά εκείνοι που προκινδυνεύουν μαζί του».
Έφυγε κρυφά από την Κύπρο με το αυστριακό ατμόπλοιο Δαλματία, γιατί φοβόταν βάσιμα πως αν το μάθαινε η οικογένειά του θα τον απέτρεπε. Φοβόταν πως θα του έδειχναν στο λιμάνι το τετράχρονο γιο του Ζήνωνα για να μη φύγει. Μόλις έμαθε ο Βενιζέλος πως ένας δήμαρχος ήρθε για να πολεμήσει ως απλός στρατιώτης, τον υποδέχθηκε εγκάρδια και ζήτησε να τον εντάξουν σ΄ ένα επιτελικό γραφείο. Ο Χριστόδουλος Σώζος αρνείται και αξιώνει από τον Βενιζέλο να τοποθετηθεί ως απλός στρατιώτης σε μια μάχιμη μονάδα και εν προκειμένω στο τιμημένο Α΄ Τάγμα του Β΄ Συντάγματος της Δεύτερης Μεραρχίας.
Γράφει ο Κλ. Μυριανθόπουλος: «Φεύγων δια τον πόλεμον, ένα ακαταμάχητον πόθον είχε, να ενδυθή την τιμίαν στολήν του στρατιώτου να οδηγηθή εις τα πε¬δία των μαχών και να πάρη το βάπτισμα του πυρός. Ο Πρωθυπουργός Βενιζέλος και άλλοι επίσημοι προσεπάθησαν να τον μεταπείσουν και να τοποθετηθη εις αλλάς εθνικάς εργασίας αλλ' ουδέν ίσχυσε να μεταβάλη την θέλησιν και την αμετάκλητον απόφασίν του. Απηρνήθη τον Δικηγόρον, τον Δήμαρχον, τον Βουλευτήν, τον Εκτελεστικόν Σύμβουλον και τα άλλα αξιώματα και έγινεν απλούς στρατιώτης δια να υπηρέτηση την πα¬τρίδα ως ήτο ο διακαής του πόθος, το όνειρο του».
Στις 30 Οκτωβρίου 1912, γράφει στους γονείς του: «Τι αξίαν έχουσιν αι συνδρομαί και άλλες ενδείξεις του πατριωτισμού όταν ένας υγιής άνθρωπος δεν προσφέρει τον εαυτό του εις υπηρεσίαν αυτής». Στις 24 Νοεμβρίου η μονάδα του μεταφέρθηκε, στο μέτωπο της Βορείου Ηπείρου και συγκεκριμένα στους Άγιους Σαράντα και στο Δέλβινο, όπου και πήρε το βάπτισμα του πυρός. Από την ακτή της Ηπείρου πέρασε στην Κέρκυρα και από εκεί πάλι στην Ήπειρο. Στις 2 Δεκεμβρίου του 1912, έφθασε στο Μπιζάνι Ιωαννίνων.
Οι μάχες γύρω από το φρούριο του Μπιζανίου ήταν σκληρότατες, με πολλούς νεκρούς και τραυματίες κι από τις δυο πλευρές. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1912, Οι τουρκαλβανοί επιτέθηκαν στον λόφο του προφήτη Ηλία, εκεί όπου βρίσκονταν ο Χριστόδουλος με την ενωμοτία (μικρότερη στρατιωτική υποδιαίρεση της Φάλαγγας). Η ορμητική έφοδος των Τούρκων σάρωσε τα πάντα στο διάβα της. Ο Σώζος, όπως καταμαρτυρείται από τις πηγές της εποχής, όταν είδε ότι πλησίαζαν στα χαρακώματα τους οι Τουρκαλαβανοί ανασηκώθηκε και ξεκίνησε να πυροβολεί όρθιος, τότε οι σφαίρες του ταχυβόλου του εχθρού τον άφησαν νεκρό στα Άγια χώματα της Ηπείρου.
Ο Χριστόδουλος Σώζος, ο Δήμαρχος, ο Βουλευτής και λαϊκός εθνεγέρτης, άφησε τη τελευταία του πνοή, στις πύλες των Ιωαννίνων, στο ύψωμα Προφήτης Ηλίας, στο Μπιζάνι, πολεμώντας ηρωικά στην πρώτη γραμμή του μετώπου, έτσι όπως αρμόζει σε αληθινούς ηγέτες και Ήρωες… Έγινε, έτσι, ο πρώτος και ο μοναδικός εν ενεργεία Δήμαρχος, σ΄ ολόκληρο τον Ελληνισμό, που έπεσε μαχόμενος ως απλός τυφεκιοφόρος στρατιώτης, στην πρώτη γραμμή του μετώπου, προσφέροντας στην Κύπρο και στη πόλη του τη Λεμεσό, που τόσο αγάπησε, ακόμα μια περήφανη πρωτιά.
Από τους 70 στρατιώτες της ενωμοτίας του οι περισσότεροι έπεσαν μαχόμενοι στη σκληρή μάχη που επακολούθησε σώμα με σώμα και θάφτηκαν εκεί. Το σώμα του Σώζου δεν βρέθηκε ποτέ. Η πόλη των Ιωαννίνων σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη θυσία του, έδωσε το όνομα του σε δρόμο της και έστησε προτομή του στις όχθες της λίμνης Παμβώτιδας.
«Ο θάνατος του Σώζου υπήρξε η Θεαματικότερη Κυπριακή εκδήλωση υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα στα 34 χρόνια βρετανικής κατοχής, ενώ αποτέλεσε την κραυγαλέα «ενηλικίωση» του κυπριακού ενωτικού κινήματος», έγραψε από το αθηναϊκό νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν, ο συμπολεμιστής του, Βουλευτής Λάρνακας-Αμμοχώστου Ευάγγελος Χατζηιωάννου, τραυματίας στη μάχη που σκοτώθηκε ο Σώζος. Και συνεχίζει: «Με το αίμα του, το οποίον επότισε την γην της Ηπείρου, αρχίζει να γράφεται και η αληθινή νεωτέρα ιστορία της νήσου μας. Είχαμεν πολλά και ημείς ειπεί διά την δόξαν των προγόνων. Ήτο καιρός με τας ιδικάς μας θυσίας να αρχίσωμεν να πελεκώμεν τας πέτρας του βάθρου και της ιδικής μας δόξης. Η θυσία ήρχισεν υψηλή. Αι νέαι γενεαί θα έχωσι το δυνατόν χέρι που να δεικνύη με αυστηρότητα τον δρόμον της εθνικής ανόδου». Καλότυχη γενιά …» (Π. Παπαπολυβίου, εφημερίδα «Φιλελεύθερος», 08 Δεκεμβρίου 2012).
Όχι! Δεν χρειάζεται γα γίνει καμία σύγκριση του Χριστόδουλου Σώζου με τους πλείστους σημερινούς πολιτικούς! Θα είναι ιεροσυλία στην Μνήμη του!
Ο Δρ. Ντίνος Αυγουστή είναι εκπαιδευτικός στο Τ.Ε.Ι. Λάρισας
Από το Μονάγρι Λεμεσού
a.avgoustis@hotmail.com