Από τον Κώστα Γιαννούλα
Ο κ. Καμμένος δεν προέκυψε από παρθενογέννηση. Υπήρξε, ως γνωστόν, γέννημα-θρέμμα της Νέας Δημοκρατίας και υπουργός Ναυτιλίας επί κυβερνήσεων Κων/νου Καραμανλή του νεότερου. Αποσχίσθηκε μ’ ορισμένους βουλευτές, όταν ο κ. Σαμαράς αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να εγκαταλείψει το αντιμνημονιακό μέτωπο, να προσχωρήσει στο μνημονιακό και να συγκυβερνήσει με το ΠΑΣΟΚ και για ένα διάστημα με τη ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη. Πολλοί πολιτικοί αναλυτές, μάλιστα, τον κατέτασσαν, μέχρι πρότινος, για τις θέσεις του κόμματός του δεξιότερα απ’ τη Ν.Δ., ενώ κάποιοι άλλοι τον χαρακτήριζαν ακροδεξιό.
Πριν κερδίσει τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κατά τη διάρκεια της πρώτης συγκυβέρνησης μαζί του είχαν ως κοινά βασικά γνωρίσματα, τον αντιμνημονιακό αγώνα, την υποσχεσιολογία για σκίσιμο των μνημονίων και το λαϊκισμό τάζοντας στους πάντες τα πάντα και κατηγορούσαν τους εντός Ελλάδας αντιπάλους τους ως Μερκελιστές, εθνικούς μειοδότες και όργανα ξένων συμφερόντων, ενώ τους εκτός Ελλάδας, δηλ. τους δανειστές, ότι ρουφούν και πίνουν το αίμα του κοσμάκη, οπότε πρέπει να μας αφήσουν ήσυχους.
Επιτιθέμενος, συνεχώς, και με μανία εναντίον του πρώην κόμματός του και στελεχών του κατάφερε με διάφορες εντυπωσιακές κινήσεις του, που απευθύνονταν στο θυμοειδές του λαού, να μπει το κόμμα του στη Βουλή και να τον επιλέξει ο κ. Τσίπρας να συγκυβερνήσουν, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε εξασφαλίσει αυτοδυναμία.
Ως εδώ η στάση του κ. Καμμένου είναι κατανοητή. Άλλωστε εκείνη την περίοδο, πλην Κ.Κ.Ε. και Χρυσής Αυγής, δεν υπήρχε άλλο αντιμνημονιακό κόμμα στη Βουλή, οπότε η συνεργασία φάνηκε, εν πολλοίς, ότι ήταν μονόδρομος. Απ’ τον Οκτώβρη του 2015, όμως, που έγιναν οι δεύτερες εκλογές και εντεύθεν, οπότε και επαναλήφθηκε η συνεργασία των δύο κομμάτων, τίθενται αρκετά ερωτηματικά για τη στάση και το ρόλο του.
Από τότε, λοιπόν, ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ έπαυσε, πλέον, να είναι αντιμνημονιακός. Εξαιτίας της αποτυχημένης μακροχρόνιας Μπαρουφάκειας διαπραγμάτευσης και των συνεπειών της αναγκάστηκε, άρον-άρον, να προσχωρήσει στο μέτωπο των μνημονιακών δυνάμεων, αλλά και να εισηγηθεί και να ψηφίσει με συνοπτικές διαδικασίες το τρίτο μνημόνιο, πιο επώδυνο απ΄ τα δύο προηγούμενα.
Ως μνημονιακός, αυτή τη φορά, και μια που κάτω απ’ την πίεση των capital controls και του Grexit έδωσαν θετική ψήφο στο 3ο μνημονόνιο και η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, και επί πλέον μπήκε στη Βουλή και η Ένωση Κεντρώων, αφού απαλλάχθηκε απ’ τα βαρίδια Βαρουφάκη, Λαφαζάνη, Κωνσταντοπούλου, αλλά δεν εξασφάλισε και πάλι την αυτοδυναμία, είχε τη δυνατότητα ο κ. Τσίπρας, είτε να σχηματίσει κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας ευρύτερης αποδοχής, είτε να συνεργαστεί με κάποιο ή κάποια απ’ τα κόμματα, που ιδεολογικά βρίσκονται κοντύτερα σ’ αυτόν.
Επέλεξε, παρόλα αυτά, να συνεργαστεί μόνο με τους ΑΝΕΛ, παρότι ιδεολογικά τους χωρίζει άβυσσος σε πάρα πολλά θέματα, όπως π.χ. στην περίπτωση του 23% στην ιδιωτική Εκπ/στη, στο σύμφωνο συμβίωσης, στη φορολόγηση της ελληνικής μπύρας, στη στράτευση γυναικών, στο προσφυγικό και άλλα. Τη συνεργασία αυτή την είχε, μάλιστα, αναγγείλει προεκλογικά. Γιατί τάχα;
Αμέσως μετά την εκλογή Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ. και προκειμένου να τον πλήξει πολιτικά, ο κ. Καμμένος τον χαρακτήρισε νεοφιλελεύθερο και δήλωσε δημόσια για τον εαυτό του ότι αποτελεί, πλέον, τον μοναδικό συνεχιστή της Καραμανλικής λαϊκής δεξιάς και ότι περιμένει προσχωρήσεις νεοδημοκρατών βουλευτών στο κόμμα του. Σύμφωνα μ´ αυτά και αν λάβει κανείς υπόψη του τον τρόπο με τον οποίο ορίστηκε προσωρινός αρχηγός ο κ. Μεϊμαράκης μετά την παραίτηση Σαμαρά• αν θυμηθεί τη στάση, που κράτησε το περιβάλλον Καραμανλή στην εκλογή του νέου αρχηγού, τίθενται κάποια άλλα ερωτήματα : Μήπως η συνεργασία Τσίπρα-Καμμένου ήταν σχεδιασμένη και οφείλεται, εν πολλοίς, στις παρεμβάσεις και στα τηλέφωνα Καραμανλή, ο οποίος και στην περίπτωση Μεϊμαράκη έδειξε με τον τρόπο του, ότι επιθυμεί τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας;
Και για να ενισχύσω ακόμη περισσότερο, όσα επισημαίνω• αφού ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του είχε τη δυνατότητα να επιλέξει στο β΄γύρο ως πρόεδρο της Δημοκρατίας ένα δικό του άνθρωπο, γιατί επέλεξε, τελικά, τον κ. Παυλόπουλο, που υπήρξε στενός συνεργάτης του κ. Καραμανλή και σημαντικότατο στέλεχος της Ν.Δ. ; Να υποθέσουμε και εδώ παρέμβαση του Καραμανλή;
Βλέποντας λοιπόν, τα πράγματα υπ´αυτό το πρίσμα, πέραν του ότι ο ιστορικός του μέλλοντος πρέπει να ψάξει πολύ, για να βρει την αλήθεια, η επικράτηση Μητσοτάκη και η ήττα Μεϊμαράκη και Καραμανλικού περιβάλλοντος στην ανάδειξη αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας αποκτά μια άλλη διάσταση και γι' αυτό προβλέπονται μεγάλες ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό, οι οποίες ήδη έχουν ξεκινήσει. Εύχομαι και ελπίζω η κρίση να ξεπεραστεί και όλα αυτά να μας βγουν σε καλό.