Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης
Τον Γιώργο Κατρούγκαλο, οι παλαιοί τον θυμόμαστε από τα φοιτητικά αμφιθέατρα, εκεί όπου γαλουχείται η νεότερη γενιά των πολιτικών, η οποία αποδεικνύεται εφάμιλλη ή και χειρότερη του μέσου όρου της παλαιότερης (λογικό, η σημαντικότερη εξειδίκευση είναι στις συνδικαλιστικές πρακτικές και, ίσως, στην αφισοκόλληση). Υπήρξε για χρόνια συνδικαλιστής της ΚΝΕ, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αντίπαλος του Νίκου Φίλη, που ήταν επίσης για χρόνια συνδικαλιστής του Ρήγα Φεραίου στην ίδια σχολή. Η διαφορά του Κατρούγκαλου από τον Φίλη ήταν ότι ο πρώτος συνέχισε τις σπουδές του, έγινε διδάκτορας και, επί χρόνια, εργάστηκε ως δικηγόρος (ο Νίκος Φίλης προτίμησε να παραμείνει ενεργός στα μετερίζια του πολιτικού ακτιβισμού και να εργαστεί ως δημοσιογράφος, με κύρια έδρα πάντα την κομματική εφημερίδα, την «Αυγή»).
Η επανεμφάνιση του Γιώργου Κατρούγκαλου στο πολιτικό προσκήνιο της διαμαρτυρίας έγινε λίγο μετά την επιβεβαίωση της χρεοκοπίας της χώρας και την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, στις συγκεντρώσεις των «Αγανακτισμένων» του Συντάγματος. Ξεχώρισε αμέσως ως ηγετική μορφή, φαίνεται και από την ιστορική φωτογραφία όπου, μαζί με τον Γιάνη Βαρουφάκη και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, από ηγετική θέση, από τραπεζάκι, εξηγούν στον κόσμο τις θέσεις τους για την ανατροπή των μνημονιακών δυνάμεων.
Η παρουσία και των τριών στην κυβέρνηση της «πρώτη φορά Αριστεράς» συν ΑΝΕΛ απέδειξε ότι δεν ήταν τυχαία η σύμπραξή τους στο πεζοδρόμιο της «αγανάκτησης». Ωστόσο, τους πρώτους επτά μήνες η καθοριστικότερη μορφή ήταν ο Γιάνης Βαρουφάκης. Η ατελέσφορη δήθεν διαπραγμάτευσή του με τους εταίρους, τo δημοψήφισμα, τα capital controls, η σωτηρία της Ελλάδας στο ευρώ την τελευταία στιγμή έκανε τον εκκεντρικό οικονομολόγο αρνητικό πρωταγωνιστή βγάζοντάς τον εκτός παιχνιδιού - χρεώνοντάς του το αρνητικό ισοζύγιο της οικονομίας που κληροδότησε, ένα σενάριο διπλού νομίσματος ή και δραχμής και την ανοχή εκ μέρους του ενός ενδεχόμενου πραξικοπήματος (ενδεχομένως, δε, και τη συμμετοχή σε αυτό).
Οι άλλοι δύο εκείνης της παρέας, αντιθέτως, παρέμειναν στο παιχνίδι. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο και είναι επικεφαλής της ομάδας που χρειάζεται να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Και ο Γιώργος Κατρούγκαλος, υπουργός Εργασίας, ανέλαβε να υλοποιήσει το ασφαλιστικό - το οποίο, ως φαίνεται, θα αποτελέσει ανοικτή πληγή για την κυβέρνηση, αφού κινείται στον αντίποδα των συνθημάτων της και η επιβολή του, αν γίνει κατορθωτή, θα έχει τεράστιο πολιτικό κόστος.
***
Ως υπουργός με αντικείμενο την εκπόνηση ασφαλιστικού νομοσχεδίου, ο Γιώργος Κατρούγκαλος προσπάθησε να γεφυρώσει την απαίτηση των εταίρων, το νέο ασφαλιστικό να είναι ανταποδοτικό, με την αναδιανεμητική ιδεοληψία του κόμματός του, ότι δεν έχει σημασία πόσο εργάστηκες, σημασία έχει να πάρουν όλοι από κατιτί.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάνο Ματσαγγάνη, ο οποίος έχει πολύ καιρό εργαστεί για ένα δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα, η «μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου» κρύβει πολλές αδικίες. Δεν προϋποθέτει ενιαία ηλικία συνταξιοδότησης για όλους. «Η πρόταση της κυβέρνησης», γράφει ο Μάνος Ματσαγγάνης, «για πλήρη ανταποδοτική και βασική σύνταξη σε όσους πληρούν τις ισχύουσες προϋποθέσεις ανεξαρτήτως ηλικίας είναι απαράδεκτη: διαιωνίζει τις παθογένειες, παραβιάζει στοιχειώδεις αρχές δικαιοσύνης, αναπαράγει ελλείμματα και μεταφέρει πόρους από τα χαμηλότερα εισοδήματα στα υψηλότερα». Εξάλλου, προσθέτει, «οι πρόσφατες ρυθμίσεις για τα όρια ηλικίας διατηρούνται. Η υπερβολικά σταδιακή αύξησή τους θα επιτρέψει στους ασφαλισμένους ευνοημένων ομάδων (π.χ. ΔΕΚΟ) και προστατευόμενων κατηγοριών (π.χ. μητέρες ανηλίκων) να συνταξιοδοτούνται με πλήρη σύνταξη σε πολύ νεότερη ηλικία από τους υπόλοιπους».
Η πρόταση της κυβέρνησης είναι προβληματική, συντηρητική, άδικη για τους νέους και τους αδύναμους, λέει ο Μάνος Ματσαγγάνης. «Αλλά λιγότερο ανεδαφική από την υστερική άρνηση της πραγματικότητας στην οποία με τόση επιτυχία θήτευσαν τα στελέχη της», προσθέτει. Και παραδέχεται ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο, ακόμα μια φορά, στη συζήτηση είναι η δημαγωγία του παρελθόντος της σημερινής κυβέρνησης.
Μια εκδοχή αυτής της δημαγωγικής στάσης του υπουργού Εργασίας εντοπίζεται στις δηλώσεις του για το ασφαλιστικό και την αποδοχή του, ή μη, από τους εταίρους. «Μας ζητούν οι δανειστές», είπε μεταξύ άλλων, «να διατηρήσουμε το θεσμό του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, χωρίς όμως να μας δίνουν πόρους». Ο Γιώργος Κατρούγκαλος εισηγείται, ακόμα μια φορά, την ιδέα της Ευρώπης δουλειά της οποίας είναι να χρηματοδοτεί την Ελλάδα για να κάνουν πελατειακή πολιτική οι κυβερνήσεις της.
Με όλα αυτά, ωστόσο, όλα δείχνουν ότι μπαίνουμε σε περίοδο ακόμα μιας «περήφανης διαπραγμάτευσης». Η κυβέρνηση, με τακτικισμούς, έμφαση στη ρητορική αντιπαλότητα, με ηθικολογίες αλλά και με στοχοποίηση πολιτικών αντιπάλων, με προπαγάνδα και με μια προσπάθεια να βρει 200 βουλευτές για να περάσει αναλογικότερο εκλογικό σύστημα (γι' αυτό συνάντησε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τον γραμματέα του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα),πιστεύει ότι θα επιβιώσει.
Προφανώς, όμως, δεν την ενδιαφέρει πάνω σε ποια ερείπια θα έχει στηρίξει αυτή της την επιβίωση.
***
Ο Γιώργος Κατρούγκαλος έχει πολιτευτεί με άγνοια κινδύνου. Μετά την ορκωμοσία της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είχε δηλώσει ότι «αν τον φτύσει ένας πολίτης θα παραιτηθεί».
Σήμερα, βρίσκεται στη φάση όπου συγκεντρώνει πάνω του, δικαίως ή αδίκως, την οργή εκατομμυρίων πολιτών. Τους είχε υποσχεθεί τα πάντα, αλλά σήμερα είναι υποχρεωμένος, από το πόστο του υπουργού Εργασίας, να αθετήσει τις υποσχέσεις του. Προφανώς, δεν έχει διάθεση να παραιτηθεί, η εξουσία είναι γλυκιά. Ας ετοιμαστεί, όμως, τότε, να υποστεί τις συνέπειες της πολιτικής αφροσύνης του. Ας ετοιμαστεί να αντιμετωπίσει την οργή των πολιτών τους οποίους είχε κοροϊδέψει, εν γνώσει του.
Ας πρόσεχε. Μερικές συντάξεις μπορεί να είναι υπερτιμημένες και άδικες. Στην πολιτική, όμως, τίποτα δεν είναι δωρεάν.