Από τους Μάντζαρη Στυλιανή και Μπετούνη Ιωάννη,
εκπαιδευτικούς Μέσης Εκπαίδευσης
Μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να κάνει καλύτερα τη δουλειά του εκπαιδευτικού από τον ίδιο τον άνθρωπο;
Στις μέρες μας έχει αρχίσει μια συζήτηση στην επιστημονική κοινότητα γύρω από αυτό το θέμα και η αλήθεια είναι ότι οι απόψεις διίστανται. Υπάρχουν κάποιοι σκεπτικιστές που λένε ότι σε καμία περίπτωση ένας εκπαιδευτικός δεν μπορεί να αντικατασταθεί από ένα άψυχο μηχάνημα, που λαμβάνει αποφάσεις βάσει κάποιου προγραμματισμού. Κάποιοι, ωστόσο, αναφέρουν ότι μια μηχανή θα μπορεί να προσαρμόζεται καλύτερα στις μαθησιακές ανάγκες των μαθητών, πιο εξατομικευμένα. Σίγουρα υπάρχουν πολλά θετικά, με μια πρώτη ματιά, από την εφαρμογή αυτού του είδους τεχνολογίας στις αίθουσες. Για παράδειγμα, η προσαρμογή του τρόπου εκμάθησης στις πραγματικές ανάγκες του μαθητή, η δυνατότητα επανάληψης του μαθήματος, η δυνατότητα παρακολούθησης των μαθημάτων στις μέρες και ώρες που βολεύουν τον μαθητή και άλλα πολλά.
Ένα, όμως, βασικό μειονέκτημα είναι η απουσία της ανθρώπινης επαφής και διαδραστικότητας. Τα επίπεδα της σημερινής τεχνολογίας στη μηχανική μάθηση δεν δίνουν τη δυνατότητα σε μια μηχανή να αντιληφθεί τα συναισθήματα των μαθητών και να εξάγει με τη σειρά της συναισθήματα με αποδέκτες τους μαθητές. Η μηχανική μάθηση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει την ανθρώπινη επαφή και διαδραστικότητα.
Αλήθεια, όμως, γιατί είναι τόσο σημαντικά αυτά τα δύο στη διαδικασία της μάθησης; Ας σκεφτούμε για λίγο τους εαυτούς μας, τότε που πηγαίναμε και εμείς σχολείο. Από ποιους καθηγητές μαθαίναμε εύκολα, από αυτούς που συμπαθούσαμε ή από ατούς που δεν συμπαθούσαμε; Από αυτούς που είχαν τη μεταδοτικότητα ή από αυτούς που αντιμετώπιζαν απλά το μάθημα διεκπεραιωτικά; Η μεταδοτικότητα περιέχει τη διαδραστικότητα και την ανθρώπινη επαφή. Αν χαθούν αυτά τα δύο, στο τέλος της σχολικής χρονιάς, το αποτέλεσμα θα είναι απογοητευτικό. Για παράδειγμα, ας θυμηθούμε όλοι μας την ποιότητα της εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τα αποτελέσματα αυτά φαίνονται ακόμη και στις μέρες μας, καθώς πολλοί από αυτούς τους μαθητές προχώρησαν σε μεγαλύτερες τάξεις με πολλά κενά και ελλείψεις.
Δεν γνωρίζουμε στα αλήθεια τι θα γίνει στο μέλλον και πόσο θα προχωρήσει ακόμα η τεχνολογία. Ευελπιστούμε, όμως, να καταφέρει κάποια στιγμή να γίνει ικανή, ώστε πραγματικά να μπορέσει να συμπληρώσει ή να αντικαταστήσει την ανθρώπινη παρουσία του εκπαιδευτικού σε μια τάξη. Για την ώρα, όμως, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στην εκπαίδευση που παρέχουμε τώρα στα παιδιά και στα πειράματα με σκοπό μελλοντικές εφαρμογές στην εκπαίδευση. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ότι το «δέσιμο» του εκπαιδευτικού με τον μαθητή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είναι ίσως το σημαντικότερο όλων για μια επιτυχημένη εκπαιδευτική διαδικασία.