Οι εργασίες του 1ου Συνεδρίου Αναπαραγωγικής Ιατρικής Κεντρικής Ελλάδας ολοκληρώθηκαν πρόσφατα στη Λάρισα, με απόλυτη επιτυχία. Ο πρόεδρος του συνεδρίου και Αναπληρωτής Καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας Κωνσταντίνος Νταφόπουλος με αφορμή το συνέδριο δήλωσε τα εξής: «Οι εισηγήσεις και οι συζητήσεις ήταν εξαιρετικές και γόνιμες σε ένα ιδιαίτερα υψηλού επιστημονικού επιπέδου συνέδριο.
Με σαφήνεια παρουσιάστηκαν οι νεότερες εξελίξεις στην Αναπαραγωγική Ιατρική και περίπου500 σύνεδροι παρακολούθησαν με αμείωτο ενδιαφέρον από την αρχή έως το τέλος την επιστημονική συνάντηση.
Από το συνέδριο προέκυψαν πολλά συμπεράσματα: Η αντιμυλλέρια ορμόνη (ΑΜΗ) είναι ο καλύτερος δείκτης που μπορεί να προσδιορίσει τον αριθμό των ωοθυλακίων και την «ηλικία» των ωοθηκών, αρκεί να γίνεται η μέτρηση της στα κατάλληλα εργαστήρια. Επίσης αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για τον καθορισμό της δόσης των φαρμάκων για την εξωσωματική με ελαχιστοποίηση της αποτυχίας.
Με τα νέα πρωτόκολλα «GnRH agonist triggering» η σοβαρή επιπλοκή του συνδρόμου της υπερδιέγερσης των ωοθηκών θα ανήκει στο παρελθόν. To κλασικό σπερμοδιάγραμμα δεν επαρκεί πάντα για τον προσδιορισμό της γονιμοποιητικής ικανότητας του άνδρα και συμπληρωματικές εξετάσεις είναι απαραίτητες όπως π.χ. η εκτίμηση του κατακερματισμού του DNA.
Σε νέες γυναίκες με αρχόμενο καρκίνο του ενδομητρίου, σήμερα μπορεί να γίνει διατήρηση της μήτρας και τεκνοποίηση μετά από σωστή επιλογή των ασθενών, θεραπεία με προγεσταγόνα και στενή παρακολούθηση τους.
Επίσης σε γυναίκες με καρκίνο του τραχήλου, σε αρχόμενα στάδια, μπορεί να γίνει ριζική τραχηλεκτομή, χωρίς αφαίρεση της μήτρας και ήδη στον ελλαδικό χώρο αρκετά τέτοια περιστατικά έχουν αντιμετωπιστεί με επιτυχία και έχουν τεκνοποιήσει.
Η εξωσωματική γονιμοποίηση για λήψη ωαρίων και κατάψυξη αυτών και των εμβρύων πριν τη χημειοθεραπεία που θα καταστρέψει τις ωοθήκες ,είναι ο πλέον εφαρμοσμένος τρόπος διατήρησης της γονιμότητας σε γυναίκες που επιβιώνουν μετά τη θεραπεία για καρκίνο. Η κατάψυξη ωοθηκικού ιστού και επαναμεταμόσχευση της στη γυναίκα μετά τη χημειοθεραπεία είναι μία άλλη μέθοδος που ήδη εφαρμόζεται επιτυχώς στην Ελλάδα.
Στις γυναίκες που λαμβάνουμε ελάχιστα ωάρια (1-2)στην εξωσωματική γονιμοποίηση (πτωχές απαντήτριες) η χορήγηση hCG μαζί με την FSH καθώς και τα νέα «διπλά» πρωτόκολλα με διέγερση και στις δύο φάσεις του κύκλου δείχνουν να αυξάνουν τα ποσοστά κύησης σε αυτές τις δύσκολες περιπτώσεις. Ωστόσο, στην πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια τα αποτελέσματα διαφόρων θεραπειών είναι απογοητευτικά.
Τα ινομυώματα μπορεί να προκαλούν υπογονιμότητα και ιδιαίτερα αυτά που προβάλλουν μέσα στην κοιλότητα της μήτρας και θα πρέπει να αφαιρούνται, ενώ σε άλλου τύπου ινομυώματα χρειάζεται συνεκτίμηση του μεγέθους, του αριθμού και της θέσης τους καθώς και του αναπαραγωγικού ιστορικού της γυναίκας για τη λήψη της σωστής απόφασης.
Η αδενομύωση είναι μία κατάσταση που σχετικά συχνά σχετίζεται με υπογονιμότητα και η φαρμακευτική της αντιμετώπιση καθώς και η ιδιαίτερα απαιτητική της χειρουργική αφαίρεση μπορεί να βελτιώσει τη γονιμότητα και το αποτέλεσμα της εξωσωματικής. Η ενδομητρίωση σαφώς σχετίζεται με υπογονιμότητα, ωστόσο η λαπαροσκοπική κυστεκτομία πριν την εξωσωματική γονιμοποίηση συνήθως πρέπει να αποφεύγεται καθώς μπορεί να μειώσει τις ωοθηκικές εφεδρείες.
Ο τραυματισμός του ενδομητρίου με υστεροσκόπηση προσθέτει ένα επιπλέον 10% στην πιθανότητα κύησης σε γυναίκες με περισσότερες από 3 αποτυχίες εξωσωματικής. Σε αυτή την ομάδα των γυναικών, η νέα μέθοδος της ενδομήτριας χορήγησης αυτόλογων μονοπυρήνων επεξεργασμένων με CRH πριν την εμβρυομεταφορά είχε ως αποτέλεσμα την επίτευξη κύησης στο 45% των περιπτώσεων. Οι θρομβοφιλικές διαταραχές, ιδιαίτερα όταν είναι πολλαπλές, σχετίζονται με καθ’ έξιν αποβολές και η θρομβοπροφύλαξη (ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους) μπορεί να συμβάλλει στη γέννηση ζώντων νεογνών» καταλήγει ο κ. Νταφόπουλος.