Με σκοπό την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού για την Ιογενή Ηπατίτιδα και με αφορμή την 28η Ιουλίου, που είναι Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ιογενών Ηπατιτίδων, η Παθολογική Κλινική και το Ομώνυμο Ερευνητικό Εργαστήριο της Ιατρικής Σχολής του ΠΘ ως Κέντρο Αναφοράς και Παρακολούθησης του ΚΕΕΛΠΝΟ για τις Ιογενείς Ηπατίτιδες στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, θα προβεί σε ενέργειες με τη συνδρομή του δήμου Λαρισαίων το διήμερο 24 και 25 Ιουλίου στην κεντρική πλατεία της Λάρισας, διανέμοντας έντυπο ενημερωτικό υλικό του ΚΕΕΛΠΝΟ και της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης του Ήπατος και δίδοντας πληροφορίες για την προστασία κατά των Ιογενών Ηπατιτίδων καθώς και για τρέχοντα θέματα που αφορούν ασθενείς. Στο πλαίσιο της Κλινικής λειτουργεί από το 1999 στο Παν/κό Νοσοκομείο Λάρισας Ειδικό Ηπατολογικό Ιατρείο με παρακολούθηση πλέον των 5.500 ασθενών ετησίως καθώς οι Ιογενείς Ηπατίτιδες αποτελούν σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας με αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα λόγω των μακροχρόνιων επιπλοκών (ανάπτυξη κίρρωσης και ηπατοκυτταρικού καρκίνου) και στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Όπως τονίζει ο Καθηγητής Παθολογίας του ΠΘ κ. Γεώργιος Νταλέκος, Διευθυντής της Κλινικής και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης του Ήπατος, «η ηπατίτιδα –μια δυνητικά θανατηφόρα ασθένεια- είναι πιο κοντά από όσο νομίζετε, με περίπου 1 στους 12 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο (περίπου 500.000.000 συνολικά) να πάσχουν από ηπατίτιδα Β και C και περίπου 1,5 εκατομμύριο θανάτους ετησίως από την ασθένεια. Αξίζει να τονιστεί ότι το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο των φορέων του HIV/AIDS. Στη χώρα μας βάσει μελετών, τα ποσοστά των φορέων δεν ξεπερνούν το 2% του γενικού πληθυσμού αν και σε διάφορες περιοχές της χώρας όπως π.χ. στη Θεσσαλία τα ποσοστά είναι υψηλότερα (έως και 5-6%) στις ηλικίες άνω των 50 ετών. Με βάση αυτά τα δεδομένα υπολογίζεται ότι περίπου 400.000 Έλληνες πάσχουν από ηπατίτιδα Β ή C, με τους περισσότερους εξ’ αυτών (περίπου 2 στους 3) να μη το γνωρίζουν αφενός μεν γιατί η νόσος δεν κάνει συμπτώματα παρά μόνο στα τελικά στάδια αφετέρου δε γιατί στη χώρα μας δεν υπάρχουν προληπτικά προγράμματα ελέγχου κατά των ιογενών ηπατιτίδων ενώ σημαντική είναι και η άγνοια των τρόπων μετάδοσης και αντιμετώπισης. Αυτή η άγνοια οδηγεί τους ανθρώπους να υποθέσουν ότι δεν κινδυνεύουν, τους αποτρέπει από το να υποβληθούν σε εξετάσεις και να αρχίσουν παρακολούθηση ή θεραπεία και αποσπά την προσοχή της κοινής γνώμης από τα μηνύματα ευαισθητοποίησης. Έτσι, το πρόβλημα διαιωνίζεται μέσω περαιτέρω μετάδοσης των λοιμώξεων λόγω ανεπαρκούς ενημέρωσης, ενώ επιπλέον ενισχύεται ο στιγματισμός των φορέων και πασχόντων. Το πρόβλημα στις μέρες μας γίνεται ακόμα πιο έντονο καθώς όλο και περισσότεροι πολίτες είναι ανασφάλιστοι και επομένως αδυνατούν να εξεταστούν ή να αρχίσουν κάποια θεραπεία, ενώ οι απαιτούμενες μοριακές τεχνικές για τη διάγνωση και παρακολούθηση της θεραπείας παραμένουν ακόμα και σήμερα χωρίς κοστολόγηση! Και όμως και οι δύο ηπατίτιδες σήμερα μπορεί να προληφθούν και να θεραπευθούν πλήρως εφόσον βέβαια υπάρξει αποτελεσματικότερος εντοπισμός των ασθενών και στη συνέχεια η χορήγηση της κατάλληλης αντιικής αγωγής εξοικονομώντας έτσι μακροχρόνια, τεράστια ποσά για το σύστημα υγείας (από τη μείωση έως και εξάλειψη των υπερβολικά κοστοβόρων μακροχρόνιων επιπλοκών) και βεβαίως κερδίζοντας ότι πολυτιμότερο, ανθρώπινες ζωές. Η πρόληψη των λοιμώξεων στηρίζεται στην ενημέρωση των ομάδων αυξημένου κινδύνου σχετικά με τους τρόπους μετάδοσης και κυρίως στην εφαρμογή προγραμμάτων εμβολιασμού έναντι του ιού της ηπατίτιδας Β (για την ηπατίτιδα C δεν υπάρχει μέχρι στιγμής εμβόλιο). Στη θεραπευτική προσέγγιση της χρόνιας ηπατίτιδας Β, βασικός στόχος είναι η επίτευξη μακροχρόνιας ιολογικής και ιστολογικής ύφεσης, ενώ στη χρόνια ηπατίτιδα C στόχος της θεραπείας είναι η εκρίζωση του ιού. Μπροστά σ’αυτά τα φαινόμενα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ενεργοποίησε νέα στρατηγική και πλαίσια δράσης με στόχο την προστασία της ζωής εκατομμυρίων ασθενών δύο μάλιστα χρόνια, μετά την ανακοίνωση ενός ιστορικού ψηφίσματος (WHA63.18) όπου για πρώτη φορά περιγράφονται ο ενέργειες που πρέπει να υιοθετήσουν οι κυβερνήσεις για να βελτιώσουν την ευαισθητοποίηση του κοινού, αλλά και τον έλεγχο, την παρακολούθηση, την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας από τους ειδικούς επαγγελματίες υγείας. Σύμφωνα με αυτό το ψήφισμα, η Γραμματεία του ΠΟΥ ενέταξε ένα παγκόσμιο πρόγραμμα για την ύπουλη αυτή ασθένεια στο τμήμα που αφορά τις πανδημίες και τις επιδημίες. Η πρόκληση για τις κυβερνήσεις και βεβαίως για την Ελληνική, είναι πλέον να ενεργοποιήσουν αυτό το Σχέδιο Δράσης του ΠΟΥ και να πετύχουν μετρήσιμα αποτελέσματα στη μάχη κατά της χρόνιας ιογενούς ηπατίτιδας. Η Ελληνική Εταιρεία Μελέτης του Ήπατος καλεί την κυβέρνηση να υποστηρίξει τη νέα στρατηγική του ΠΟΥ με τον καθορισμό αντίστοιχων στόχων για την εξάλειψη αυτής της ασθένειας σιωπηλού δολοφόνου. Η Ελληνική Εταιρεία Μελέτης του Ήπατος καθώς και η Παθολογική Κλινική του ΠΘ δραστηριοποιούνται έντονα στο χώρο των ιογενών ηπατιτίδων με συνεχή προσφορά στην πρόληψη, τη θεραπεία, καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Όμως τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί αν πολιτικά δεν λυθεί το πρόβλημα της προσβασιμότητας στις θεραπείες και στις μοριακές εξετάσεις όταν απαιτούνται, καθώς υπολογίζεται ότι περίπου το 20-30% των ασθενών με ιογενείς ηπατίτιδες είναι σήμερα ανασφάλιστοι και επομένως είναι αδύνατον να θεραπευθούν καθώς το κόστος είναι δυσβάσταχτο (αρκετών χιλιάδων ευρώ ετησίως)».