Στο Βερολίνο, για παράδειγμα, όπου το ιατρικό προσωπικό έχει ελευθερία επιλογής όσον αφορά το εμβόλιο, συχνά αποφασίζουν να μην κάνουν εμβολιασμούς με AstraZeneca. Παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν έχει ακόμη καμία δυνατότητα επιλογής, καθώς ο συνολικός αριθμός όλων των εμβολίων είναι πολύ μικρός. Αυτό είναι άλλωστε και το πιο σημαντικό, καθώς ο σκεπτικισμός των ανθρώπων έναντι αυτού του εμβολίου καθυστερεί τους ήδη αργούς εμβολιασμούς!
Τι συμβαίνει λοιπόν με το συγκεκριμένο εμβόλιο; Είναι μόνο ψυχολογικό το πρόβλημα που δεν το θέλει ο κόσμος, καθώς η αποτελεσματικότητά του είναι 60% σε σχέση με το 94-95% των άλλων εμβολίων;
Συνέβαλε αρνητικά η ανακοίνωση ότι θα εμβολιάζονται με αυτό μόνο όσοι είναι κάτω των 65 ετών, καθώς δεν υπάρχουν δεδομένα αν είναι ασφαλές για τους ηλικιωμένους;
Ο Βίνφριντ Ριφ, καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας και Ψυχοθεραπείας στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ λέει ότι είναι «πολύ πιθανό» σε τέτοιες περιπτώσεις οι ψυχολογικές επιδράσεις να διαδραματίζουν επίσης ρόλο. Σε συνέντευξή του στο γερμανικό δίκτυο «n-tv.de», ο καθηγητής Ριφ υποψιάζεται ότι ο κύριος λόγος μπορεί να είναι η «κακή εικόνα» του εμβολίου της AstraZeneca, λόγω της έλλειψης σαφήνειας σχετικά με την αποτελεσματικότητά του σε ηλικιωμένους, αλλά και η χαμηλότερη αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με τα εμβόλια της Biontech / Pfizer και της Moderna.
«Όλα αυτά προκάλεσαν μια αβεβαιότητα που όλοι ήθελαν να αποφύγουν», τονίζει ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Ιατρικής Ενωσης, Φρανκ Ούλριχ Μοντγκόμερι, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Rheinische Post».
ΒΟΗΘΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ
Εκτιμά όμως ότι «το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό δεν πρέπει να εμβολιαστεί με το εμβόλιο της AstraZeneca. Το εμβόλιο είναι εξίσου ασφαλές με τα άλλα, αλλά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη χαμηλότερη αποτελεσματικότητά του. Επομένως, θεωρώ ότι επιβάλλεται να εμβολιαστούν άτομα με υψηλό κίνδυνο μόλυνσης, συμπεριλαμβανομένου του ιατρικού ή του νοσηλευτικού προσωπικού, με πιο αποτελεσματικά εμβόλια. Αντιλαμβάνομαι ότι το ιατρικό προσωπικό δε θέλει να εμβολιαστεί με το εμβόλιο της AstraΖeneca. Αντιθέτως, νέοι με λιγότερες επαφές και χαμηλότερο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά, θα μπορούσαν να επωφεληθούν από το εμβόλιο της AstraZeneca», τονίζει ο δρ. Μοντγκόμερι. Μη νομίζετε βέβαια ότι όλα αυτά προκαλούν προβλήματα στη βρετανο-ολλανδική εταιρεία. Όπως ανακοίνωσε επισήμως η AstraZeneca, τα καθαρά κέρδη της υπερδιπλασιάστηκαν το 2020 σε σχέση με το 2019, φθάνοντας τα 3,2 δισεκατομμύρια δολάρια, μία αύξηση κατά 139%. Η AstraZeneca διαβεβαιώνει πάντως ότι θα διατηρήσει την τιμή του εμβολίου στο κόστος παραγωγής μέχρι τα μέσα του 2021. Μετά; Η ελεύθερη αγορά να είναι καλά!
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ;
Προς το παρόν η εταιρεία προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα ερωτήματα για τις πιθανές παρενέργειες -όπως ακούγεται σε διάφορες χώρες- που έχουν επηρεάσει αρνητικά την εικόνα του εμβολίου της AstraZeneca;
Το γερμανικό δίκτυο «n-tv» μεταδίδει ότι «το εμβόλιο της AstraZeneca βρίσκεται ξανά στο προσκήνιο καθώς αυξάνονται οι αναφορές για παρενέργειες. Στη Σουηδία, για παράδειγμα, 100 από τους 400 υπαλλήλους σε δύο νοσοκομεία, που εμβολιάστηκαν με το συγκεκριμένο εμβόλιο, ανέφεραν ανεπιθύμητες παρενέργειες, ιδίως πυρετό. Τα περιστατικά αυτά οδήγησαν μάλιστα τις αρχές στη σουηδική περιοχή του Σόρμλαντ να σταματήσουν προσωρινά τους εμβολιασμούς. Στη συνέχεια ήρθαν ανάλογες αναφορές από τη Γερμανία: τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, την Κάτω Σαξονία, το Αμβούργο και τη Σαξονία-Άνχαλτ» σύμφωνα με το Γερμανικό «n-tv».
Ο 49χρονος Ντάνιελ Ντάχλκ λέει στην εφημερίδα Bild ότι εμβολιάστηκε με το εμβόλιο της AstraZeneca την περασμένη Πέμπτη.
«Το βράδυ είχα συμπτώματα που έμοιαζαν με της γρίπης, όπως ρίγη και πόνους στα άκρα. Λίγο αργότερα, μούδιασε ο μηρός μου. Δεν μπορούσα να δουλέψω για τρεις μέρες. Είμαι καλά όμως τώρα, θα το έκανα ξανά ανά πάσα στιγμή. Ο εμβολιασμός είναι σημαντικός και σωστός». Η 27χρονη Ντενίς, νοσοκόμα από το Μόναχο λέει επίσης: «Δε θα ήθελα να εμβολιαστώ με το εμβόλιο AstraZeneca. Οι κλινικές δοκιμές της εταιρείας απλά δεν ήταν αρκετές, για μένα. Το εμβόλιο της AstraZeneca λέγεται επίσης ότι δεν είναι τόσο αποτελεσματικό, όσο τα εμβόλια των Biontech και Moderna». Ο διάσημος επιδημιολόγος Κρίστιαν Ντρόστεν του νοσοκομείου Charité του Βερολίνου δε θεωρεί πάντως ότι το εμβόλιο της AstraZeneca είναι μόνο η δεύτερη επιλογή: «Υπάρχει πάντα μια μύγα στο γάλα και μερικοί άνθρωποι τη βλέπουν με μεγεθυντικό φακό» υποστηρίζει ο καθηγητής Ντρόστεν.
ΤΟ ΜΗ ΧΕΙΡΟΝ ΒΕΛΤΙΣΤΟΝ
H κατασκευάστρια εταιρεία AstraZeneca δεν μπορεί να τα εξηγήσει όλα αυτά. Παρενέργειες, όπως προσωρινός πόνος και ευαισθησία στο σημείο της ένεσης, ήπιος έως μέτριος πονοκέφαλος, κόπωση, ρίγη, πυρετός και μυϊκός πόνος με το εμβόλιο AstraZeneca είχαν αναφερθεί επίσης και στις κλινικές μελέτες.
Ο δρ. Ριφ λέει πάντως ότι στις κλινικές μελέτες «υπήρξαν επίσης αναφορές για ανεπιθύμητες παρενέργειες και μεταξύ εκείνων που είχαν λάβει εικονικό φάρμακο. Ταυτόχρονα, άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι ο φόβος ενός εμβολίου μπορεί επίσης να οδηγήσει σε παρενέργειες». Έλληνες νοσοκομειακοί γιατροί τονίζουν πάντως, ότι «για να τεκμηριωθούν οι παρενέργειες, αλλά και η αποτελεσματικότητα ενός οποιουδήποτε φαρμάκου, απαιτούνται καλά σχεδιασμένες μελέτες και μεγάλος όγκος δειγμάτων. Αυτά με τη σειρά τους απαιτούν χρόνο και γνώσεις. Αυτό που συμβαίνει σήμερα με τα εμβόλια εξηγείται από το πανάρχαιο ελληνικό ρητό: Δύοιν κακοίν το μη χείρον βέλτιστον: Το ένα κακό είναι η πανδημία, το άλλο τα ανεπαρκώς μελετημένα εμβόλια. Άρα, όλα τα σενάρια θα παραμείνουν ανοικτά, γιατί ο χρόνος δε συμπιέζεται» …
Και οι εταιρείες συμπίεσαν ασφυκτικά τον χρόνο για να αναπτύξουν τα εμβόλια σε χρόνο ρεκόρ, παρά τα όποια προβλήματα. Γιατί διέκριναν άλλωστε, μια τεράστια ευκαιρία για την αύξηση των κερδών τους. Αλλά και να αποκαταστήσουν τη φήμη τους, που είχε αμαυρωθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια με διάφορα σκάνδαλα. Όλα πάνε πρίμα για τους φαρμακευτικούς κολοσσούς, λοιπόν. Παρά τις μεγάλες καθυστερήσεις στην παράδοση των εμβολίων. Αντί να πωλούν άλλωστε τα εμβόλια στα φαρμακεία, οι εταιρείες έχουν συνάψει απευθείας συμφωνίες με κυβερνήσεις και την Ε.Ε., που έχουν αναλάβει την ευθύνη να τα χορηγούν στο κοινό. Όταν οι φαρμακευτικές εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, ξοδεύουν έως και 40% των εσόδων τους στη διαφήμιση και το μάρκετινγκ, ενώ με τα εμβόλια Covid-19, δε χρειάζεται να δαπανήσουν για προβολή ούτε δεκάρα, που θα βρουν αλλού τέτοιο χρυσωρυχείο;
«Το ερώτημα είναι: θα αλλάξουν ποτέ συμπεριφορά οι φαρμακευτικοί κολοσσοί;» διερωτάται ο Τζέραλντ Πόσνερ, ο πολυβραβευμένος δημοσιογράφος των New York Times και συγγραφέας του βιβλίου «Pharma», στο οποίο αποκαλύπτει απίστευτα στοιχεία. «Όχι, δεν το πιστεύω», λέει ο Πόσνερ. «Θα επιστρέψουν πολύ γρήγορα στην πεπατημένη, βάζοντας το κέρδος, πριν από τους ασθενείς...».