Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας σε συνέντευξη Τύπου, 127 τοπικές μονάδες υγείας βρίσκονται σε λειτουργία από τον στόχο των 239 (ποσοστό υλοποίησης 53%). Παράλληλα, έγιναν μόλις 340 προσλήψεις ιατρών, που αποτελούν τον βασικό άξονα λειτουργίας των μονάδων, από τον σχεδιασμό των 1.195 (ποσοστό 28,5%).
Ως εκ τούτου, και λόγω όχι μόνο της υστέρησης στον αριθμό των τοπικών μονάδων, αλλά και εξαιτίας της υποστελέχωσής τους, υπολογίζεται πως 370 χιλιάδες είναι οι ωφελούμενοι πολίτες από τη μεταρρύθμιση, από υπολογιζόμενο αριθμό 703 χιλιάδων (52%).
Την ίδια ώρα, παρατηρούνται μεγάλες αποκλίσεις ανά γεωγραφική περιφέρεια και σημαντική διασπορά του δικτύου των ΤΟΜΥ, με συνέπεια εκεί όπου πραγματικά υπάρχει ανάγκη, δηλαδή στις απομακρυσμένες περιοχές, να μην υπάρχει προσφορά, ενώ δεν δόθηκε προτεραιότητα σε περιοχές που θα ωφελούνταν περισσότερο (στις νησιωτικές). Ενδεικτικά, στα νησιά των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων αναπτύχθηκε το 21% των μονάδων, στα νησιά του Ιονίου το 39%, στην Αττική λειτούργησε το 54% και στην Κρήτη το 66%. «Είναι σαφής η υποαπασχόληση και η λειτουργική αδυναμία των ΤΟΜΥ, καθώς σύμφωνα με τον αριθμό των ιατρών που προσλήφθηκαν, θα έπρεπε να έχει εξυπηρετηθεί διπλάσιος αριθμός πολιτών από τον σημερινό απολογισμό» τόνισε ο υπουργός Υγείας.
Με το μοντέλο των ΤΟΜΥ και του οικογενειακού γιατρού να έχει στην πράξη καταρρεύσει, ετοιμάζονται από το υπουργείο παρεμβάσεις για τη λειτουργία του συστήματος, οι οποίες θα ανακοινωθούν άμεσα. Ήταν χαρακτηριστική η τοποθέτηση του υφυπουργού Υγείας Β. Κοντοζαμάνη, πως σήμερα δεν υπάρχουν «τοπικές μονάδες» αλλά «τοπικές ομάδες» υγείας.
Με βάση τον αρχικό σχεδιασμό, κάθε οικογενειακός γιατρός θα είχε πληθυσμό ευθύνης 2.250 ενήλικες και 1.500 παιδιά οι παιδίατροι. Για τα τέσσερα πρώτα χρόνια η χρηματοδότηση του συστήματος είναι μέσω ΕΣΠΑ, και μετά το 2021 η χρηματοδότηση θα γινόταν από εθνικούς πόρους. Υπενθυμίζεται πως τα μεγάλα προβλήματα στην πορεία της μεταρρύθμισης είχε επισημάνει και η Κομισιόν, που διαπίστωνε καθυστερήσεις στο σχέδιο και σοβαρές επιφυλάξεις για τον ρυθμό των «ιατρείων της γειτονιάς», ενώ αναφερόταν πως θα πρέπει να γίνουν εντονότερες προσπάθειες ώστε η μεταρρύθμιση να φτάσει στον τελικό στόχο μέχρι τα μέσα του 2020. Επισήμανε ακόμη τα προβλήματα στη στελέχωση των μονάδων με γενικούς γιατρούς, αλλά και το γεγονός πως μόλις δύο εκατομμύρια πολίτες είχαν βρει οικογενειακό γιατρό.