Το κρούσμα της Λάρισας είναι ένα από τα δύο κρούσματα που επιβεβαιώθηκαν στην περιοχή της Θεσσαλίας και ανακοινώθηκαν από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας που ανεβάζει σε πέντε τον αριθμό των κρουσμάτων πανελλαδικά.
Η εξέλιξη αυτή προβληματίζει την επιστημονική κοινότητα που θεωρεί ιδιαίτερα πιθανή και αναμενόμενη τη διάγνωση περαιτέρω κρουσμάτων το ερχόμενο διάστημα στις ίδιες ή και σε άλλες γεωγραφικές περιοχές, με αποτέλεσμα να κινητοποιούνται οι επαγγελματίες υγείας αναφορικά με τον ιό και να πληθαίνουν οι εκκλήσεις για τη λήψη προληπτικών μέτρων αυτοπροστασίας στον πληθυσμό.
Συγκεκριμένα, από τις αρχές 2019 μέχρι και χθες έχουν διαγνωστεί και διερευνηθεί στην Ελλάδα συνολικά πέντε κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου, εκ των οποίων τα τρία παρουσίασαν εκδηλώσεις από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (εγκεφαλίτιδα ή/και μηνιγγίτιδα) και δύο είχαν ήπιες εκδηλώσεις (εμπύρετο νόσημα). Τα πέντε κρούσματα λοίμωξης από τον ιό έχουν καταγραφεί σε οικισμούς στις Περιφερειακές Ενότητες Πιερίας, Ξάνθης, Καβάλας, Λάρισας και Καρδίτσας.
Σύμφωνα με την εβδομαδιαία έκθεση επιδημιολογικής επιτήρησης της λοίμωξης, που συνέταξε ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), δεν έχει καταγραφεί κανένας θάνατος ασθενούς με λοίμωξη από τον ιό. Το πρώτο καταγεγραμμένο περιστατικό αναφέρεται στις 21 Ιουνίου 2019. Η ηλικία των ασθενών με εκδηλώσεις από το ΚΝΣ είναι άνω των 50 ετών.
Στη Θεσσαλία το πρώτο περιστατικό αφορά σε άνδρα άνω των 65 χρόνων με ιδιαίτερα επιβαρυμένη την κατάσταση της υγείας του και σε κατάσταση ανοσοκαταστολής, νοσηλεύεται σε κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας, ενώ το δεύτερο κρούσμα ηλικίας άνω των 50 ετών επίσης με προβλήματα υγείας, από την περιοχή των Σοφάδων Καρδίτσας, νοσηλεύεται στο Γενικό Νοσοκομείο της Καρδίτσας.
Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ θεωρείται πιθανή και αναμενόμενη η διάγνωση περαιτέρω κρουσμάτων το ερχόμενο διάστημα, εκτίμηση με την οποία συμφωνεί και ο καθηγητής Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και μέλος της επιστημονικής επιτροπής του ΕΟΔΥ κ. Χρήστος Χατζηχριστοδούλου, ο οποίος προβλέπει αύξηση των κρουσμάτων στη Θεσσαλία παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν για την πρόβλεψη εξάπλωσης της νόσου καθώς «τα κουνούπια είναι θετικά και ο ιός κυκλοφορεί με αποτέλεσμα να είναι φυσιολογική μια αύξηση…».
Παράλληλα, επισημαίνει την ανάγκη εφαρμογής προληπτικών μέτρων εστιάζοντας στον περιορισμό των εστιών πολλαπλασιασμού των κουνουπιών στα σπίτια συστήνοντας να μην υπάρχουν στάσιμα νερά στις βεράντες, τους κήπους και τις αυλές. Πάντα πρέπει να αδειάζουμε το νερό, καθώς μέσα σε μερικές μέρες δημιουργούνται προνύμφες. Ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο κ. Χατζηχριστοδούλου στην εφαρμογή εντομοαπωθητικών για την ατομική μας προστασία ειδικά το σούρουπο, χρόνος κατά τον οποίο κυρίως εμφανίζονται μαζικά τα κουνούπια συστήνοντας στους αγρότες να φορούν μακρυμάνικες μπλούζες και μακριά παντελόνια.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥ
Τα έτη 2010-2014 και 2017-2018, όπως αναφέρει σε ανάρτησή του το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, καταγράφηκαν κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου σε ανθρώπους σε διάφορες περιοχές της χώρας μας, ενώ κυκλοφορία του ιού καταγράφηκε σε όλες σχεδόν τις Περιφέρειες. «Αυτό υποδηλώνει ότι ο ιός του Δυτικού Νείλου έχει εγκατασταθεί στη χώρα μας, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ως εκ τούτου, θεωρούνταν πιθανή και αναμενόμενη η επανεμφάνιση περιστατικών στη χώρα μας και κατά την τρέχουσα περίοδο 2019, κατά την περίοδο κυκλοφορίας των κουνουπιών, τόσο σε γνωστές όσο και σε νέες περιοχές», αναφέρει ο ΕΟΔΥ και επισημαίνει ότι είχε ήδη ενημερώσει (τον Μάιο 2019) τους επαγγελματίες υγείας πανελλαδικά για την ανάγκη εγρήγορσής τους για την πρώιμη διάγνωση περιστατικών.
Προσθέτει ότι, καθώς η επιδημιολογία του ιού καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, οι περιοχές που (πιθανά) θα κυκλοφορήσει ο ιός και οι πιθανές περιοχές καταγραφής κρουσμάτων σε κάθε περίοδο μετάδοσης, δεν μπορούν να προβλεφθούν με ασφάλεια. Ως εκ τούτου, ο ΕΟΔΥ συνιστά την τήρηση ατομικών μέτρων προστασίας από τα κουνούπια σε όλη την επικράτεια, καθ’ όλη την περίοδο κυκλοφορίας των κουνουπιών.
Ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται κυρίως μέσω του τσιμπήματος μολυσμένων «κοινών» κουνουπιών. Η βασική δεξαμενή του ιού στη φύση, είναι κυρίως τα άγρια πτηνά, απ’ όπου μολύνονται τα κουνούπια, ενώ οι άνθρωποι δεν μεταδίδουν περαιτέρω τον ιό σε άλλα κουνούπια. Η πλειονότητα των ανθρώπων που μολύνονται με τον ιό είναι ασυμπτωματικοί, περίπου 20% εμφανίζουν ήπια συμπτώματα ιογενούς συνδρομής και λιγότεροι από 1% παρουσιάζουν σοβαρότερες εκδηλώσεις από το κεντρικό νευρικό σύστημα, κυρίως εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα, οξεία χαλαρή παράλυση. Οι πιο σοβαρές εκδηλώσεις εμφανίζονται συνήθως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς και γενικά άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα.
Του Δημ. Κατσανάκη