Ονομάζεται επίσης και «ανάστροφη ακμή», χαρακτηρίζεται από φλεγμονώδεις βλάβες στις πτυχές του δέρματος και εκδηλώνεται με ένα πλήθος μορφών, οι οποίες μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των ασθενών. Οι ήπιες περιπτώσεις περιλαμβάνουν μικρά εξογκώματα, μαύρα στίγματα ή κύστες, ενώ οι ασθενείς με πιο σοβαρές μορφές μπορεί να έχουν πολλαπλά υποτροπιάζοντα αποστήματα, τα οποία ορισμένες φορές απελευθερώνουν εκκρίσεις με δυσάρεστη οσμή. Οι δερματικές βλάβες, οι οποίες προκαλούνται από την ιδρωταδενίτιδα μπορεί να είναι ιδιαίτερα δυσάρεστες και επώδυνες, ενώ συχνά επηρεάζουν πολύ την ποιότητα ζωής των ασθενών. Αυτές οι φλεγμονώδεις βλάβες εντοπίζονται εκεί, όπου βρίσκονται οι αποκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες, κυρίως στις μασχάλες και τη βουβωνική χώρα. Δεν είναι ούτε μολυσματική ούτε μεταδοτική. Σύμφωνα με μελέτες, ο επιπολασμός της ιδρωταδενίτιδας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι περίπου 1% του γενικού πληθυσμού και συνήθως εμφανίζεται σε νεαρούς ενήλικες, κυρίως γυναίκες, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιαδήποτε ηλικία.
* ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΓΚΑΙΡΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Πολλές φορές η διάγνωση της νόσου καθυστερεί σημαντικά και μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 7-8 χρόνια. Παράλληλα φαίνεται πως οι ασθενείς επισκέπτονται πολλές διαφορετικές ειδικότητες μέχρι να λάβουν διάγνωση. Λόγω όμως ότι δεν είναι ευρύτερα γνωστή, ορισμένοι παθολόγοι, γυναικολόγοι, λοιμωξιολόγοι, χειρουργοί ή γιατροί άλλων ειδικοτήτων, πέρα των δερματολόγων, ενδέχεται να μη τη γνωρίζουν.
Επιπλέον, είναι πιθανό η διάγνωση να είναι λανθασμένη και επειδή πολλοί πάσχοντες δεν νιώθουν άνετα να μιλήσουν για τα συμπτώματά τους ή να ζητήσουν βοήθεια από τους δερματολόγους τους, ο αριθμός των ασθενών που διαγιγνώσκονται τελικά είναι πολύ μικρότερος από τις εκτιμήσεις. Τα συμπτώματα με τον καιρό θα παρουσιάζουν επιδείνωση, εάν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά. Συνεπώς, είναι σημαντικό η ιδρωταδενίτιδα να διαγνωσθεί και να αντιμετωπιστεί κατάλληλα το συντομότερο δυνατό ώστε οι βλάβες να μη γίνονται μόνιμες (δημιουργία ουλών) και να δοθεί η δυνατότητα σε ασθενείς αλλά και γιατρούς να έχουν πιο αποτελεσματική μακροχρόνια διαχείριση της νόσου. Ο κύριος λόγος είναι ότι η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα είναι μία νόσος που επηρεάζει πολύ σημαντικά τη συναισθηματική και ψυχολογική κατάσταση των ασθενών, κάνοντας δύσκολο για τους ασθενείς να ζήσουν μία φυσιολογική ζωή. Είναι σίγουρα δύσκολο με το που ξυπνάει κανείς, να πρέπει να αντιμετωπίσει το σωματικό και ψυχικό πόνο της διαπυητικής ιδρωταδενίτιδας.
Εάν λοιπόν εσείς, ή κάποιος που γνωρίζετε, εμφανίζει υποτροπιάζοντα, επώδυνα οζίδια ή αποστήματα σε πτυχές του δέρματος, όπως τη μασχάλη ή τη βουβωνική χώρα, τότε πρέπει να επισκεφθείτε έναν δερματολόγο για να εξασφαλίσετε έγκαιρη διάγνωση και φροντίδα
Χριστίνα Φωτιάδου
Δερματολόγος –Αφροδισιολόγος
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Α.Π.Θ.
Ακαδ. Υπότροφος Β’ Πανεπιστημιακής
Δερματολογικής Κλινικής ΑΠΘ